Του Παντελή Κυπριανού*
Κανείς δεν θα υποστηρίξει ότι η ελληνική δημόσια διοίκηση φτιάχτηκε με τον καλύτερο τρόπο. Εξαρτημένη από την κυβέρνηση και τα κόμματα εξουσίας, είχε όλες τις παθογένειες του πολιτικού συστήματος. Τα προβλήματα επισημάνθηκαν από τους ειδικούς, όπως η γνωστή έκθεση Langrod, το 1964. Από το 1990 όλες οι κυβερνήσεις τάχθηκαν, σε επίπεδο τουλάχιστον ρητορικής, υπέρ της μείωσης του κράτους. Αν και η πολιτική αυτή δεν τηρήθηκε κατά γράμμα, καθώς ορισμένοι συνέχισαν να διορίζουν, ο αριθμός των δημοσίων υπαλλήλων μειώθηκε από 797.000 το 1987 στις 612.000 σήμερα.
Για την καλύτερη αξιοποίηση του προσωπικού η τρόικα επέβαλε το μέτρο της «κινητικότητας». Σύμφωνα με τον υπουργό Διοικητικής Μεταρρύθμισης Κυρ. Μητσοτάκη: «Θέλω να επαναλάβω, με αυτήν την ευκαιρία, ότι η κινητικότητα δεν αποτελεί μόνο υποχρέωση της χώρας μας έναντι των πιστωτών, αλλά είναι και ένα θετικό εργαλείο, που, τελικά, θα οδηγήσει στην καλύτερη αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού του Δημόσιου Τομέα». Κινητικότητα, μας είπαν, δεν σημαίνει απόλυση. Σημαίνει αναδιάρθρωση-αξιοποίηση εντός του ίδιου οργανισμού ή μετακίνηση σε άλλον. Στα πανεπιστήμια μόνο αυτό δεν γίνεται. Εδώ και ενάμιση μήνα, με δηλώσεις αρμόδιων και αναρμόδιων έχει δημιουργηθεί κλίμα πλήρους σύγχυσης, με αποτέλεσμα τεράστιες δυσλειτουργίες.
Αδέξιοι κυβερνητικοί χειρισμοί; Το λιγότερο. Αφού πρώτα διογκώνονται οι αριθμοί των διοικητικών υπαλλήλων, στη συνέχεια κυκλοφορούν διάφοροι αριθμοί αυτών που θα τεθούν σε κινητικότητα. Ποιος αποφασίζει και πώς; Μυστήριο. Οι διοικήσεις των πανεπιστημίων τα μαθαίνουν από τον Τύπο. Παίρνουν εγκυκλίους που καμιά δεν είναι ίδια με την προηγούμενη.
Προχειρότητα; Εστω. Κινητικότητα δεν σημαίνει απόλυση. Και όμως, υπάλληλοι απολύονται. Ποιοι; Γίναμε καχύποπτοι; Κάποτε προσλαμβάνονταν οι «πελάτες». Μήπως σήμερα οι απολύσεις γίνονται με τον ίδιο τρόπο; Αλλά και πάλι. Ποιες κατηγορίες θίγονται;
Καταλαβαίνω ότι το 1/3 των δημόσιων υπαλλήλων (σώματα ασφαλείας, κληρικοί, δικαστικοί) για λόγους πολιτικούς και ιδεολογικούς δεν θα τεθεί σε διαθεσιμότητα. Μένουν τα άλλα 2/3. Εκπαιδευτικοί κατά πρώτον, εργαζόμενοι στην Υγεία, την τοπική αυτοδιοίκηση και σε ό,τι απέμεινε από αυτό που κάποτε ονομαζόταν «κοινή ωφέλεια». Γιατί αυτοί; Μπορώ να καταλάβω ότι εδώ και κάποια χρόνια, τόσο διεθνώς όσο και στη χώρα μας, οι κυβερνώντες υπερθεματίζουν το «μικρό» κράτος και αποθεώνουν την «ιδιωτική πρωτοβουλία».
Στην περίπτωση της «κινητικότητας» των διοικητικών υπαλλήλων Πανεπιστημίων δεν πρόκειται μόνο γι' αυτό. Τίθενται σε κινητικότητα 1.349 διοικητικοί υπάλληλοι οχτώ (8) πανεπιστημίων, λίγο-πολύ τα μεγαλύτερα της χώρας, που έχουν να επιδείξουν αξιόλογη εκπαιδευτική και ερευνητική δραστηριότητα διεθνώς και τα περισσότερα καταλαμβάνουν αξιοζήλευτες θέσεις στις διεθνείς κατατάξεις. Γιατί αυτά τα πανεπιστήμια; Γιατί αυτός ο αριθμός των υπαλλήλων; Γιατί αυτές οι κατηγορίες υπαλλήλων; Με ποια κριτήρια;
Απορίες που θα μείνουν. Καταλαβαίνω ότι οι φύλακες και οι τεχνικοί απολύονται για να οδηγηθούν τα πανεπιστήμια σε ιδιωτικές εταιρείες φύλαξης και σε εργολάβους. Γιατί όμως τόσοι βιβλιοθηκονόμοι και τόσοι διοικητικοί όταν και στο ΥΠΑΙΘ γνωρίζουν ότι δεν φτάνουν; Η κινητικότητα, όπως εφαρμόζεται, σκορπά μόνο πόνο και απορίες.
Εδώ και βδομάδες παντού στο Πανεπιστήμιο της Πάτρας βλέπεις κουρασμένα βλέμματα γεμάτα απορία και πόνο. Τετρακόσιοι υπάλληλοι που έγιναν 459 με αυτούς του φοιτητικής εστίας και του πρώην Πανεπιστημίου Δυτικής Ελλάδας (Αγρίνιο) που εντάχθηκε στο Πατρών με το σχέδιο «Αθηνά». Εκατόν δεκαοκτώ, όλοι Υ.Ε. και Δ.Ε., τίθενται σε διαθεσιμότητα και δεκάδες άλλοι θα πάρουν σύνταξη μέχρι το τέλος της ακαδημαϊκής χρονιάς. Πριν από λίγες μέρες μαζί κάναμε νυχτερινές περιπολίες, διδάσκοντες και εργαζόμενοι, για την ασφάλεια του ιδρύματος, μαζί καταστρώναμε τα σχέδια για την υποδοχή των πρωτοετών, για τον εορτασμό των 50 χρόνων του Πανεπιστημίου, για την ανάπτυξη και τη διεθνή ακτινοβολία του.
Τώρα; Βλέμματα κουρασμένα αλλά και υπερήφανα. Ολοι σκέφτονται ότι η κινητικότητα δεν σταματάει εδώ, θα 'ρθει η σειρά κι άλλων. Αλλά και πάλι πόνος και απορίες. Πώς γίνεται σε μία πολιτεία, υποτίθεται ευνομούμενη, να φεύγει κάποιος ένα πρωινό έπειτα από 20 χρόνια δουλειάς χωρίς καν να ξέρει το γιατί; Και μετά; Πώς μπορεί να δουλέψει το Πανεπιστήμιο χωρίς όλους αυτούς που θα φύγουν; Με τι κουράγιο θα δουλέψουν αυτοί που μένουν, όταν η διοίκηση μοιάζει με βομβαρδισμένο τοπίο; Μήπως, τελικά, σκέφτονται όλο και περισσότεροι, οι κυβερνώντες σ’ αυτή τη χώρα τιμωρούν εκείνους που τα πάνε καλά γιατί τους κάνουν να αισθάνονται άσχημα;
……………………………………………………………………………..
* Αναπληρωτής πρύτανης στο Πανεπιστήμιο Πατρών