Pin It

Του Αλέξανδρου Καζαμία*

 

Σε αντίθεση με όσα ισχυρίζονται τόσο οι υποστηρικτές όσο και οι επικριτές της, η αναμενόμενη επίθεση των ΗΠΑ κατά της Συρίας δεν στηρίζεται στο δόγμα του λεγόμενου «ανθρωπιστικού παρεμβατισμού» (R2P). Αυτό συνάγεται τόσο από τον σκοπό της, τον οποίο ο πρόεδρος Ομπάμα προσδιόρισε ως «το καθήκον επιβεβαίωσης ότι ο νόμος για τα χημικά όπλα παραμένει σε ισχύ», όσο και από τη μέθοδο διεξαγωγής της, την οποία επίσης όρισε ως «μια περιορισμένη, στενή δράση που θα επιβεβαιώνει ότι όχι μόνον η Συρία αλλά και άλλοι στον υπόλοιπο κόσμο καταλαβαίνουν πως η διεθνής κοινότητα νοιάζεται για τα χημικά». Με άλλα λόγια, η επικείμενη αμερικανική επέμβαση στη Συρία δεν αποβλέπει στο να αντιμετωπίσει -έστω και με βομβαρδισμούς- την ανθρωπιστική καταστροφή που βιώνει η χώρα από το 2011. Μοναδικός σκοπός της είναι να τιμωρήσει παραδειγματικά ένα καθεστώς που φέρεται να έχει παραβιάσει τη Συνθήκη του 1993 για τα Χημικά.

 

Το συμπέρασμα αυτό δεν συνάγεται μόνο από μια προσεκτική ανάγνωση των δηλώσεων του Αμερικανού προέδρου, αλλά επιβεβαιώνεται και από την ίδια την πολιτική του απέναντι στον τριετή εμφύλιο της Συρίας. Κατ’ αρχάς, το δόγμα του «νέου στρατιωτικού ανθρωπισμού», όπως το αποκαλεί ο Νόαμ Τσόμσκι, παρά τις έντονες επικρίσεις που έχει δεχτεί, νοείται μόνο ως μια προληπτική πολιτική που υιοθετείται για να αποτρέψει μια επικείμενη ανθρωπιστική καταστροφή. Στη βάση αυτή, λίγες εβδομάδες μετά την εκδήλωση της εθνοκάθαρσης στο Κοσσυφοπέδιο το 1999, το ΝΑΤΟ (καλώς ή κακώς) αποφάσισε να παρέμβει στρατιωτικά, ενώ με ανάλογη ταχύτητα αποφασίστηκε επίσης το 2011 και η εναέρια επέμβαση της Συμμαχίας στη Λιβύη. Στην περίπτωση της Συρίας όμως, παρά την ύπαρξη τεράστιας ανθρωπιστικής τραγωδίας από το 2011, η αμερικανική κυβέρνηση έχει κρίνει πως η χρήση μονομερούς στρατιωτικής επέμβασης δεν επιβάλλεται.

 

Παράλληλα, η στάση που έχουν υιοθετήσει οι ΗΠΑ τα προηγούμενα τρία χρόνια επιβεβαιώνει ακόμη ότι, αν τα 1.429 θύματα της 21ης Αυγούστου στη Δαμασκό είχαν εκτελεστεί με συμβατικά όπλα, η Ουάσινγκτον δεν θα θεωρούσε ότι υφίσταται λόγος στρατιωτικής επέμβασης. Αυτό διαπιστώνεται, πρώτον, από το γεγονός ότι, σε αντίθεση με παλαιότερες δηλώσεις του προέδρου Ομπάμα κατά της χρήσης χημικών, ο ίδιος δεν προέβη σε αντίστοιχες προειδοποιήσεις κατά της δολοφονίας αμάχων με συμβατικά όπλα. Δεύτερον, το συμπέρασμα αυτό ενισχύεται επίσης από την επιλογή της αμερικανικής κυβέρνησης να στηρίξει την περασμένη εβδομάδα την επικείμενη επίθεση κατά της Συρίας σε ακόμη έναν άθλιο «φάκελο» της CIA, που υποτίθεται ότι «αποδεικνύει», όπως δήλωσε την Πέμπτη ο Τζον Κέρι, πως ο Ασαντ «έκανε χρήση όπλων μαζικής καταστροφής». Τέλος, η αποκλειστική εστίαση στο θέμα της «νομιμότητας» των όπλων και το περιορισμένο ενδιαφέρον για την ίδια την ανθρωπιστική τραγωδία φαίνεται και από το γεγονός ότι, παρά τον θάνατο 100.000 Σύρων και τον ξεριζωμό 2,5 εκατομμυρίων προσφύγων, ώς τις 20 Αυγούστου η Ουάσινγκτον απέκλειε την επιλογή μονομερούς επέμβασης.

 

Οι διαπιστώσεις αυτές οδηγούν βεβαίως σε μια σειρά από αρνητικά συμπεράσματα. Πρώτον, η επίθεση που πρέπει να αναμένουμε δεν θα θυμίζει τους αμφιλεγόμενους βομβαρδισμούς του Κοσσυφοπεδίου και της Λιβύης, αλλά τους απεχθείς αμερικανικούς βομβαρδισμούς στο Αφγανιστάν και το Σουδάν τον Αύγουστο του 1998 και τον βομβαρδισμό του Ιράκ τον Δεκέμβριο του 1998, που πραγματοποιήθηκαν ως αντίποινα κατά της Αλ Κάιντα και του Σαντάμ. Δεύτερον, επειδή αποτελούν αντίποινα και όχι πρόληψη, οι επιθέσεις αυτές δεν πρόκειται με κανένα τρόπο να συμβάλουν στον περιορισμό της ανθρωπιστικής καταστροφής που υφίσταται η Συρία, αλλά το μόνο που θα πετύχουν είναι να την οξύνουν και, ίσως, να την επεκτείνουν. Τέλος, όπως ορθά διαπίστωσε η πλειοψηφία του βρετανικού Κοινοβουλίου την Παρασκευή, δεν είναι διόλου σαφές ποιο θα μπορούσε να είναι το αποτέλεσμα μιας αμερικανικής επίθεσης όπως αυτή που έχει περιγράψει ώς τώρα ο πρόεδρος Ομπάμα.

 

Αν κρίνουμε μάλιστα από τους επίσης «περιορισμένους» αμερικανικούς βομβαρδισμούς του 1998, η πιθανότερη έκβαση μάλλον θα είναι η ώθηση του Ασαντ σε περαιτέρω όξυνση της στάσης του απέναντι στους Σύρους αντάρτες και τις ΗΠΑ. Αυτό τουλάχιστον συνέβη τότε, τόσο με τους τρομοκράτες της Αλ Κάιντα όσο και με τον Σαντάμ· και το γνωστό αποτέλεσμα δεν ήταν άλλο από την εισβολή των ΗΠΑ στο Αφγανιστάν και το Ιράκ λίγο αργότερα, με όλες τις καταστροφικές συνέπειες που γνωρίζουμε.

 

……………………………………………………………………………………………………………….

 

* Επίκουρος καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο του Coventry

 

Scroll to top