06/01/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ριπλέι ή Ριμέικ;

      Pin It

ΑΝΟΙΧΤΟ ΒΙΒΛΙΟ – ΒΙΒΛΙΟΣΤΑΤΗΣ

 

Του Αχιλλέα Κυριακίδη

 

Οταν ξαναδιαβάζω ένα βιβλίο, εγώ είμαι αυτός που το ξαναδιαβάζει ή το βιβλίο είναι αυτό που ξαναγράφεται;

 

«Ξαναδιαβάζω ένα βιβλίο» σημαίνει: επενδύω την εμπειρία μου, αξιοποιώ όλα αυτά που είδα, διάβασα και άκουσα στο μεταξύ. Αν, κατά Μπόρχες, το βιβλίο είναι προέκταση της μνήμης και της φαντασίας μου, τότε «Ξαναδιαβάζω ένα βιβλίο» σημαίνει και: ανατοκίζω τη μνήμη και τη φαντασία μου.

 

Η δεύτερη ανάγνωση ενός βιβλίου αξίζει χίλιες φορές περισσότερο από την πρώτη, κι ας την προϋποθέτει.

 

«Ξαναδιαβάζω ένα βιβλίο» σημαίνει: επιβεβαιώνω την ύπαρξή μου διά του διαδραμόντος χρόνου, κατακυρώνομαι.

 

Ρώτησαν κάποτε τον Μπέρναρντ Σο αν πίστευε πως η Αγία Γραφή έχει γραφτεί από το Αγιο Πνεύμα. «Κάθε βιβλίο που αξίζει να ξαναδιαβαστεί», είπε, «είναι γραμμένο από το Αγιο Πνεύμα».

 

Μα γιατί ξαναδιαβάζουμε ένα βιβλίο; Επειδή μας άρεσε την πρώτη φορά που το διαβάσαμε; Επειδή δεν μας άρεσε την πρώτη φορά που το διαβάσαμε, αλλά μια παρόρμηση, ενισχυμένη με (ενίοτε και πυροδοτημένη από) γνώμες τρίτων, μας ωθεί σ' ένα διορθωτικό πείραμα;

 

Οχι.

 

Ξαναδιαβάζουμε ένα βιβλίο για να ξαναβρούμε μέσα του εκείνον τον παλιό αναγνώστη του που, ας πούμε, έκλεισε τρέμοντας τη Δίκη, συμπόνεσε τον Πρόξενο Φέρμιν, ταυτίστηκε με τον μπορχεσιανό ήρωα του «Νότου», ερωτεύτηκε σφοδρά την Εμμα κι έκλαψε με λυγμούς όταν τελείωσε το «Εκατό χρόνια μοναξιά» γιατί δεν θα το διάβαζε ποτέ πια για πρώτη φορά.

 

Αυτές τις μέρες, με αναζητώ σ' ένα συγκλονιστικό μυθιστόρημα που χάθηκε αύτανδρο στ' ανοιχτά μιας πολύκροτης ελληνικής δεκαετίας: «Από το στόμα της παλιάς Remington», του Γιάννη Πάνου (1983).

 

Scroll to top