«Ασφαλώς δεν μπορούμε να παραγράψουμε το μέρος της ευθύνης της Κύπρου για το πώς καταλήξαμε ώς εδώ στην κρίση, αλλά υπήρξαμε πειραματόζωα μιας δοκιμαστικής και εξαιρετικά άδικης πρακτικής από πλευράς Ε.Ε.» τονίζει στην «Εφ.Συν.» ο Ι. Κασουλίδης. Οσον αφορά τις διαπραγματεύσεις για το Κυπριακό, χαρακτηρίζει τεράστιας σημασίας το θέμα της μεθοδολογίας που θα ακολουθηθεί, ζητεί την εμπλοκή και της Ε.Ε., ενώ ξεκαθαρίζει ότι δεν θα γίνει δεκτή η «πακετοποίηση» του Κυπριακού, του ενεργειακού και του οικονομικού.
«Οι τουρκικές απειλές δεν επηρεάζουν τις έρευνες στην ΑΟΖ μας»
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ στον Τάσο Τσακίρογλου
• Πώς βλέπετε τις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή (Συρία, Αίγυπτος κ.λπ.) και πώς νομίζετε ότι θα επηρεάσουν Ελλάδα και Κύπρο;
Η ταυτότητα της εξωτερικής μας πολιτικής στην περιοχή της Νοτιοανατολικής Μεσογείου αποτελεί την προστιθέμενη αξία στην Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφάλειας της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Για αυτόν ακριβώς τον λόγο χρειάζονται ξεκάθαρες προσεγγίσεις. Η ξεκάθαρή μας προσέγγιση για τα συμβαίνοντα στην Αίγυπτο μας έδωσε το διαβατήριο και θέτει τις βάσεις για δημιουργία τριμερούς πλαισίου συνεργασίας Αιγύπτου – Ελλάδας – Κύπρου. Το ίδιο έγινε και στην περίπτωση του Ισραήλ, όπου οι κοινές θεματικές αντιλήψεις επέτρεψαν τη σύναψη τριμερούς συνεργασίας για θέματα ενέργειας και ύδατος. Καθίσταται αντιληπτό ότι η Κύπρος διαδραματίζει ρόλο και επιθυμεί να καταστεί παράγοντας στην περιοχή της Νοτιοανατολικής Μεσογείου, χωρίς να είναι μέρος των προβλημάτων, αλλά μέρος των προσπαθειών για επίλυσή τους. Μετά το τέλος της συριακής κρίσης και ένεκα της γεωστρατηγικής θέσης της Κύπρου αλλά και του ρόλου που επιθυμεί να διαδραματίσει στις εξελίξεις, θα χρειαστεί επανεξέταση του όλου πλέγματος ασφαλείας, το οποίο δεν αφορά πλέον τις απειλές εκ του Βορρά, αλλά τους κινδύνους ασύμμετρων επιθέσεων. Τα νέα αυτά δεδομένα θα πρέπει να συζητηθούν με τους εταίρους μας στην Ε.Ε. για εξεύρεση κοινών τρόπων αντιμετώπισής τους.
• Από ποια βάση θα ξεκινήσουν οι συνομιλίες για το Κυπριακό τον επόμενο μήνα; Τι συζητήθηκε στις επαφές με τον ειδικό σύμβουλο του γενικού γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, Αλεξάντερ Ντάουνερ;
Τεχνικά οι συνομιλίες έχουν ξεκινήσει πριν από μία εβδομάδα. Οι δύο διαπραγματευτές έχουν συναντηθεί στην παρουσία του ειδικού συμβούλου του γενικού γραμματέα του ΟΗΕ για το Κυπριακό, κ. Ντάουνερ. Τώρα θα πρέπει να συμφωνήσουμε επί της μεθοδολογίας των διαπραγματεύσεων, η οποία είναι τεράστιας σημασίας, γιατί αυτό που επιδιώκουμε είναι συνομιλίες που παράγουν αποτέλεσμα και όχι συνομιλίες χάριν των συνομιλιών. Οι διαπραγματευτές θα πρέπει να ετοιμάσουν την πρώτη συνάντηση των δύο ηγετών, κατά την οποία και πάλι θα πρέπει να αποφευχθεί ο τελετουργικός της χαρακτήρας. Θα πρέπει επίσης να επιδιωχθεί ο παραγωγικός στόχος στη συνάντηση με τη διαπραγμάτευση ενός κειμένου Κοινής Διακήρυξης, το οποίο να ξεκαθαρίζει μία σειρά από θέματα, με πιο σημαντικό: τη βάση στην οποία διεξάγονται οι συνομιλίες.
• Ποια είναι αυτή η βάση;
Ο πρόεδρος Αναστασιάδης έχει καταστήσει σαφές ότι η νέα διαδικασία θα αποσκοπεί στην εξεύρεση λύσης βασισμένης στις συμφωνίες κορυφής 1977 και 1979, στα περί Κύπρου ψηφίσματα του Σ.Α. του ΟΗΕ, στη συμφωνία της 8ης Ιουλίου και στις ομόφωνες αποφάσεις του Εθνικού Συμβουλίου. Επιπλέον, οι συνομιλίες δεν θα πρέπει να παραγνωρίζουν την ιδιότητά μας ως κράτους-μέλους της Ε.Ε. και γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο χρειάζεται και η εμπλοκή της ίδιας της Ε.Ε. Η λύση θα πρέπει επίσης να είναι ευθυγραμμισμένη με το ευρωπαϊκό κεκτημένο. Θα πρέπει να επισημάνω ότι ο διαπραγματευτής της ελληνοκυπριακής πλευράς, κ. Μαυρογιάννης, έχει παραιτηθεί από κάθε αξίωμα και θεσμό της Κυπριακής Δημοκρατίας και εκπροσωπεί πλέον αποκλειστικά την Ελληνοκυπριακή Κοινότητα. Αυτό πρέπει να επιτρέψει την απευθείας συνεννόηση και με την Τουρκία, η διαπραγμάτευση με την οποία είναι μια αναγκαιότητα, εφόσον για πολλά θέματα αποτελεί μέρος του προβλήματος.
• Πολλοί μιλούν για προσπάθεια του διεθνούς παράγοντα να αντιμετωπιστούν ως «πακέτο» Κυπριακό, Ενέργεια και Οικονομία. Ποια είναι η δική σας άποψη;
Αυτό το έχουμε ξεκαθαρίσει εδώ και αρκετό καιρό και έχω την εντύπωση ότι οι θέσεις μας είναι πλήρως κατανοητές από τη διεθνή κοινότητα. Τα θέματα του Κυπριακού, της Ενέργειας και της Οικονομίας αποτελούν τρεις παράλληλες, αλλά ξεχωριστές διαδικασίες, οι οποίες δύναται να καταστούν αμοιβαία ενισχυτικές. Ωστόσο, είναι προφανές ότι δεν πρόκειται να μπούμε σε διαδικασία συζήτησης και ούτε να αποδεχτούμε πακετοποίηση των τριών αυτών ζητημάτων.
• Πώς βλέπετε τις τουρκικές απειλές που αφορούν τις έρευνες στην κυπριακή ΑΟΖ;
Ο σχεδιασμός μας παραμένει ανεξάρτητος και ανεπηρέαστος των όποιων απειλών. Ενεργούμε με βάση το Διεθνές Δίκαιο και τις πρόνοιες της Σύμβασης του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας. Θα πρέπει να επαναλάβω ότι το κυριαρχικό δικαίωμα της Κ.Δ., να διεξάγει έρευνες στην ΑΟΖ της, έχει επανειλημμένα αναγνωριστεί από τον ΟΗΕ, την Ε.Ε. και άλλους διεθνείς οργανισμούς, οι οποίοι υιοθέτησαν σειρά ψηφισμάτων και νομικών κειμένων προς υποστήριξη των προσπαθειών μας. Συναφείς είναι και οι δηλώσεις πολλών κρατών, όπως οι ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γαλλία, η Ρωσία και χώρες της περιοχής μας.
• Θεωρείτε ότι υπάρχει η προοπτική δημιουργίας ενός τριγώνου συνεργασίας μεταξύ Ελλάδας, Κύπρου και Αιγύπτου, ανάλογο με αυτό που υπάρχει με το Ισραήλ;
Με την Αίγυπτο μας συνδέει μια ιδιαίτερη φιλία, η οποία δεν οφείλεται μόνο στη γεωγραφική μας εγγύτητα και ούτε περιορίζεται στην ανάγκη διατήρησης σχέσεων καλής γειτονίας. Η κυβέρνηση αποδίδει στρατηγική σημασία στις σχέσεις της με τη φίλη χώρα της Αιγύπτου. Σε αυτό ακριβώς το πλαίσιο θα πρέπει να επισημάνουμε ότι η περαιτέρω ενίσχυση των σχέσεων και η εμβάθυνση της συνεργασίας τόσο με την Αίγυπτο όσο και με το Ισραήλ, και δυνητικά με άλλες χώρες της γειτονιάς μας, εντάσσονται στο επίκεντρο των προτεραιοτήτων της εξωτερικής μας πολιτικής. Ασφαλώς τα θέματα που συζητιούνται με την Αίγυπτο δεν είναι τα ίδια που συζητιούνται με το Ισραήλ. Η συνεργασία με το Ισραήλ περιλαμβάνει και άλλες παραμέτρους, γενικότερης υφής, αλλά δεν θα ήθελα να επεκταθώ επί του παρόντος.
• Πώς αξιολογείτε τη στάση της Ευρώπης στην κυπριακή κρίση; Συμμερίζεστε την άποψη ότι η Κύπρος έπαιξε τον ρόλο ενός «τιμωρητικού παραδείγματος»;
Εχουν λεχθεί πάρα πολλά, κυρίως στον απόηχο του Γιούρογκρουπ της 15ης Μαρτίου. Εκφράσαμε την πικρία μας για τον τρόπο που αντιμετωπίστηκε η Κύπρος και μεταφέραμε την απογοήτευσή μας για το ότι υπήρξαμε πειραματόζωα μιας δοκιμαστικής και εξαιρετικά άδικης πρακτικής. Ασφαλώς δεν μπορούμε να παραγράψουμε το μέρος της ευθύνης της Κύπρου για το πώς καταλήξαμε ώς εδώ. Αυτά όμως ανήκουν στο παρελθόν. Η Κύπρος έχει ήδη αρχίσει να εφαρμόζει τη Συμφωνία με την τρόικα, τις πρόνοιες της οποίας είμαστε δεσμευμένοι να ακολουθήσουμε χωρίς παρεκκλίσεις. Είμαστε κοντά στην εκταμίευση της δεύτερης δόσης και, βάσει της πρώτης αξιολόγησης της τρόικας, φαίνεται ότι τα πράγματα βαίνουν καλά. Η κυπριακή οικονομία εφαρμόζει το πρόγραμμα προσαρμογής με επιτυχία και θα συνεχίσει σ’ αυτόν τον δρόμο, όσο κοινωνικοοικονομικά επώδυνο είναι αυτό. Είμαι πεπεισμένος ότι, με τα διαρθρωτικά μέτρα και τις πολιτικές εξυγίανσης που εφαρμόζουμε, η κυπριακή οικονομία θα ορθοποδήσει και θα ανοικοδομηθεί σε νέα και πιο υγιή θεμέλια.
• Σε τι επίπεδο βρίσκονται οι σχέσεις της Κύπρου με τη Ρωσία, μετά τα γεγονότα που πυροδότησε η κρίση;
Η Ρωσία αποτελεί παραδοσιακό και σημαντικό φίλο της Κύπρου. Οι δύο χώρες διατηρούν ιστορικά άριστες διμερείς σχέσεις, αποτέλεσμα των διαχρονικών δεσμών και της πολιτισμικής συγγένειας.
Σε αυτό το πλαίσιο δεν θα πρέπει να αγνοείται η αδιαφιλονίκητη συμπαράσταση της Ρωσίας στο Κυπριακό, μέσω της διαχρονικά αταλάντευτης στάσης αρχής. Είναι γι’ αυτούς τους λόγους που αμέσως μετά το πλήγμα που υπέστη το τραπεζικό μας σύστημα, η κυβέρνηση προέβη άμεσα σε θεραπευτικές κινήσεις, έχοντας πλήρη επίγνωση των συνεπειών που είχαν οι αποφάσεις αυτές και στους Ρώσους επιχειρηματίες που δραστηριοποιούνται στο νησί. Το επίπεδο των σχέσεων παραμένει εξαίρετο, όπως αποδεικνύει η πρόσφατη συνάντησή μου με τον Ρώσο υπουργό Εξωτερικών, κ. Λαβρόφ, τον περασμένο Ιούνιο στην Αγία Πετρούπολη.