Της Σταυρούλας Ματζώρου
Την τιμητική της είχε πάλι αυτές τις μέρες η Πομπηία (όχι η πόλη αλλά η γυναίκα του Γάιου Ιούλιου). Αυτήν αφορά η ρήση «η γυναίκα του Καίσαρος δεν αρκεί να είναι τίμια αλλά πρέπει να φαίνεται κιόλας τίμια» που αποτέλεσε την εισαγωγή ή την κατακλείδα στα περισσότερα σχόλια, γραπτά ή προφορικά, για την υπόθεση της αεροπορικής διευκόλυνσης που έτυχε ο κύριος Σταυρίδης από τον φιλότιμο και ευγενή κύριο Μελισσανίδη.
Η Πομπηία ήταν η δεύτερη σύζυγος του Καίσαρα, αφού η πρώτη, η Κορνηλία, είχε αφήσει τον μάταιο εκείνο κόσμο – που μάταιος εξακολουθεί να είναι και στις μέρες μας. Θα ήταν δε διακτινισμένη σύμπτωση αν δεύτερος πρόεδρος του ΤΑΙΠΕΔ ήταν ο κ. Σταυρίδης, όμως είναι ο τρίτος κι έτσι ευτυχώς ο προκάτοχός του, Τ. Αθανασόπουλος, γλίτωσε από συμπίπτον συμβάν, να ταυτιστεί δηλαδή η τύχη του μ’ εκείνην της Κορνηλίας. Και αν οι ακριβολόγοι σπεύσουν να πουν πως δεν μπορεί δύο γεγονότα να συμπίπτουν όταν τα χωρίζουν τόσα μα τόσα χρόνια, η απάντηση βρίσκεται στην έννοια του χρόνου, στην ηλικία της Γης και στους αναστεναγμούς μας όταν διαπιστώνουμε ότι το πέρασμά μας από τη ζωή μια ανάσα είναι…
Τα περί τιμιότητας τα έθιξε ο Καίσαρας, αλλά με δικά του λόγια κι όχι μ’ αυτά που νομίζουμε. Οταν δηλαδή παρουσιάστηκε στο δικαστήριο, όπου είχαν οδηγήσει κακήν κακώς τον Πόπλιο Κλώδιο Πούλχερ, επειδή συνελήφθη να περιφέρεται μεταμφιεσμένος σε γυναίκα στα διαμερίσματα της Πομπηίας (τον άτυχο, τον τσάκωσε η πεθερά του έρωτά του, η Αυρηλία), ο «Αve Caesar» όχι μόνο δεν κατηγόρησε τον υπαίτιο του σκανδάλου, που τα έριχνε στην Πομπηία, αλλά δήλωσε ότι χωρίζει τη γυναίκα του. Και στον δικαστή που τον ρώτησε γιατί τη διώχνει, αφού δεν έχει τίποτα να καταλογίσει στον Πόπλιο, άρα ουδέν συνέβη, με αυτοκρατορική στεντόρεια φωνή απάντησε: «Την εμήν ηξίουν μηδ’ υπονοηθήναι» (Γιατί έχω την αξίωση ούτε υπόνοια να υπάρχει εναντίον της). Ετσι τα περιγράφει ο Πλούταρχος, ενώ ο ίδιος ιστορικός και βιογράφος στον Κικέρωνα διατείνεται πως ο Καίσαρας είπε, πάντα με την αυτοκρατορική του στεντόρεια φωνή (αυτό δεν το αλλάζω), «Τον Καίσαρος έδει γάμον ου πράξεως αισχράς μόνον, αλλά και φήμης καθαρόν είναι». Δηλαδή, ο γάμος του Καίσαρα έπρεπε να είναι απαλλαγμένος όχι μόνο από αισχρές πράξεις αλλά και από φήμες. Αυτά για να αποδώσουμε τα του Καίσαρος τω Καίσαρι. Διότι η φράση «η γυναίκα του Καίσαρος κτλ» από κάποιον άγνωστο λέχθηκε και παραμένει άγνωστο το πότε.
Μία μεγάλη παρένθεση ας γίνει εδώ για να εξηγήσουμε πως η φωνή του Καίσαρα δεν ήταν δυνατή επειδή τον έπνιγε το δίκιο. Προς τα τέλη της δεκαετίας του 1970 οι φοιτητές που εξετάζονταν εκείνη τη χρονιά από τον Ν. Πανταζόπουλο στο Ρωμαϊκό Δίκαιο κόπηκαν όλοι. Κανείς δεν απάντησε σωστά στην ερώτηση του πανεπιστημιακού: «Τι χρώμα είχαν οι κουρτίνες στα ρωμαϊκά δικαστήρια;» Το πορφυρούν είχε τις περισσότερες προτιμήσεις, αλλά λέχθηκε και το κόκκινο και το λευκό και το κίτρινο. Ευθυτενής στάθηκε απέναντι από τους απελπισμένους φοιτητές του ο Ν. Πανταζόπουλος: «Κύριοι, δεν είχαν κανένα χρώμα οι κουρτίνες διότι απλούστατα τα ρωμαϊκά δικαστήρια τελούσαν εν υπαίθρω».
Λέγεται πάντως ότι ο Καίσαρας ήθελε να ξεφορτωθεί την Πομπηία και να κάνει ελεύθερος άλλες συνευρέσεις, οπότε άρπαξε την ευκαιρία που του έδωσε ο Πόπλιος Κλώδιος, ο οποίος όπως είπαμε γούσταρε την Καισαρίνα που τον γουστάριζε κι αυτή (κι ας μην αναφέρει τα ονόματά τους ο Λουκιανός Κηλαηδόνης – «Πού βαδίζουμε, κύριοι;»). Πράγματι, τα ήθελε κι η Πομπηία τα παιχνίδια έτσι μόνη κι ανεξέλεγκτη που ένιωθε, αφού ο άντρας της έτρεχε δώθε κείθε από τις πολλές υποχρεώσεις.
Το να γράφουν και να λένε λοιπόν αλλά και να παρομοιάζουν τον κύριο Σταυρίδη με τη γυναίκα του Καίσαρα δεν είναι σωστό, γιατί εκείνη τα ήθελε τα παιχνίδια, εκτός αν κάτι γνωρίζουν και για τον αποπεμφθέντα/παραιτηθέντα – ας πούμε, ο κύριος Μιχελάκης, που χρησιμοποίησε κατά κόρον τη ρήση. Μήπως πάλι η κυβέρνηση βρήκε ευκαιρία, όπως ο Καίσαρας, και έδιωξε τον κ. Σταυρίδη; Οσο για τον κ. Μελισσανίδη, ούτε κουβέντα, όπως ακριβώς έκανε και ο «Αve Caesar» για τον θρασύ, λαοφιλή, πλούσιο και… ευπατρίδη Πόπλιο Κλώδιο Πούλχερ.
Θα είχαν αποφευχθεί όλοι αυτοί οι παραλληλισμοί, ακόμη κι αυτό το κείμενο, αν στους ισχυρισμούς του κυρίου Σταυρίδη, πως ουδέν μεμπτόν υπάρχει στην αεροπλανική του μετακίνηση, του απαντούσαν, με συγκαταβατικό πάντα τρόπο: «Αντε να αποδείξεις πως δεν είσαι ελέφαντας».