Του Τάσου Παππά
Μια καλή είδηση, μια κακή είδηση και μια ερώτηση που είναι δύσκολο να απαντηθεί:
Η καλή είδηση: Φίλος μου, που εργάζεται σε μεγάλο κεντρικό νοσοκομείο, με πληροφόρησε ότι τις τελευταίες μέρες πάνω από 100 άτομα, κυρίως νεαρής ηλικίας, προσήλθαν στον δερματολόγο του ιδρύματος προκειμένου να τον ρωτήσουν πώς μπορούν να απαλλαγούν από τα τατουάζ με αγκυλωτούς σταυρούς που είχαν στο σώμα τους. Βεβαίως, αν αυτό οφείλεται στον φόβο τους, επειδή η Χρυσή Αυγή είναι στο στόχαστρο της Δικαιοσύνης και οι αρχηγοί της προφυλακισμένοι σε διάφορες φυλακές της χώρας και δεν συνεπάγεται αλλαγή στάσης απέναντι στο νεοναζιστικό μόρφωμα, αλλά απλώς θέλουν να κρυφτούν μέχρι να περάσουν οι δύσκολες μέρες, δεν πρέπει να μας χαροποιεί. Σβήνουν τα νεοναζιστικά σύμβολα από πάνω τους, αλλά το ιδεολογικό σύμπαν τους παραμένει ανέπαφο. Αν όμως με την κίνησή τους αυτή δηλώνουν την ντροπή τους για την επιλογή που είχαν κάνει στο παρελθόν, τότε πρόκειται για ουσιαστική αυτοκριτική, και είναι καλοδεχούμενη. Ας δεχτούμε ότι συμβαίνει το δεύτερο για να δικαιολογηθεί και ο υπότιτλος της παραγράφου: «καλή είδηση».
Η κακή είδηση: Παρά το μπαράζ αποκαλύψεων, τις συλλήψεις, τις ομολογίες και τα επιβαρυντικά στοιχεία για τη δράση της οργάνωσης, η επιρροή της Χρυσής Αυγής στην κοινωνία δεν υποχωρεί όσο θα περίμενε κάποιος. Από τις πανελλαδικές έρευνες που έκαναν πολλές εταιρείες προκύπτει ότι το ποσοστό της στην επικράτεια κινείται από το 6,5% μέχρι το 7,5%. Εξίσου ανησυχητικά είναι και τα ευρήματα στο γκάλοπ που έκανε η GPO για λογαριασμό του ιστότοπου NewPost.gr στις δύο μεγάλες εκλογικές περιφέρειες της χώρας: Η Χρυσή Αυγή αποσπά στην Α΄ Αθήνας το 8,5% και στη Β΄ Αθήνας το 8,2% και βρίσκεται στην τρίτη θέση. Αυτό σημαίνει ότι δεν έχουμε να κάνουμε μ’ ένα ρεύμα επιφάνειας. Υπάρχει δυστυχώς βάθος.
Η ερώτηση και η αμήχανη απάντηση: Ταξιτζής που μάλλον δεν ψηφίζει Χρυσή Αυγή –το συμπέρανα από τα συμφραζόμενα–με ρώτησε πριν από λίγες μέρες αν ισχύει η πληροφορία ότι το ΣΔΟΕ και η Δικαιοσύνη ψάχνουν τα οικονομικά της Χρυσής Αυγής. Στο «ναι» μου ήρθε καπάκι-ερώτηση: «Με τα οικονομικά του ΠΑΣΟΚ και της Ν.Δ. τι γίνεται; Τα ψάχνουν; Ξέρω ότι χρωστάνε τα μαλλιοκέφαλά τους και διαβάζω επίσης ότι υπάρχει ένα πόρισμα για τα οικονομικά του ΠΑΣΟΚ που δεν το έχουμε δει ακόμη». Τα διάφορα αναιμικά επιχειρήματά μου τα σχολίασε με ένα ειρωνικό μειδίαμα που άξιζε όσο χίλιες λέξεις. Τα περί Χίτλερ, εγκληματικών πρακτικών, διασυνδέσεων με κυκλώματα της νύχτας, τραμπουκισμών, σοβινισμού, ρατσισμού που του εξέθεσα με τη δέουσα οργή, τα άκουγε, δεν έδειχνε να διαφωνεί, ωστόσο δεν μετακινήθηκε ρούπι από τις αμφιβολίες του για τις προθέσεις των αντιπάλων της Χρυσής Αυγής.
Βεβαίως η περιπτωσιολογία δεν προσφέρεται για να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα για το πού πάει το πράγμα με τη Χρυσή Αυγή και για το αν η δημοκρατία εξουδετέρωσε τον κίνδυνο. Κάποιες ενδείξεις πάντως μπορούμε να καταγράψουμε:
– Θετικό είναι ότι λόγω της κινητοποίησης των δικαστικών και αστυνομικών αρχών δεν έχουμε κρούσματα βιαιοτήτων κατά μεταναστών και άλλων «διαφορετικών» πολιτών.
– Θετικό επίσης είναι ότι τα «τάγματα εφόδου» της Χρυσής Αυγής έχουν αποσυρθεί από το προσκήνιο, προφανώς γιατί οι επικεφαλής τους είναι σε κλοιό και δεν μπορούν να οργανώσουν πογκρόμ.
– Θετικό είναι ακόμη ότι εκκαθαρίζεται, έστω και με εξωφρενική καθυστέρηση, ο σκληρός μηχανισμός του κράτους (αστυνομία) από τις εστίες νεοναζισμού που είχαν εγκατασταθεί στον πυρήνα του. Η διαδικασία δεν πρέπει να σταματήσει. Αντιθέτως, οι έρευνες πρέπει να συνεχιστούν και να επεκταθούν και σε άλλους χώρους (Δικαιοσύνη, ένοπλες δυνάμεις), οι οποίοι εξαιτίας της συγκρότησής τους, του ρόλου που τους έχει ανατεθεί και του δομικού συντηρητισμού τους είναι ευάλωτοι στις κίβδηλες διακηρύξεις περί πατριωτισμού.
Πάντως για να κερδηθεί οριστικά η μάχη με τους αντιπάλους του κοινοβουλευτισμού απαιτούνται κι άλλα πολλά. Απόδοση, αλλά σε βάθος χρόνου, μπορεί να έχει μια οργανωμένη παρέμβαση στην περιοχή της εκπαίδευσης. Πρόκειται για έναν ιδιαίτερα ευαίσθητο χώρο, όπου οι νεοναζιστές κατάφεραν να εισχωρήσουν, πατώντας πάνω στην εμπεδωμένη άγνοια γύρω από την πρόσφατη Ιστορία του τόπου και της Ευρώπης και αξιοποιώντας την αμεριμνησία του προοδευτικού λόγου. Η ζημιά που έχει γίνει είναι μεγάλη και η αποκατάσταση θα πάρει καιρό. Επιπλέον, τη μάχη αυτή πρέπει να τη δώσει πρωτίστως η Αριστερά γιατί έχει την καλή έξωθεν μαρτυρία. Οι όψιμοι αντιναζιστές της Ν.Δ., του ΠΑΣΟΚ και των μίντια είναι υπόλογοι. Και γιατί άργησαν να κινητοποιηθούν, και γιατί έχουν κακόφημο παρελθόν, ως κυβερνήτες οι μεν, ως εκμαυλιστές της λαϊκής συνείδησης οι δε, και γιατί στην προσπάθειά τους να προστατεύσουν το σύστημα εξουσίας συκοφαντούν, στήνουν δίκες προθέσεων, κατασκευάζουν αποδιοπομπαίους τράγους, δαιμονοποιούν ό,τι αμφισβητεί τη θεωρία τους. Δεν τους ενδιαφέρει να υπάρχει μια δημοκρατία που θα είναι σε θέση να βγάζει από τους κόλπους της τις εναλλακτικές κυβερνητικές λύσεις. Αυτό που τους ενδιαφέρει είναι να μην απειληθούν τα κεκτημένα τους. Και αυτά νιώθουν ότι απειλούνται σήμερα από την Αριστερά.