Του Βαγγέλη Πισσία*
Περίμεναν να δολοφονηθεί ένας ακόμη άνθρωπος, Ελληνας αυτός, ο Παύλος Φύσσας… Δεν έπραξαν μέχρι τότε, έγκαιρα, αυτό που έπραξαν σήμερα και δεν το έπραξαν με σωστό τρόπο. Δεν τήρησαν τις νόμιμες διαδικασίες, άνοιξαν κερκόπορτες, οι συλλήψεις και οι φυλακίσεις δεν νομιμοποιήθηκαν στο κοινοβούλιο. Και δεν αποκρίθηκε η κυβέρνηση στις δεκάδες ερωτήσεις και επερωτήσεις που κατατέθηκαν σε αυτό, και δεν…
Αυτά είναι τα προβεβλημένα επιχειρήματα της αντιπολίτευσης έναντι της κυβέρνησης στο μεγάλο ζήτημα της αντιμετώπισης της Χρυσής Αυγής. Σε αυτά στέργουν να συνηγορήσουν και οι παριστάμενοι υπέρ αυτής συνταγματολόγοι. Παράλληλα, έρχεται και επανέρχεται ο παλαιάς κοπής, δικομματικού ενδιαφέροντος, επικοινωνιακός διαξιφισμός περί τη θεωρία των δύο άκρων.
Τις μέρες αυτές ο κόσμος διαβάζει μεν, αλλά συγχρόνως ακούει και προπαντός βλέπει. Τόσο τους υποστηρικτές του κυβερνητικού λόγου όσο και αυτούς του αντιπολιτευτικού λόγου. Και γι’ αυτό ακούει τη μονότονη εκφορά του αντιπολιτευτικού λόγου, παρατηρεί τη δύσθυμη έκφραση των προσώπων. Κι ο κόσμος αντιλαμβάνεται πως οι συλλήψεις και το άνοιγμα της θύρας του Κορυδαλλού σαν να αποσταθεροποίησαν και σαν να κατέστησαν μικρόψυχο τον αντιπολιτευτικό λόγο.
Είναι όμως σωστά, ανεξάρτητα από σκοπιμότητες και πολιτικό ύφος, τα επιχειρήματα της αντιπολίτευσης; Αναδεικνύουν άραγε, στο πρώτο επίπεδο, το μεγάλο γεγονός των ημερών, τις συλλήψεις και τις φυλακίσεις ηγετικών στελεχών της νεοναζιστικής Χρυσής Αυγής; Ερμηνεύουν και αξιολογούν, κατά πώς πρέπει, την πολιτική σημασία αυτού του γεγονότος; Αποδίδουν δίκαια τις ευθύνες για το φαινόμενο Χρυσή Αυγή, καταμερίζοντάς τες με σωστό τρόπο στα τμήματα της κοινωνίας που το γέννησαν, στους θεσμούς και τα κόμματα της πολιτείας που το εξέθρεψαν; Περιέλαβαν, ως όφειλαν, τα κόμματα της αριστερής αντιπολίτευσης, στα επιχειρήματά τους αυτά, τις σοφές ρήσεις «απραξία ίσον σύμπραξη, πολιτική ολιγωρία ίσον πολιτική δειλία, πολυλογία και επερωτησιολογία καταντά τζάμπα φλυαρία»; Ασκησαν, εν τέλει, την κριτική τους προς κάθε κατεύθυνση θέτοντας και τον εαυτό τους μπροστά στον καθρέφτη;
Η απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα, για τους ανθρώπους που θέλουν εδώ και καιρό τον πολιτικό και επιχειρησιακό παροπλισμό της Χρυσής Αυγής, δεν είναι, όπως θέλουν να πιστεύουν κάποιοι, αυτονόητη…
Μια μικρή παρένθεση: Είναι γνωστό ότι η Χ.Α. δεν εκκολάφθηκε εκτός συστήματος. Η Χ.Α. είναι μία από τις πολλές εφεδρικές δυνάμεις του συστήματος που καταλαμβάνει θέση ισχύος ανάλογα με τη συγκυρία. Δεν είναι συνεπώς τυχαίο που η Χ.Α. την εποχή της δικομματικής αρμονίας (1980-2010) αποτελούσε ένα μικρό ιδεολογικό παρακρατικό μόρφωμα και μόνον πολύ αργότερα, μόλις πριν από 3 χρόνια, μετεξελίχθηκε σε πολιτικο-κοινωνικό οργανισμό με σημαντικές επιχειρησιακές δυνατότητες βίαιης πολιτικής παρέμβασης (τραμπούκικες και εγκληματικές πρακτικές), αλλά και με οργανωτικές και επικοινωνιακές ικανότητες αποτελεσματικής κοινωνικής παρέμβασης (εφαρμογή «αγαθών» κοινωνικών πρακτικών).
Αυτή η πορεία ήταν βέβαια, μέχρι και λίγους μήνες μετά τις εκλογές, σύμφωνη με τη θέληση εκείνων που σχεδιάζουν τις πολιτικές εξελίξεις, έστω κι αν συνήθως δεν κατόρθωσαν ώς το τέλος να τις ελέγξουν. Ομως αυτό καθόλου δεν σημαίνει ότι η Χ.Α. αποτελεί τεχνητή πολιτική κατασκευή, που όποτε θέλουν κάποιοι την δημιουργούν και όποτε πάλι θέλουν την αφανίζουν. Μια τέτοια θεώρηση είναι πολύ φτωχή για να αποδώσει την πικρή πραγματικότητα.
Η Χ.Α., το θέλουμε ή όχι, έχει το δικό της ιδεολογικό, πολιτικό, κοινωνικό και πολιτισμικό υπόβαθρο. Σε αυτά τα τέσσερα επίπεδα συγκροτείται ως συνεκτική πολιτική ολότητα φασιστικού-ναζιστικού τύπου και δεν αποτελεί απλή συνάρθρωση εκτρωματικών συστημικών και εξωσυστημικών μορφών. Κάτι περισσότερο, η αβασάνιστη ιεράρχηση αυτών των επιπέδων, με την τοποθέτηση της ιδεολογίας στην κορυφή, αποτελεί θεμελιώδες σφάλμα. Γιατί, τόσο στη χώρα μας όσο και στις πιο «καθώς πρέπει» ευρωπαϊκές χώρες, υπάρχει ανθρώπινο πλήθος ευάλωτο σε θεωρίες και πρακτικές που αναφέρονται στη δύναμη των συμβολισμών (πέρα από το καλό και το κακό…), σε φοβικά σύνδρομα (μετανάστες) και σε ανεγκέφαλους υπερ-εθνικιστικούς παροξυσμούς.
Ομως, εάν θελήσουμε να θέσουμε τον δάκτυλο επί τον τύπον των ήλων, τα άλλα χαρακτηριστικά της Χ.Α., προπαντός τα κοινωνικά, είναι αυτά που υποτιμήθηκαν. Και μέσα στην ασθμαίνουσα φτωχολογιά, του «λούμπεν» ίσως άι σιχτίρ και του «μας έχουν όλοι ξεγραμμένους», υπήρξε εκκωφαντική –πλην κάποιων αντιεξουσιαστών και αναρχικών- «επί του εδάφους» απουσία. Δεν έγινε αντιληπτή, ούτε και επιδιώκεται να γίνει, η δυναμική που παράγεται από τη σύζευξη μιας σκληρής αντιμνημονιακής ρητορείας με τη ρητορεία για απόλυτη φαυλότητα του όλου πολιτικού συστήματος και με την καθημερινή κοινωνική παρέμβαση.
Και ένα μικρό επιμύθιο: Τη δεκαετία του ‘30, η Αριστερά έδωσε, μαζί με την προσφυγική φτωχολογιά στις παραγκογειτονιές της Τούμπας, τον αγώνα για το πισσόχαρτο. Στα χρόνια της Εθνικής Αντίστασης έδωσε τον αγώνα της λαϊκής κοινωνικής αλληλεγγύης. Και τον λαό τον κέρδιζε. Οταν δολοφονήθηκε ο Χρήστος Λαμπράκης, η τότε ενωμένη λαϊκή Αριστερά της ΕΔΑ του 12% κατέβασε εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους στους δρόμους. Σε κλίμα υφέρπουσας αλλά και ανοιχτής, κρατικής και παρακρατικής, τρομοκρατίας οργάνωσε και ανέπτυξε ένα ισχυρό κίνημα που ρίζωσε μέσα στη νεολαία. Η τότε -κάθε άλλο παρά επαναστατική- λαϊκή (και συνάμα πνευματική και πολιτισμική) Αριστερά ήταν ο μοχλός για την πτώση της κυβέρνησης και για την πρόσκαιρη αναλαμπή που ακολούθησε. Η μεταπολιτευτική Αριστερά του συνταγματικού τόξου, η σημερινή μικρομεσαία (και κάτι παραπάνω…) Αριστερά, η αμήχανη Αριστερά των «καταγγελτικών παραγγελιών» προς την κυβέρνηση και των εκατοντάδων ερωτο-επερωτήσεων, τη διακυβέρνηση διεκδικεί, όμως έργο σε βάθος και με προοπτική δεν παράγει. Τα στελέχη του ΚΚΕ ξυλοκοπήθηκαν, ο Φύσσας έπεσε νεκρός, οι αντιδράσεις όμως γρήγορα εξατμίστηκαν και οι αριστερές ηγεσίες χρεώνουν την απραξία αποκλειστικά στον λαό. Στον μεταπολιτευτικό δικομματισμό υπερίσχυσε βέβαια η λογική «πέσε εσύ για να ‘ρθω εγώ».
Συμπέρασμα: Η κυβέρνηση επεξεργάστηκε, ρίσκαρε και εφάρμοσε μια δική της, προφανώς, επιθετική ατζέντα. Σε αυτήν συμπεριλαμβάνεται βέβαια και μια υπόγεια διαπραγμάτευση… Ποια είναι όμως η αντιφασιστική ατζέντα της αντιπολιτευόμενης Αριστεράς;
………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………
* Δρ Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων, συντονιστής της πρωτοβουλίας «Ενα καράβι για τη Γάζα-FFC» και της πρωτοβουλίας «Ειρήνη για τη Συρία»