11/08/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

ΜΗΧΑΝΕΣ ΤΟΥ ΝΟΥ Η γνωστική περιπέτεια τον 21ο αιώνα

Η μύηση στα αφροδίσια μυστήρια

Το πέρασμα κατά τη δεκαετία του 1960 -πριν από μισό μόλις αιώνα!- από τη σεξοφοβική και κατασταλτική ερωτική κουλτούρα, που για αιώνες επικρατούσε στον δυτικό κόσμο, στη νέα σεξοφιλική αλλά εξίσου μαζικά επιβεβλημένη «ελευθεριακή» κουλτούρα της εποχής μας έχει ήδη αλλάξει σημαντικά τον τρόπο με τον οποίο σκεφτόμαστε αλλά και ασκούμε το.
      Pin It

Οταν οι έφηβοι ανακαλύπτουν τα πάθη και τα παθήματα του σεξ

 

Το πέρασμα κατά τη δεκαετία του 1960 -πριν από μισό μόλις αιώνα!- από τη σεξοφοβική και κατασταλτική ερωτική κουλτούρα, που για αιώνες επικρατούσε στον δυτικό κόσμο, στη νέα σεξοφιλική αλλά εξίσου μαζικά επιβεβλημένη «ελευθεριακή» κουλτούρα της εποχής μας έχει ήδη αλλάξει σημαντικά τον τρόπο με τον οποίο σκεφτόμαστε αλλά και ασκούμε το σεξ.

Επιπλέον, όπως δείξαμε σε πρόσφατο άρθρο μας (βλ. «Εφ.Συν.» 27-07), το μεγαλύτερο ίσως «μυστήριο» στις ανθρώπινες σχέσεις, η επιθυμία δηλαδή να υπερβούμε τον εαυτό μας μέσα από την ερωτική μας σχέση με τον άλλο, έχει αρχίσει να εξηγείται επιστημονικά και να ανάγεται τελικά στην «ανούσια» μηχανική των βιομορίων που εκκρίνει ο εγκέφαλός μας.

 

Σήμερα θα επιχειρήσουμε να διαφωτίσουμε ένα σχετικό όσο και ακανθώδες ερώτημα: πώς βιώνουν οι σημερινοί έφηβοι-παιδιά του Διαδικτύου και της τηλεόρασης τις πρώτες ερωτικές εμπειρίες τους; Και τι έχει απομείνει από το περιβόητο ερωτικό πάθος στις σεξουαλικές αναζητήσεις των πιτσιρικάδων;

 

Σε μια κάθε άλλο παρά σεξοφοβική εποχή, όπως η σημερινή, οι πρώτες σεξουαλικές εμπειρίες των εφήβων εξακολουθούν να γεννούν μεγάλη αμηχανία και ανασφάλεια όχι μόνο στους ίδιους τους πρωτάρηδες -κάτι αναμενόμενο και απολύτως φυσιολογικό- αλλά και στους πολύ πιο έμπειρους και υποτίθεται ερωτικά απελευθερωμένους γονείς τους

 

Γράφει ο Σπύρος Μανουσέλης

 

Γιατί ακόμη και οι πιο «άνετοι» και «προοδευτικοί» γονείς αποδέχονται συνήθως με δυσκολία, και ενίοτε βιώνουν ως «καταστροφή», τις πρώτες σεξουαλικές αναζητήσεις των παιδιών τους;

 

Στις μέρες μας οι περισσότεροι γονείς δεν έχουν ιδιαίτερη δυσκολία ή αμηχανία στο να μιλάνε «ανοιχτά» για το σεξ με τα παιδιά τους όσο αυτά είναι πολύ μικρά. Τα πράγματα όμως αλλάζουν άρδην όταν τα παιδιά αρχίζουν να μεγαλώνουν και μπαίνουν στην εφηβεία.

 

Οσο το παιδί ήταν μικρό, σκέφτονται οι γονείς, το σεξ ήταν γι’ αυτό μια απολύτως φυσική και «αθώα» περιέργεια. Αντίθετα, με την είσοδο στην εφηβεία η ψυχοσωματική εμπλοκή του είναι πολύ πιο άμεση: για κάθε έφηβο το σεξ αποτελεί κάτι εξαιρετικά σημαντικό, κυριολεκτικά το… «καυτό» ζήτημα. Παράλληλα όμως η/ο έφηβος δεν διαθέτει ακόμη τις βιωματικές εμπειρίες και τα απαραίτητα «νοητικά εργαλεία» για να κατανοήσει και κυρίως για να αποδεχτεί τις συγκλονιστικές αλλαγές που συντελούνται στο σώμα και τις διαθέσεις του. Και εδώ ακριβώς υπεισέρχεται η ιδιαίτερα προβληματική στάση των γονιών του: είτε πρόκειται για την καλά συγκαλυμμένη αμηχανία είτε, ακόμη χειρότερα, για την προσποιητή αδιαφορία που συχνά επιδεικνύουν με πρόσχημα τον υποκριτικό σεβασμό της ιδιωτικής ζωής των παιδιών τους.

 

Επικοινωνιακά αδιέξοδα

 

Μάλιστα αυτή η αμηχανία των σημερινών μπαμπάδων και μαμάδων επιτείνεται από τη συστηματική άρνηση των εφήβων να συζητήσουν ή έστω να ακούσουν τις πληροφορίες που ενδεχομένως θα επιθυμούσαν να τους μεταφέρουν οι γονείς τους για την πρωτόγνωρη κατάσταση που αντιμετωπίζουν.

 

Οι περισσότερες σχετικές ψυχολογικές-στατιστικές μελέτες επιβεβαιώνουν ότι στις δυτικές κοινωνίες οι πρώτοι ερωτικοί πειραματισμοί των παιδιών δημιουργούν πανικό στους απροετοίμαστους γονείς και, όχι σπάνια, τα πράγματα επιδεινώνονται από το γεγονός ότι η σεξουαλική ωρίμανση των εφήβων συμπίπτει χρονολογικά με την «κρίση της μέσης ηλικίας» των γονιών τους!

 

Και έτσι οι υπερβολικές ή και βίαιες αντιδράσεις των «γέρων» τους κυριολεκτικά δυναμιτίζουν κάθε προσπάθεια επικοινωνίας.

 

Κατά κανόνα οι έφηβοι, κυρίως τα αγόρια, μετά τις πρώτες σεξουαλικές εμπειρίες τους εκλαμβάνουν ως ανεπίτρεπτη παρέμβαση σε ιδιαίτερα «προσωπικά τους θέματα» κάθε προσπάθεια διαλόγου ή επικοινωνίας με τους γονείς τους γύρω από τις πρωτόγνωρες, και για αυτό υπερβολικά μυθοποιημένες, ερωτικές εμπειρίες τους.

 

Παραδόξως η εμπειρία του σεξ, αντί να αποτελέσει αφορμή για διάλογο, αναδεικνύεται σ’ ένα διττό θέμα ταμπού: αφενός για τους αμήχανους και μάλλον υπερβολικά ανήσυχους γονείς, και αφετέρου για τους εφήβους, οι οποίοι ολοένα και περισσότερο κλείνονται στον εαυτό τους. Εξάλλου, όπως διαπιστώνεται καθημερινά, τα αγόρια καταδέχονται να μιλήσουν γι’ αυτά τα θέματα μόνο με την κοπέλα τους ή με τους πολύ στενούς φίλους τους (αν βέβαια έχουν!), ενώ τα κορίτσια μιλάνε συνήθως με σχετική άνεση για όλα αυτά με τις μανάδες τους.

 

Πώς εξηγείται αυτή η διττή επικοινωνιακή αποτυχία; Οι περισσότεροι γονείς, έχοντας λησμονήσει προ πολλού τις δικές τους εφηβικές ανασφάλειες ή τραυματικές ερωτικές εμπειρίες, καλλιεργούν την καθησυχαστική αυταπάτη ότι τα σημερινά παιδιά, μεγαλωμένα μέσα στον καταιγισμό ερωτικών πληροφοριών και εικόνων από το Διαδίκτυο ή την TV, γνωρίζουν και έχουν δει σχεδόν τα πάντα ή τουλάχιστον όλα όσα πρέπει να ξέρει ένα παιδί γύρω από το σεξ.

 

Στην πραγματικότητα, δυστυχώς, συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο: η τηλεόραση προβάλλει μια παραπλανητική εικόνα του σεξ, χωρίς καθόλου να εξηγεί ή να πληροφορεί τον ανυποψίαστο και ανήλικο θεατή για τη σωματική εμπειρία ή το ψυχολογικό περιεχόμενο αυτού που βλέπει· δηλαδή, τι ακριβώς είναι και τι σημαίνει η ερωτική σκηνή που διαδραματίζεται στην οθόνη.

 

Οσο για τις πορνογραφικές ιστοσελίδες στο Διαδίκτυο, αυτές όχι μόνο δεν παρέχουν καμία χρήσιμη πληροφορία αλλά επιπροσθέτως προβάλλουν σκοπίμως μια απρόσωπη, διαστρεβλωτική και εντελώς παραπλανητική εικόνα για το τι είναι και το πώς συντελείται η ερωτική πράξη σε φυσιολογικές συνθήκες.

 

Κι αν αυτό ισχύει για τους ενήλικους θεατές, φανταστείτε πόσο ζημιογόνος ή καταστροφική μπορεί να αποδειχτεί η συχνή κατανάλωση πορνογραφικού υλικού από έναν ερωτικά άπειρο έφηβο.

 

Αυτό το πρωτόγνωρο φαινόμενο της Διαδικτυακής Σεξουαλικής Εξάρτησης (Internet Sexual Addiction) μέσω της ανώνυμης, και άρα απενοχοποιητικής, πρόσβασης στο «κυβερνοσέξ» αποτελεί για όλο και περισσότερους εφήβους μια βολική μορφή διαφυγής από την ανύπαρκτη και συχνά καταθλιπτική ερωτική τους πραγματικότητα. Ατομα νεαρής ηλικίας, χωρίς πραγματική ερωτική ζωή, στρέφονται σήμερα στο Διαδίκτυο επιζητώντας να αναπληρώσουν «εικονικά» τις ανεκπλήρωτες σεξουαλικές ορέξεις τους. Με τον καιρό δυστυχώς ο εθισμός στο εικονικό σεξ παραλύει τις όποιες δυνατότητες είχαν αυτά τα νεαρής ηλικίας άτομα για πραγματικές ερωτικές επαφές και ασφαλώς προδιαγράφει αρνητικά το μέλλον της ερωτικής ζωής τους ως ενηλίκων.

 

Στο νέο κοινωνικό-πολιτισμικό πλαίσιο της εικονικής σεξουαλικότητας τα περιθώρια επιρροής ή έστω διάλογου των γονιών με τα παιδιά για το καυτό ζήτημα του σεξ είναι απελπιστικά στενά· αλλά σε καμία περίπτωση ανύπαρκτα.

 

Ανακαλύπτοντας το σεξ χωρίς… ενοχές

 

Οι περισσότεροι ειδικοί (σεξολόγοι, παιδοψυχολόγοι) επιμένουν ότι όποτε οι γονείς μιλάνε στα παιδιά τους γι’ αυτά τα «καυτά» θέματα είναι αποφασιστικής σημασίας να αναδεικνύουν τη σπουδαιότητα των αισθημάτων και όχι να εστιάζουν αποκλειστικά στους κινδύνους της ερωτικής πράξης ή στις αντισυλληπτικές μεθόδους.

 

Ακόμη κι αν είναι καλά ενημερωμένοι για το πώς και το γιατί της ερωτικής συνεύρεσης, οι περισσότεροι έφηβοι εραστές είναι συνήθως εντελώς απροετοίμαστοι για τη μεγάλη συναισθηματική περιπέτεια και τα έντονα ψυχολογικά πάθη που συνεπάγεται η μύησή τους στα… αφροδίσια μυστήρια.

 

Και η συνήθης γονεϊκή στάση, του στιλ «Ελα παιδί μου, θέλω να μιλήσουμε…», είναι σε αυτές τις περιπτώσεις εμφανώς ανεπαρκής, αν όχι γελοία!

 

Κάθε γονιός, όσο πολυάσχολος ή αποστασιοποιημένος κι αν είναι, έχει αμέτρητες ευκαιρίες να δείξει τόσο με τα λόγια όσο κυρίως με τα έργα του -προσφέροντας δηλαδή στο παιδί του ως παράδειγμα τη σχέση του με τον ή τη σύντροφό του- ότι η ερωτική σχέση αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι και μάλιστα απολαυστικό της σχέσης μας με το άλλο φύλο.

 

Δείχνοντας δηλαδή στην πράξη πως μια σεξουαλική σχέση, για να είναι πλήρης και πραγματικά ικανοποιητική, πρέπει να συνοδεύεται από ερωτικά και όχι ανταγωνιστικά συναισθήματα, ότι ο ή η σύντροφός μας δεν είναι αντίπαλος, ούτε απλώς ένα αντικείμενο ηδονής.

 

Καλό θα ήταν επίσης οι γονείς να θυμούνται ότι, στην πλειονότητα των περιπτώσεων, οι πρώτες ερωτικές εμπειρίες των παιδιών είναι μάλλον «άτσαλες» και ενδεχομένως απογοητευτικές. Για παράδειγμα, τα περισσότερα αγόρια βιώνουν (με μεγάλο άγχος) τις πρώτες σεξουαλικές εμπειρίες τους με το άλλο φύλο ως αθλητική δραστηριότητα, ως ένα αγώνισμα στο οποίο οφείλουν «πάση θυσία» να επιδείξουν υψηλές επιδόσεις.

 

Οι πρώιμοι εραστές είναι συνήθως τόσο αγχωμένοι και επικεντρωμένοι στο να αποδείξουν ότι τα πάντα λειτουργούν στην εντέλεια, ώστε δεν έχουν τον χρόνο να απολαύσουν ό,τι πραγματικά σημαντικό μπορεί να τους προσφέρει ο ή η σύντροφός τους. Μόνο αργότερα θα μάθουν ότι το σεξ είναι πραγματικά απολαυστικό όταν δεν χρειάζεται να αποδείξεις τίποτα.

 

…………………………………………………………………………………………………………………………………………………………

 

Αραγε η λογική σκοτώνει τον έρωτα;

 

Αραγε τι έχει απομείνει σήμερα από το ερωτικό πάθος, αυτό το «προαιώνιο» και «μυστηριώδες» συναίσθημα που το έχουν εξυμνήσει με το έργο τους τόσοι καλλιτέχνες και ποιητές; Μήπως εν τέλει έχουν δίκιο όσοι ισχυρίζονται ότι η έλλογη σκέψη, και συνεπώς η επιστήμη, σκοτώνει τον έρωτα;

 

Μάλλον όχι! Το σφάλμα που διαπράττουν συστηματικά τόσο οι αυτόκλητοι ιππότες του έρωτα όσο και οι πεφωτισμένοι «αναγωγιστές» επιστήμονες είναι ότι συγχέουν τα ερωτικά βιώματα και πάθη με τους μηχανισμούς που τα παράγουν. Λες και το να γνωρίζει κανείς τους μηχανισμούς της πέψης σημαίνει ότι έχει χάσει τη δυνατότητα να απολαμβάνει τα θεσπέσια εδέσματα, ή, αντιστρόφως, ότι η ικανότητα να απολαμβάνει αυτά τα εδέσματα εξαρτάται από το αν γνωρίζει επακριβώς τη λειτουργία των πεπτικών ενζύμων.

 

Οσο τέλεια κι αν γνωρίσουμε τους εγκεφαλικούς μηχανισμούς του έρωτα, τελικά αυτός, εκ φύσεως αιθέριος, πάντα θα μας διαφεύγει. Και αυτό όχι για κάποιους υπερφυσικούς λόγους, αλλά, αντίθετα, εξαιτίας της βαθύτερης φύσης και λειτουργίας του εγκεφάλου μας.

 

Με άλλα λόγια είμαστε καταδικασμένοι, δηλαδή γενετικά και κοινωνικά προγραμματισμένοι, να δημιουργούμε ερωτικές σχέσεις και να βιώνουμε τα εφήμερα ερωτικά πάθη και παθήματα που αυτές συνεπάγονται. Ακόμη και στο απώτερο βιοτεχνολογικό μέλλον μας η αλχημεία του έρωτα θα εξακολουθήσει να υπερβαίνει τη χημεία του εγκεφάλου που τον παράγει.

 

…………………………………………………………………………………………………………………………………………………………..

 

Mισέλ Ονφρέ

Η αναζήτηση των ηδονών

δημιουργία ενός ηλιακού έρωτα

μτφρ. Θ. Καβαρατζή, Δ. Γεράση

εκδ. «ΕΞΑΝΤΑΣ», σελ. 192

 

Πώς έχουν επηρεάσει τη σχέση μας με το σώμα μας και τις βιολογικές ανάγκες του, και ειδικότερα τη σχέση και τη σκέψη μας για το σεξ, οι είκοσι αιώνες παράλογης και νευρωτικής σεξοφοβικής προπαγάνδας της χριστιανικής θρησκείας; Γύρω από αυτό το -κάθε άλλο παρά κοινότοπο- ερώτημα περιστρέφεται το τελευταίο βιβλίο του διάσημου Γάλλου φιλoσόφου Μισέλ Ονφρέ.

 

Στις σελίδες αυτού του αξιόλογου βιβλίου, άριστα μεταφρασμένου στα ελληνικά, ο αναγνώστης θα βρει όχι μόνο μια εξαντλητική κριτική όλων των εκφράσεων του μηδενισμού της σάρκας αλλά και τη συστηματική αποκάλυψη των σεξοφοβικών προϋποθέσεων της «επαναστατικής» σκέψης πολλών διάσημων δυτικών στοχαστών (από τον ακόλαστο Μαρκήσιο ντε Σαντ μέχρι τον Φρόιντ). Ομως οι πιο απολαυστικές και ενδιαφέρουσες σελίδες είναι αυτές που αποκαλύπτουν και τεκμηριώνουν τη σεξοφοβική υστερία και τη μισανθρωπία των «αγίων» Πατέρων της Εκκλησίας.

 

Χαρακτηριστικές είναι οι αποκαλύψεις για τη νευρωτική μισογυνία του Απόστολου Παύλου που, λόγω της σεξουαλικής ανικανότητάς του, μετέτρεψε τη χριστιανική αγάπη σε νεκροφιλικό δόγμα και σεξοφοβική νεύρωση.

 

Ο Ονφρέ όμως δεν αρκείται στο να καταγγέλλει την καταστροφή των σωμάτων από τις σεξοφοβικές, μισογυνικές και φαλλοκρατικές χριστιανικές προκαταλήψεις, αλλά προτείνει ως αντίδοτο έναν νέο σωματοκεντρικό και αισθησιακό Διαφωτισμό: έναν νέο «ηλιακό ερωτισμό», που τον εμπνέεται από το Κάμα Σούτρα.

 

……………………………………………………………………………………….

 

Matt Ridley

Η κόκκινη βασίλισσα

μτφρ. και επιμ.

Παναγιώτης Δεληβοριάς

εκδ. «Κάτοπτρο», σελ. 612

 

Είναι το σεξ ο καθοριστικός παράγοντας όχι μόνο για την ανθρώπινη επιβίωση, αλλά και για τη διαμόρφωση της ανθρώπινης ταυτότητας; Κι αν η απάντηση είναι θετική, τότε πώς συμβιβάζεται η κοινή στο είδος μας βιολογική-σεξουαλική μας ταυτότητα με την ιδιαιτερότητα και τη μοναδικότητα του κάθε ατόμου; Αυτά, μεταξύ πολλών άλλων, είναι τα δύο θεμελιώδη βιολογικά-πολιτισμικά ερωτήματα πάνω στα οποία οικοδομείται η προβληματική αυτού του πολυσυζητημένου επιστημονικού έργου.

 

Το βιβλίο υπογράφει ένας από τους πιο επιφανείς διεθνώς επιστήμονες-δημοσιογράφους, ο Βρετανός Ματ Ρίντλεϊ. Συγγραφέας άλλων έξι καλογραμμένων και πολύ επιτυχημένων επιστημονικών βιβλίων (έχουν μεταφραστεί σε 26 γλώσσες).

 

Στόχος αυτού του βιβλίου είναι να διερευνήσει πώς οι σύγχρονες βιολογικές επιστήμες –εξελικτική βιολογία, μοριακή γενετική, ηθολογία, και νευροβιολογία– καταφέρνουν σήμερα, για πρώτη φορά στην ανθρώπινη ιστορία, να διαφωτίσουν το αίνιγμα της ανθρώπινης φύσης. Κεντρική θέση του συγγραφέα είναι πάντως ότι δεν μπορούμε να κατανοήσουμε την ανθρώπινη φύση αν πρώτα δεν καταλάβουμε πώς εξελίχτηκε και, όπως υποστηρίζει με πλήθος επιχειρημάτων, είναι αδύνατο να κατανοήσουμε πώς εξελίχτηκε χωρίς να κατανοήσουμε τον αποφασιστικό ρόλο της ανθρώπινης σεξουαλικότητας.

 

Ανάμεσα στις μεγάλες αρετές του βιβλίου θα πρέπει να συνυπολογιστούν η κομψότητα, η σαφήνεια και η ειλικρίνεια ενός επιστημονικού λόγου που κινείται πέρα από τις ωραιοποιητικές συμβάσεις της πολιτικής ορθότητας.

 

 

 

Η επιστήμη δεν κάνει ποτέ διακοπές! Ο συντάκτης όμως της στήλης χρειάζεται λίγο χρόνο για ανάπαυση και περισυλλογή. Ραντεβού λοιπόν τον Σεπτέμβρη, με ανανεωμένη ύλη και διάθεση.

 

Scroll to top