11/08/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ιστορική μνήμη και αστυνομικό βλέμμα

ΝΤΟΡΙΝΑ ΠΑΠΑΛΙΟΥ «Το απαραίτητο φως» Μυθιστόρημα. Ικαρος, 2013, σελ. 628.   ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΡΑΜΟΣ «Το ψέμα του λύκου» Μυθιστόρημα. Καστανιώτης, 2013, σελ. .
      Pin It

ΝΤΟΡΙΝΑ ΠΑΠΑΛΙΟΥ
«Το απαραίτητο φως»
Μυθιστόρημα. Ικαρος, 2013, σελ. 628.

 

 

 

 

 

ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΡΑΜΟΣ
«Το ψέμα του λύκου»
Μυθιστόρημα. Καστανιώτης, 2013, σελ. 192.

 

 

 

 

 

Της Μαριάννας Σκιαδά

 

Το «Απαραίτητο φως» είναι το δεύτερο μυθιστόρημα της Ντορίνας Παπαλιού -το πρώτο της ήταν το «Γκάτερ» (2007) με ήρωα έναν νεαρό σχεδιαστή κόμικς και έντονο σασπένς. Χαρακτηριστικό και του ανά χείρας μυθιστορήματος είναι οι αφηγηματικές ανατροπές.

 

«Απαραίτητο φως» για την Ελληνο-Σκοτσέζα ζωγράφο Λουίζ Χατζηλουκά είναι το λαμπρό αθηναϊκό φως. Αυτό είναι που την εμπνέει όταν ζωγραφίζει, της δίνει ταυτότητα αλλά και την κρατά αιχμάλωτη στην Αθήνα την εποχή του πολέμου. Η ιστορία της ζωής της ξετυλίγεται όταν η συνονόματη εγγονή της, Λουίζα Λασκαράτου, παίρνει στα χέρια της, μετά τον θάνατο του πατέρα της, μια φωτογραφία της γιαγιάς της μπροστά από την αυτοπροσωπογραφία του δικού της παππού, του διάσημου Σκοτσέζου ζωγράφου του 19ου αιώνα, Τζόναθαν Ντόντσον.

 

Ο πίνακας αυτός, άρρηκτα συνδεδεμένος με την τύχη της γιαγιάς Λουίζ, αλλά και με την ιστορία των οικογενειών Ντόντσον, Χατζηλουκά και Λασκαράτου, χάνεται μυστηριωδώς τον Μάιο του ’44, όταν η Λουίζ εκτελείται από τους Γερμανούς για την αντιστασιακή της δράση. Η αναζήτηση του χαμένου αριστουργήματος οδηγεί τη νεαρή ανθρωπολόγο Λουίζα, παιδί χωρισμένων γονιών που έχει κάκιστες σχέσεις με την αυταρχική μητέρα της και προβληματικές με τον πολυαγαπημένο της πατέρα, στην αντιμετώπιση των δικών της φαντασμάτων και την προσωπική της λύτρωση.

 

Ενας χαμένος πίνακας, δύο δυναμικές γυναίκες, δύο παράλληλοι έρωτες (αυτός της γιαγιάς Λουίζ με τον Αιγυπτιώτη Κωνσταντίνο Σαββίδη τη δεκαετία του ’40 και της εγγονής με τον νεαρό βοηθό του πατέρα της, Πέτρο Σπηλιόπουλο), όλα αυτά διαδραματίζονται με φόντο την Αθήνα τού τότε και του τώρα. Οι ιστορίες τους ξετυλίγονται σταδιακά σε τριτοπρόσωπη αφήγηση και αναφέρονται εναλλάξ μια στο παρελθόν και μια στο παρόν, σε ξεχωριστά για την κάθε εποχή κεφάλαια. Οι χαρακτήρες των γυναικών γοητευτικοί και πιο άρτιοι συγκριτικά με τους αντρικούς, οι οποίοι σε σημεία φαντάζουν κάπως μονοδιάστατοι.

 

Ο πόλεμος, η κατοχή και η αντίσταση, τα κλεμμένα από τους ναζί έργα τέχνης, η ρευστή αίσθηση της συγγραφέως για την αλήθεια, τη μνήμη, την τέχνη, αλλά και την απώλεια και την Ιστορία, εναρμονίζονται με την αύρα αστυνομικής γραφής. Καλογραμμένη και ρέουσα πρόζα που διαβάζεται απρόσκοπτα παρά τον όγκο του βιβλίου.

 

Την αστυνομική πλοκή επιλέγει και ο γεννημένος στην Αθήνα το 1952 δημοσιογράφος και κριτικός κινηματογράφου Γιώργος Μπράμος στο δεύτερο μυθιστόρημά του «Το ψέμα του λύκου» για να πλέξει την ιστορία του, βασισμένη στην Ιστορία, μια που και οι δύο βασικοί χαρακτήρες του καθορίζονται αλλά και βασανίζονται από τις συνέπειες γεγονότων που έλαβαν χώρα κατά τη διάρκεια της χούντας. Ο «λύκος», ο Κυριάκος Ξενίδης, πολιτικός μηχανικός, αυτοεξόριστος στην Πολεοδομία Κοζάνης, μονόχνοτος, απομονωμένος και αποκομμένος από τον κόσμο γύρω του, δεν μπορεί να ξεχάσει την προδοσία του φίλου του και συναγωνιστή του στα χρόνια της χούντας, Μενέλαου Λαμπρόπουλου. Η προδοσία του Λαμπρόπουλου είχε αποτέλεσμα τον θάνατο μπροστά στα μάτια του τής κρυφής του αγαπημένης και φίλης του Λαμπρόπουλου, Ελένης, καθώς και τη δική του αναπηρία.

 

Οταν ο Λαμπρόπουλος, που στο μεταξύ έχει γίνει ένας πασίγνωστος επιχειρηματίας και οικονομικός παράγοντας του τόπου, δολοφονείται, οι αστυνομικές έρευνες στρέφονται στον Ξενίδη, ο οποίος και συλλαμβάνεται. Την ανάκρισή του αναλαμβάνει ο έτερος μοναχικός «λύκος» του μυθιστορήματος, ο αστυνόμος Νικόλαος Τσάκωνας, ο οποίος βλέπει τη διαλεύκανση της δολοφονίας Λαμπρόπουλου σαν ευκαιρία για την καριέρα του.

 

Οι δύο άνδρες συγκροτούν τις κεντρικές αφηγηματικές φωνές του μυθιστορήματος και μέσα από τις εναλλασσόμενες πρωτοπρόσωπες αφηγήσεις τους ξετυλίγεται η αστυνομικής υφής ιστορία με το απροσδόκητο τέλος. Δύο άνδρες, στους ρόλους του διώκτη και του διωκόμενου αντιστοίχως, που φαινομενικά δείχνουν ανόμοιοι και παράταιροι αλλά κατά βάθος μοιάζουν σαν δυο σταγόνες νερό. Αυτό εξάλλου υπονοείται ξεκάθαρα στον υποτιθέμενο διάλογο μεταξύ τους στο τέλος του βιβλίου. Ενας αμιγώς αρσενικός κόσμος στον οποίο οι γυναίκες λάμπουν διά της απουσίας τους, καθώς οι αναφορές σε αυτές, συχνότατες στην αφήγηση Ξενίδη, είναι αναφορές απώλειας, έλλειψης, μνήμης ή ανεκπλήρωτου έρωτα. Δύο στιβαροί ανδρικοί χαρακτήρες, ένα καλά δομημένο μυθιστόρημα που διαβάζεται απνευστί, ασκεί κοινωνική κριτική μιλώντας για τη συλλογική μνήμη, τη μοναξιά, την εκδίκηση, το μίσος αλλά και τη δικαίωση, τα ψέματα και τη βία. Η κάθαρση έρχεται πάντως στο τέλος γιατί «όπως πάντα η ζωή θα δώσει τη λύση».

 

Δύο μυθιστορήματα που χρησιμοποιούν τους κώδικες της αστυνομικής γραφής, με τελείως όμως διαφορετικό τρόπο. Ο γυναικείος κόσμος της Παπαλιού και ο σαφώς αντρικός του Μπράμου διαφοροποιούνται ωστόσο και ως προς την ενσωμάτωση του ιστορικού πλαισίου: πιο ουδέτερο και απόμακρο το βλέμμα στο «Απαραίτητο φως», πιο κατάσαρκο και θερμό στο «Ψέμα του λύκου».

 

Scroll to top