Mε τις μνημειώδεις εικόνες του αποτύπωσε τις πρωτοφανείς αλλαγές στην αμερικανική κοινωνία, σε αστικές και αγροτικές περιοχές, την εποχή της Μεγάλης Υφεσης και του New Deal
Της Παρής Σπίνου
Πριν ξεσπάσει ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος, ο Γουόκερ Εβανς τριγύριζε στο μετρό της Νέας Υόρκης με μια μικρή Leica κρυμμένη στο παλτό του, φωτογραφίζοντας σαν τον κλέφτη τους επιβάτες μέσα και έξω από τους συρμούς, δημιουργώντας μοναδικές, ολοζώντανες εικόνες δρόμου. Ανέβηκε όμως στο βάθρο των κορυφαίων φωτογράφων του 20ού αιώνα απεικονίζοντας τις τρομερές αλλαγές στην αμερικανική κοινωνία, στις μεγάλες πόλεις αλλά και στις αγροτικές περιοχές, την εποχή της Μεγάλης Υφεσης και του New Deal. Τις λάμψεις και τις σκιές του αμερικανικού ονείρου στον Μεσοπόλεμο.
Πριν ακόμα η φωτογραφία «νομιμοποιηθεί» ως τέχνη, ο Εβανς ήταν ο πρώτος φωτογράφος που το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης προσκάλεσε να παρουσιάσει τη δουλειά του σε ατομική έκθεση, το 1938. Τώρα, το ίδιο μουσείο τού αφιερώνει την έκθεση «Walker Evans American Modern», με 60 εκτυπώσεις από τις συλλογές του, συμπεριλαμβανομένων εκείνων των ιστορικών φωτογραφιών.
Το αφιέρωμα (μέχρι 26 Ιανουαρίου 2014) χωρίζεται σε δύο ενότητες: η πρώτη περιλαμβάνει όψεις και πρόσωπα της αμερικανικής κοινωνίας και η δεύτερη αποτυπώματα της πολιτιστικής της ταυτότητας, μέσα από την αστική αρχιτεκτονική, τις λεωφόρους, αλλά και τις αγροτικές εκκλησίες και τα ξύλινα σπίτια. Από τη μια πορτρέτα φτωχών ανθρώπων, εκφραστικά, μελαγχολικά, απολύτως ειλικρινή, εκφράζουν την κατάθλιψη και τις στερήσεις μιας ζωής εγκλωβισμένης στην οικονομική κρίση. Από την άλλη η προσπάθεια ανάπτυξης που συνδέθηκε με το σίδερο και το μπετόν των ουρανοξυστών, την ταχύτητα των πολυτελών αυτοκινήτων, τα φώτα και τις μουσικές των νυχτερινών κλαμπ.
Ο Γουόκερ Εβανς δεν κραυγάζει, δεν προκαλεί με τις εμβληματικές φωτογραφίες του που έχουν κάνει τον γύρο του κόσμου. Σε μια από αυτές μια γυναίκα στέκεται μπροστά στην πόρτα ενός κουρείου και οι ρίγες από το φόρεμά της διακριτικά δένουν με τη γεωμετρία του κτιρίου. Σε ένα άλλο κουρείο όμως, οι πελάτες απουσιάζουν, αφήνοντας τον θεατή να αναρωτηθεί εάν θα μπορούσε να περάσει την πόρτα του και να εξετάσει αυτή τη νεκρή φύση με τις καρέκλες και τον παλιό εξοπλισμό.
Ενα νεαρό ζευγάρι μέσα σε ξεσκέπαστο αυτοκίνητο δεν βλέπει την ώρα να συναντήσει το μέλλον του. Ενας Αφροαμερικανός επιδεικνύει το νέο, κατάλευκο κοστούμι του, χαμογελώντας στην ελευθερία. Μια νεαρή αγρότισσα κοιτάζει, με άδειο όμως από όνειρα, βλέμμα τον φακό: είναι το πορτρέτο της Allie Mae Burroughs, που έγινε σύμβολο της Μεγάλης Υφεσης.
Τα έργα του, συνώνυμα της προπολεμικής αβάν γκαρντ στην Αμερική, έχουν τη δύναμη να κάνουν μνημειώδεις τις στιγμές στον χρόνο. Δημιούργησε ένα συλλογικό πορτρέτο των ανατολικών Ηνωμένων Πολιτειών εν μέσω πρωτοφανών κοινωνικών μετασχηματισμών και της εξάπλωσης της μαζικής κουλτούρας. Ο Λίνκολν Κέρστεϊν έγραφε για την έκθεση του 1938 πως η δουλειά του Εβανς έχει λογική, συνέχεια, κορύφωση, τελειότητα: «Αν κοιτάξετε αυτές τις εικόνες, με τις καθαρές, σαφείς, όμορφες λεπτομέρειες, με την παράνοια και το θλιβερό μεγαλείο τους, βλέπετε το όραμα μιας ηπείρου όπως είναι και όχι όπως θα μπορούσε να είναι ή όπως ήταν μετά τον πόλεμο».
Γεννημένος το 1903 στο Σεντ Λιούις του Μιζούρι, γόνος εύπορης οικογένειας, ο Εβανς πέρασε τα νιάτα του στο Σικάγο και τη Νέα Υόρκη, σπούδασε στην Akademia Philips της Mασαχουσέτης, αλλά και γαλλική φιλολογία. Με ποικίλα ενδιαφέροντα, βιβλιοφάγος και πολυταξιδεμένος, έκανε πολλές σειρές φωτογραφιών και συνεργάστηκε με μεγάλα περιοδικά. Ιδιαίτερα γνωστό είναι το portfolio για τη ζωή των Αμερικανών αγροτών, με ανάθεση της κρατικής υπηρεσίας Farm Security Administration.