25/08/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: Μισέλ Φάις

Ο Κάφκα στην Κόστα Μπράβα

«Οποιος χάσει, χάνει τη ζωή του;» (σ. 326).
      Pin It

ΡΟΜΠΕΡΤΟ ΜΠΟΛΑΝΙΟ
«Τρίτο Ράιχ»
Μυθιστόρημα

Μετάφραση Κρίτων Ηλιόπουλος

Εκδόσεις Αγρα, 2013, σελ. 397

 

 

 

 

Του Ακη Παπαντώνη

 

«Οποιος χάσει, χάνει τη ζωή του;» (σ. 326)

 

Ο Ρομπέρτο Μπολάνιο πέθανε το 2003. Ηδη από το 1977 είχε εγκαταλείψει τη γενέθλια χώρα, τη Χιλή (και τη γενέθλια ήπειρο, έχοντας ζήσει επίσης σε Μεξικό και Ελ Σαλβαδόρ), για την Ευρώπη και την ακτογραμμή της Βαρκελώνης —σημειωτέον, το τουριστικό θέρετρο που αποτελεί τη σκηνή του μυθιστορήματός του «Τρίτο Ράιχ» τοποθετείται σε αυτήν ακριβώς τη γεωγραφική περιοχή.

 

Παρά το γεγονός πως το έργο του είχε ήδη αναγνωριστεί όσο ήταν εν ζωή —«Οι Αγριοι Ντετέκτιβ» (Εκδ. Καστανιώτη) είχαν τιμηθεί με τα βραβεία Herralde (1998) και Rómulo Gallegos (1999), ενώ για τα «Τηλεφωνήματα» (Εκδ. Αγρα) του απονεμήθηκε η ανώτατη χιλιανή λογοτεχνική διάκριση, Premio Municipal de Santiago de Chile— η φρενίτιδα γύρω από τον Μπολάνιο εκκινεί το 2003, ελέω Σούζαν Ζόνταγκ, και κορυφώνεται το 2008, όταν λαμβάνει, μετά θάνατον, το National Book Critics Award για το (ογκωδέστατο) μυθιστόρημά του «2666». Ο μικρός εκδοτικός οίκος New Directions, που τον εκπροσωπεί στη Β. Αμερική, έχει μόλις τότε πουλήσει (2007-2008) τα δικαιώματα των δύο σημαντικότερων βιβλίων του, «Οι Αγριοι Ντετέκτιβ» και «2666», στον διάσημο οίκο Farrar, Straus & Giroux —έκτοτε κάθε κείμενό του αξίζει χρυσάφι.

 

Το ανά χείρας βιβλίο, «Τρίτο Ράιχ», είναι ένα εκ των τριών βιβλίων τού Μπολάνιο που ανακαλύφθηκαν και εκδόθηκαν post mortem. Συνεπώς, ο συγγραφέας δεν είχε την ευκαιρία της τελικής επιμέλειας του γραπτού (πράγμα κατά τόπους εμφανές), ούτε της απόφασης για την εκδοτική του τύχη. Στο κείμενο, πάντως, αναγνωρίζονται οι αρετές της γραφής του: πληθωρική αφήγηση, δαιδαλώδης πλοκή, σκοτεινοί χαρακτήρες —βρόμικος ρεαλισμός με (σωστές) δόσεις «νουάρ» ή ποιητικών στοιχείων.

 

Η ιστορία έχει επίκεντρο έναν φανατικό (και πρωταθλητή Γερμανίας) παίκτη επιτραπέζιων παιχνιδιών στρατηγικής, τον Ούντο Μπέργκερ, ο οποίος προσπαθεί, ανεπιτυχώς, να συνδυάσει τις διακοπές με την κοπέλα του, με την ολοκλήρωση μιας παρτίδας του παιχνιδιού στρατηγικής «Τρίτο Ράιχ» για ένα άρθρο που ετοιμάζει, καθώς και με την επιστροφή στο θέρετρο που επέλεγαν οι γονείς του για τις οικογενειακές διακοπές. Ετσι, από την πρώτη σελίδα, ο συγγραφέας θέτει τρία ζητούμενα: τον έρωτα (της όμορφης Ινγκεμποργκ), τον εθισμό (κάθε παρτίδα «Τρίτου Ράιχ») και την επιστροφή στην ανεμελιά της παιδικής ηλικίας (διακοπές στο ξενοδοχείο «Ντελ Μαρ»). Σχεδόν ταυτόχρονα όμως κάθε ένα ζητούμενο υποσκάπτεται από την εξέλιξη της αφήγησης. Ο έρωτας υπονομεύεται, αρχικά από τη γνωριμία με ένα ζευγάρι Γερμανών παραθεριστών και τριών ντόπιων χαρακτήρων, στη συνέχεια από το ίδιο το παιχνίδι που κρατά τον Ούντο απομονωμένο. Ο εθισμός αυτοϋπονομεύεται από την ανησυχία τού Ούντο πως χάνει τον έρωτα και την ευκαιρία επιστροφής στην αναμελιά και καταρρέει εξ ολοκλήρου καθώς φουντώνει η παρτίδα με αντίπαλο τον σκοτεινότερο εκ των ντόπιων. Την επιστροφή στην ανεμελιά, τέλος, υπονομεύει η περσόνα της ξενοδόχου, φράου Ελζε, η οποία μετατρέπεται σε αντικείμενο του πόθου.

 

Παρά το ότι, σε λίγα σημεία, η αφήγηση πλατειάζει ή γίνεται πιο ποιητική από όσο «αντέχει» το κείμενο, ο Μπολάνιο αποδεικνύεται (ξανά) μάστορας της σημειολογίας. Κάθε λεπτομέρεια μοιάζει προμελετημένη, ενώ δεν πρέπει να παραβλέψουμε πως —εκτός κι αν ήταν ο ίδιος φανατικός των παιχνιδιών στρατηγικής— η έρευνα που προηγήθηκε της συγγραφής ήταν εμβριθέστατη (βλ. αναφορές σε παιχνίδια, ορολογία, περιοδικά και περσόνες/στρατηγικές του χώρου). Το παιχνίδι, που χαρίζει και τον τίτλο στο βιβλίο, αποτελεί ευθεία αναφορά στον Β´ Παγκόσμιο Πόλεμο —και ο πρωταγωνιστής είναι Γερμανός, γνώστης της βιογραφίας των μεγάλων στρατηγών του Χίτλερ.

 

Ο απροσδόκητα καλός αντίπαλός του ανήκει στους «συμμάχους», παίζει το παιχνίδι κινώντας τις αντίστοιχες δυνάμεις, ενώ τα σημάδια στο πρόσωπο και το σώμα του (υπονοείται πως) είναι προϊόν ρατσιστικής βίας. Ο πόθος του πρωταγωνιστή για τη φράου Ελζε είναι μεταξύ Γερμανών (άρα —ίσως— άριος;), ενώ οι ερωτοτροπίες των ντόπιων και του Τσάρλι, με το (σκοπίμως επιλεγμένο) αγγλικό προσωνύμιο, έχουν χρώμα διαφυλετικό.

 

Ομοίως, υπό την καθοδήγηση του Ούντο, τα γερμανικά στρατεύματα κερδίζουν πολλάκις τις μάχες στο ταμπλό του «Τρίτου Ράιχ», όμως —όταν η αναμέτρηση γίνεται κρίσιμη (για την αφήγηση και τη σημειολογία της)— οι ναζιστικές δυνάμεις του επιτραπέζιου παιχνιδιού υποκύπτουν στην ιστορική αλήθεια και χάνουν πανηγυρικά τον πόλεμο.

 

Ο Μπολάνιο είχε επανειλημμένα δηλώσει πως «η λογοτεχνία έχει, εγγενώς, πολιτικές προεκτάσεις». Το «Τρίτο Ράιχ» επιβεβαιώνει τα λόγια του. Δίχως να αφήσει στην άκρη τα θέματα που απασχολούν το κυρίως σώμα του έργου του —τη βία, τον έρωτα και τον θάνατο, το βλέμμα των νέων και την ποίηση της ζωής— προσθέτει εδώ και την αναμέτρηση με την Ιστορία. Χρησιμοποιεί το ιστορικό αντανακλαστικό ως τη δύναμη που καθορίζει τις σχέσεις των επιγόνων νικητών και ηττημένων, κι έτσι το καφκικό σύμπαν στο οποίο ο Μπολάνιο (κι ο ίδιος θύμα του απολυταρχικού καθεστώτος Πινοσέτ) κλείνει τους ήρωές του μάς δείχνει, μεταξύ άλλων, πώς εντυπώνεται κοινωνικά η κληρονομιά μιας σημαντικής ήττας.

 

Scroll to top