19/08/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

«Ετρεξε» σαν το αθάνατο νερό

Ηταν μια αλλιώτικη «Γκόλφω», που πήρε άξια τη θέση της στο πρόγραμμα των φετινών Επιδαυρίων. Μαύρα κοστούμια, μαύρο σκηνικό, κλαρίνα, υψηλή ποίηση και εξαιρετικές ερμηνείες.
      Pin It

Ηταν μια αλλιώτικη «Γκόλφω», που πήρε άξια τη θέση της στο πρόγραμμα των φετινών Επιδαυρίων. Μαύρα κοστούμια, μαύρο σκηνικό, κλαρίνα, υψηλή ποίηση και εξαιρετικές ερμηνείες

 

Της Εφης Μαρίνου

 

getFile31«Τρέξε Τάσο!». Και ο Γιάννης Βογιατζής τρέχει. Τρέχει προς τα πεύκα, πίσω από την ορχήστρα του αρχαίου θεάτρου. Είναι ο τρίτος Τάσος, ο σημερινός, ο αγαπημένος της Γκόλφως όσα χρόνια κι αν έχουν περάσει…

 

Την είδαμε τον χειμώνα στη Σκηνή Ρεξ του Εθνικού Θεάτρου. Το βουκολικό κωμειδύλλιο «Γκόλφω», γραμμένο σε δεκαπεντασύλλαβο το 1893 από τον Σπυρίδωνα Περεσιάδη, έγινε επιτυχία. Την περασμένη Παρασκευή, η «Γκόλφω» κατάκτησε και την Επίδαυρο.

 

Περισσότεροι από πέντε χιλιάδες θεατές παρακολούθησαν την παράσταση του Νίκου Καραθάνου -ανάμεσά τους αρκετοί που την έβλεπαν για δεύτερη φορά- που παρουσιάστηκε σε συμπαραγωγή με το Ελληνικό Φεστιβάλ, και την απόλαυσαν. Κι αυτό δεν φάνηκε μόνο στο χειροκρότημα του φινάλε, αλλά και στη διάρκεια της παράστασης.

 

Μια μικρή μπάντα έπαιζε έξω από το «Ξενία» καλωσορίζοντας σε μια παράσταση ξεχωριστή. Γιατί, τυπικά, η «Γκόλφω» στην Επίδαυρο -έτσι όπως την έχουμε συνηθίσει-, συνιστά ένα… αλλόκοτο θεατρικό γεγονός. Κι όμως, αυτή η «Γκόλφω» απέδειξε ότι ανήκει δικαιωματικά στο ρεπερτόριο των Επιδαυρίων.

 

getFile33bΦουστανέλες αλλά μαύρες, ποίηση αλλά και μικρόφωνα, κλαρίνα, τσάμικα, χορωδίες και μια κακιά Σταυρούλα σωστή αρκούδα. Πανύψηλα, κατάμαυρα πουφ μετακινούνται συνεχώς σχηματίζοντας βουνά, λόγγους και ραχούλες. Πάνω τους σκαρφαλώνουν οι ηθοποιοί, στέκονται, γλιστρούν, λυγάνε, πέφτουν, ερωτοτροπούν, ενώ πουλιά τιτιβίζουν σε εκείνα τα πρώτα χάδια. Ορκοι πίστης, το μεγαλείο του έρωτα, η προδοσία και ο θάνατος. Καταπληκτική η Εύη Σαουλίδου, μικρή αθώα Γκόλφω. Εξοχοι οι μονόλογοι της Λυδίας Φωτοπούλου, συγκινητική η τελευταία σύγχρονη Γκόλφω, Αλίκη Αλεξανδράκη.

 

Κατεβαίνοντας από το θέατρο μετά το τέλος της παράστασης, άκουγες τα φωναχτά σχόλια των θεατών: «Δεν φανταζόμουν ότι το έργο μπορεί να παιχτεί έτσι». «Δεν θυμόμουν καν την ιστορία. Το θεωρούσα κάτι τόσο μελό, που το έσβησα από τη μνήμη μου. Και τώρα ξαφνιάστηκα». «Μα ήταν έργο τέτοιας εξαιρετικής ποίησης η Γκόλφω;»…

 

Αλλά γιατί άρεσε τόσο η «Γκόλφω» του Νίκου Καραθάνου; Ισως γιατί ο σκηνοθέτης βρήκε τον τρόπο να αναστήσει θεατρικά αυτό το παρεξηγημένο έργο και να το παρουσιάσει «δηλώνοντας» ότι το αγαπά. Το έβγαλε προσεκτικά από το ντουλάπι της Ιστορίας -εκεί που το κρατούσαν τα μπουλούκια, πάντα ετοιμοπόλεμο για παράσταση σε καφενεία και σχολεία της υπαίθρου- το ξεσκόνισε από ψεύτικους μελοδραματισμούς, που είχε γνωρίσει μέσα στο διάβα του σε πατάρια, σκηνές και σελιλόιντ, το έντυσε στη μελαγχολία που του ταιριάζει, συνδέοντάς το συγχρόνως με τη σημερινή εθνική μας σύγχυση και θλίψη, του έδωσε αληθινή ψυχή και λόγο που τρέχει σαν το αθάνατο νερό της Στύγας, εκεί που η βοσκοπούλα Γκόλφω και ο βοσκός Τάσος αντάλλαξαν όρκους αιώνιας πίστης. Αυτή η αλλιώτικη Γκόλφω αποδείχτηκε ότι μπορούσε να μας συγκινήσει βαθιά, γιατί δημιούργησε το πιο κατάλληλο προγεφύρωμα ανάμεσα στη ρίζα μας και την… εξέλιξή μας.

 

Η «Γκόλφω» του Εθνικού Θεάτρου μάς τάραξε, όχι ως προδομένη ηρωίδα ενός βουκολικού λαβ στόρι, αλλά επειδή έφερε μπροστά ένα δικό μας κομμάτι, που χρόνια τώρα προσπαθούμε να εξαφανίσουμε, πεισμένοι ότι ανήκουμε αλλού, ότι άλλα είναι τα ζητούμενά μας, οι αγάπες μας, οι επιθυμίες μας. Μαζί με την «παλιομοδίτικη» Γκόλφω του περασμένου αιώνα λησμονήσαμε και υλικά πολύτιμα στην κατασκευή της ζωής μας.

 

Ο Νίκος Καραθάνος μάς διηγήθηκε μια απλή ιστορία με δύναμη, τρυφερότητα και χιούμορ. Παίρνοντας ένα διαμαντάκι της λαϊκής μας κουλτούρας, κατάφερε να μας ταξιδέψει όχι απλώς πίσω στα χρόνια, αλλά βαθιά μέσα στη ψυχή μας, ενώ συγχρόνως ταρακουνούσε και το μυαλό μας.

 

[email protected]

 

Scroll to top