Του Ιωάννη Μ. Βαρβιτσιώτη*
Στη Συρία ένας εμφύλιος πόλεμος μαίνεται. Και είναι ιδιαίτερα σκληρός, όπως άλλωστε κάθε αδελφοκτόνα σύρραξη. Ως προχθές η διεθνής κοινότητα παρακολουθούσε τα συμβαίνοντα χωρίς να υπάρχει από κανέναν διάθεση για εισβολή. Οταν σημειώθηκε το κρούσμα του χημικού πολέμου, τότε ξύπνησε η συνείδηση των «μεγάλων». Είναι γεγονός ότι χημικά όπλα χρησιμοποιήθηκαν. Και αυτό είναι γεγονός καταδικαστέο. Ομως από ποιον; Από τον Ασαντ; Γιατί; Αφού ο Ασαντ τη στιγμή εκείνη βρισκόταν σε πλεονεκτική θέση έναντι των αντιπάλων του.
Μήπως είναι προβοκατόρικη ενέργεια των αντιπάλων του για να τον ενοχοποιήσουν; Τα ερεύνησε κανείς όλα αυτά τα ενδεχόμενα; Ασφαλώς όχι εξ όσων γνωρίζω.
Αυτό μου θυμίζει τις αιτιολογίες που επικαλέστηκε η αγγλοαμερικανική ηγεσία τότε για να επέμβουν στο Ιράκ. Οτι δήθεν ο Σαντάμ Χουσεΐν ετοίμαζε χημικά όπλα. Τίποτε απ’ όλα αυτά δεν βρέθηκε όταν το καθεστώς εκείνο κατέρρευσε.
Σήμερα όλη η ειδησεογραφία κινείται ότι είναι θέμα χρόνου η επέμβαση. Η αρνητική θέση της Ρωσίας και της Κίνας οδηγεί σε αδυναμία λήψεως θετικής απόφασης από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ. Πώς λοιπόν ο Ομπάμα θα κινηθεί; Θα επιχειρήσει να λάβει έγκριση από το Κογκρέσο, το οποίο δεν φαίνεται διατεθειμένο να τη δώσει. Αν παρά ταύτα ο Ομπάμα αρκεστεί στην κάλυψη του Αραβικού Συνδέσμου, είναι βέβαιο ότι την επομένη θα έχει προβλήματα με τη Γερουσία. Γι’ αυτό άλλωστε λέγεται ότι η επέμβαση θα είναι ολιγοήμερη με χειρουργικά πλήγματα χωρίς συμμετοχή χερσαίων δυνάμεων. Φοβάμαι ότι και στην περίπτωση Ασαντ ακολουθείται μια λανθασμένη πολιτική. Ιδωμεν.
* Πρώην υπουργός