06/10/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Η άνοδος της Ακρας Δεξιάς

      Pin It

Του Τάσου Παππά

 

Περιγράφοντας την κατάσταση στην Ευρώπη, γράφαμε στις 14-9-2013 ότι «από τις κάλπες των ευρωεκλογών σε μερικούς μήνες μπορεί να ξεπηδήσουν τέρατα». Τα τέρατα άρχισαν να ξεπηδούν ή να ξεπροβάλλουν από το σκοτάδι πολύ νωρίτερα. Το αποτέλεσμα των εκλογών στην Αυστρία ήταν κόλαφος για τις λεγόμενες φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις. Το μπλοκ εξουσίας (σοσιαλδημοκράτες-συντηρητικοί) θα ξαναβρεθεί βέβαια στην κυβέρνηση, ωστόσο η εκλογική επιρροή του υποχώρησε. Το ακροδεξιό εθνικιστικό κόμμα ήταν το μόνο που αύξησε τα ποσοστά του (περίπου κατά τέσσερις ποσοστιαίες μονάδες) και πλασάρεται ξανά ως κυβερνητική δύναμη-σφήνα στον κλασικό δικομματισμό. Κι αυτά σε μια χώρα που δεν ανήκει στον ευρωπαϊκό Νότο, δεν αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα, με σχετικά χαμηλή ανεργία και με την οικονομία της στην κατηγορία των «τριών άλφα» σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των οίκων αξιολόγησης.

 

Στην ομάδα των μη προβληματικών περιπτώσεων ανήκουν και όλες οι σκανδιναβικές χώρες. Εχουν καλές επιδόσεις στην οικονομία, ελεγχόμενο πληθωρισμό, κρατούν την ανεργία σε «ανεκτά» επίπεδα, σημειώνουν επιτυχίες στα πεδία της παραγωγικότητας και της καινοτομίας, προσφέρουν ακόμη στους πολίτες τους -πάντα σε σύγκριση με ό,τι ισχύει αλλού- υπηρεσίες υψηλής ποιότητας στους τομείς της Παιδείας και της Υγείας, ωστόσο και εκεί τα ακροδεξιά κόμματα κερδίζουν έδαφος.

 

Κάτι ανάλογο έχουμε και στη Γαλλία. Και εδώ το τελευταίο διάστημα παρατηρείται δυναμική επανεμφάνιση του λεπενικού μετώπου. Με βασικό στοιχείο στην ατζέντα του τους μετανάστες και προβάλλοντας το σύνθημα για μια καθαρή Γαλλία, οι ακροδεξιοί ενισχύουν την παρουσία τους και απειλούν τα παραδοσιακά κόμματα στις επόμενες αυτοδιοικητικές εκλογές. Και στη Γαλλία, όπως και στις άλλες χώρες, έχουν καταφέρει να μολύνουν με τα ξενοφοβικά κηρύγματά τους τη δημόσια ζωή και, το χειρότερο, έχουν πετύχει να φέρουν στο δικό τους γήπεδο τις μεγάλες παρατάξεις.

 

Δεν είναι τυχαίο ότι τόσο οι σοσιαλιστές όσο και οι συντηρητικοί, προκειμένου να περιορίσουν τις διαρροές οπαδών τους προς την Ακρα Δεξιά, υιοθετούν τη ρητορική, μερικές φορές, και την πρακτική της. Το έκανε ο Σαρκοζί προεκλογικά, το επιχείρησε ο πρώην πρωθυπουργός της Γαλλίας πριν από λίγες μέρες αφήνοντας ανοικτό το ενδεχόμενο συνεννόησης με το κόμμα της κ. Λεπέν, αλλά το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα που επιβεβαιώνει την προεκτεθείσα προσέγγιση είναι ο σοσιαλιστής υπουργός Εσωτερικών Μανουέλ Βαλς (γιος Ισπανών μεταναστών), που επιτέθηκε στους Ρομά. Μπορεί να ξεσηκώθηκε σάλος στις τάξεις των σοσιαλιστών, μπορεί ο ηγέτης της Αριστεράς, Μελανσόν, να τον κατηγόρησε ότι ευθυγραμμίζεται με την Ακρα Δεξιά, μπορεί να τον επέπληξαν οι αρχές της Ευρωπαϊκής Ενωσης, αλλά ο πρόεδρος της Γαλλίας δεν τον αποδοκίμασε. Γιατί; Μα, το 77% των Γάλλων συμφωνούν μαζί του, όπως έδειξε μια δημοσκόπηση.

 

Από πρώτη ανάγνωση οδηγούμαστε στο συμπέρασμα ότι χωλαίνει η παραδοσιακή ανάλυση που συνδέει την ανάπτυξη της Ακρας Δεξιάς με την οικονομική κρίση. Αν όμως οι αιτίες για τη δυνάμωση του ακροδεξιού ριζοσπαστισμού δεν είναι (τουλάχιστον γι’ αυτές τις χώρες) η απελπισία και η απόγνωση των λαϊκών τάξεων ούτε και η βίαιη προλεταριοποίηση των μεσαίων στρωμάτων, τότε κάπου αλλού πρέπει να ψάξουμε τους λόγους για τους οποίους οι πολίτες πριμοδοτούν τα ακροδεξιά κόμματα.

 

* Το όραμα της ενωμένης Ευρώπης έχει θολώσει επικίνδυνα. Η απαισιοδοξία για το μέλλον της και ο ευρωσκεπτικισμός είναι κυρίαρχα φαινόμενα σε αρκετές περιοχές της ηπείρου. Δεν μπορεί κάποιος να ταυτιστεί με μια υπερεθνική δομή που παράγει ανισότητες και ανεργία, που συστηματικά εκφυλίζει τις ιδρυτικές αρχές της (ισότητα και αλληλεγγύη μεταξύ των μελών), που ελέγχεται ασφυκτικά από πολιτικές και οικονομικές ελίτ οι οποίες χρησιμοποιούν τη δημοκρατία προσχηματικά και αποφασίζουν για την πορεία των ευρωπαϊκών κοινωνιών ερήμην των λαών.

 

* Η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση έχει κλονίσει τις σταθερές των κρατών κι αυτό έχει ως αποτέλεσμα μεγάλα τμήματα των πληθυσμών να επιλέγουν την αναδίπλωση στο κράτος-έθνος, στοχοποιώντας ταυτοχρόνως τους μετανάστες για ό,τι νιώθουν πως τους απειλεί. Οπως σημειώνει ο Ετιέν Μπαλιμπάρ, «το ευρωπαϊκό σχέδιο είχε υποτιμήσει τη δύναμη του εθνικισμού, όχι μόνο γιατί δεν έλαβε υπόψη του τις πολιτισμικές παραμέτρους ή τα ίχνη των μεγάλων τραγωδιών του 20ού αιώνα, αλλά και επειδή η ασφάλεια και η κοινωνική αλληλεγγύη οικοδομήθηκαν εξ ολοκλήρου πάνω στην εθνική συνοχή» («Η Αυγή», 12-5-2013).

 

* Η λογική των μέσων όρων, οι συναινέσεις-σούπα, η δαιμονοποίηση όλων των εναλλακτικών προτάσεων, ο εξοβελισμός από την πολιτική του στοιχείου της σύγκρουσης, με το επιχείρημα ότι δεν πρέπει να ενθαρρύνονται οι πάσης φύσεως εξτρεμισμοί, παρουσιάζονται ως πρόοδος. Οταν όμως δεν υπάρχει καμία διαφορά ανάμεσα στους πρωταγωνιστές της πολιτικής, όταν τα σχέδια που κατατίθενται από τις μεγάλες παρατάξεις είναι συμπληρωματικά, οι πολίτες έχουν μπροστά τους δύο δρόμους: «είτε χάνουν το ενδιαφέρον τους για την πολιτική και δεν πάνε να ψηφίσουν είτε έλκονται από κόμματα που υποκρίνονται ότι είναι αντίθετα στο κατεστημένο» (Σαντάλ Μουφ, «Εφ.Συν.», 28-9-2013).

 

[email protected]

 

Scroll to top