20/10/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ο δημοκρατικός αυτοκαθορισμός του λαού

«Θα πρέπει να εξετάσουμε το πλαίσιο εντός του οποίου η πολιτική ανυπακοή αποτελεί πρόβλημα. Η τελευταία ορίζεται ως πρόβλημα σε σχέση με μια άλλη έννοια: τη δημοκρατική νομιμότητα. Μόνο αποδεχόμενοι τη δημοκρατική νομιμότητα ως αξία συμφυή προς την ίδια τη δημοκρατία, μπορούμε να εξετάσουμε την πολιτική ανυπακοή».
      Pin It

«Θα πρέπει να εξετάσουμε το πλαίσιο εντός του οποίου η πολιτική ανυπακοή αποτελεί πρόβλημα. Η τελευταία ορίζεται ως πρόβλημα σε σχέση με μια άλλη έννοια: τη δημοκρατική νομιμότητα. Μόνο αποδεχόμενοι τη δημοκρατική νομιμότητα ως αξία συμφυή προς την ίδια τη δημοκρατία, μπορούμε να εξετάσουμε την πολιτική ανυπακοή»

 

Του Στέφανου Δημητρίου*

 

Είναι φανερό ότι η πολιτική του Μνημονίου δεν μπορεί να τελεσφορήσει σε συνθήκες ακώλυτης άσκησης της δημοκρατίας. Ας διατυπώσουμε το πρόβλημα: Σε συνθήκες περιορισμού της δημοκρατίας, δικαιολογείται το δικαίωμα στην πολιτική ανυπακοή;

 

Κατ’ αρχάς, θα πρέπει να εξετάσουμε το πλαίσιο εντός του οποίου η πολιτική ανυπακοή αποτελεί πρόβλημα. Η τελευταία ορίζεται ως πρόβλημα σε σχέση με μια άλλη έννοια: τη δημοκρατική νομιμότητα. Μόνο αποδεχόμενοι τη δημοκρατική νομιμότητα ως αξία συμφυή προς την ίδια τη δημοκρατία, μπορούμε να εξετάσουμε την πολιτική ανυπακοή.

 

Για την εξέταση δεν χρειάζεται ο αναλυτικότερος προσδιορισμός της έννοιας «δημοκρατία». Δεν μας ενδιαφέρει, τώρα, η ένταση, το βάθος, αλλά η έκταση, το εύρος της έννοιας. Αρκεί να πούμε ότι η δημοκρατία είναι το πολίτευμα, στο οποίο το υποκείμενο «λαός», που συγκροτείται από ίσους και ελεύθερους πολίτες, μετέχει στην πολιτική ζωή, σε συνθήκες έννομης ελευθερίας, που έχουν την ίδια τυπική ισχύ για όλους, ώστε να επιτρέπουν τον δημοκρατικό αυτοκαθορισμό του λαού.

 

Αυτός είναι ο πυρήνας του προβλήματος: η δημοκρατική νομιμότητα, ούσα συμφυής προς την ευχέρεια εξαναγκαστικής ισχύος και επιβολής του δικαίου, άρα και διαφύλαξης των δικαιωμάτων, ουδέποτε συλλαμβάνεται εν κενώ. Αντιθέτως, προϋποθέτει τον δημοκρατικό αυτοκαθορισμό του λαού. Ετσι αναφύεται το πρόβλημα της πολιτικής ανυπακοής. Η θέση που θα υποστηρίξω είναι ότι αυτή η σχέση αποτελεί πρόβλημα, όταν αίρεται η προϋπόθεση της δημοκρατικής νομιμότητας: ο δημοκρατικός αυτοκαθορισμός του λαού. Αυτή είναι η συλλογιστική διάρθρωση της επιχειρηματολογίας μου.

 

Ας δούμε τώρα αν και πώς η πολιτική ανυπακοή μπορεί να δικαιολογηθεί ως πολιτική στάση. Θα χρειαστεί να στραφούμε στις τυπικές και ουσιαστικές προϋποθέσεις της νομιμότητας. Ο δημοκρατικός αυτοκαθορισμός του λαού ανήκει στις τελευταίες, μαζί με την ίση ελευθερία και την αυτονομία. Δεν θα αναφερθώ στις δύο τελευταίες, αλλά μόνο στον δημοκρατικό αυτοκαθορισμό, επειδή ο ίδιος δεν συγκροτείται ως έννοια χωρίς τις άλλες δύο. Αυτή η ουσιαστική προϋπόθεση προηγείται κάθε νομιμοποίησης, ώστε να της εξασφαλίζει, όχι την τυπική ισχύ, αλλά το ηθικοπολιτικό κύρος της και δέσμευση σύστοιχη στη νομικοπολιτική της περιωπή.

 

Ας συνεξετάσουμε τώρα τη νομιμοποίηση στις θεωρίες του κοινωνικού συμβολαίου: Η συναγόμενη από τη συμβολαιική συμφωνία εξουσία επιτάσσει τη συμμόρφωση των πολιτών, επειδή η ίδια έχει δεσμευτεί στην τήρηση ουσιωδών αξιακών αρχών. Και η πολιτική εξουσία και οι πολίτες υπόκεινται στους όρους της αμοιβαίας ισότητας και ελευθερίας. Προϋποθέτει, λοιπόν, και ο δημοκρατικός αυτοκαθορισμός του λαού ότι η εξουσία θα ασκεί την κυριαρχία της στο πλαίσιο αυτού του αυτοκαθορισμού. Ας δούμε τώρα όλα τα παραπάνω στην ενεστώσα περίσταση: Στη δημοκρατία, οι πολίτες διατηρούν τη νομικοπολιτικώς καθορισμένη και περιορισμένη συλλογική αυτονομία, καθώς και τη διαβουλευτική της έκφραση, η οποία συνιστά οιονεί συννομοθέτηση.

 

Αρκεί, όμως, μια έκτακτη συνθήκη, ώστε να περιορίζεται η δημοκρατία και η διαβουλευτική, πολιτική της δημοσιότητα, η οποία υποκαθίσταται από την κατηχητική, τηλεοπτική προπαγάνδα; Αρκεί η επίκληση της «κατάστασης έκτακτης ανάγκης» για τον περιορισμό της λαϊκής κυριαρχίας; Είναι θεμιτή η κατάργηση φορέων του Δημοσίου μέσω πράξεων νομοθετικού περιεχομένου, οι οποίες υποκαθιστούν χλευαστικώς το Κοινοβούλιο;

 

Τα ερωτήματα προκύπτουν αναποδράστως, εφόσον αίρεται η προϋπόθεση της δημοκρατικής νομιμότητας: ο δημοκρατικός αυτοκαθορισμός. Πλέον, απειλούνται συστατικοί όροι του δημοκρατικού αυτοκαθορισμού του λαού, άρα και της δημοκρατικής νομιμότητας. Η Αριστερά οφείλει να υπερασπίζεται τη δημοκρατική νομιμότητα. Ποιο έρεισμα θα έχει η δημοκρατική νομιμότητα σε μια κοινωνία χωρίς δημόσια σχολεία, πανεπιστήμια και νοσοκομεία; Σε αυτές τις συνθήκες, η πολιτική ανυπακοή αποτελεί θεμιτή στάση που αντιμάχεται τον πολιτικό εξανδραποδισμό της αξίας του δημοκρατικού πολίτη. Η βαθιά εξαθλίωση δεν επιτρέπει τη δημοκρατική μεταρρύθμιση του κράτους.

 

Αυτό το εγχείρημα χρειάζεται αξιοπρεπή λαό και αξιοπρεπή κυβέρνηση. Η εξαθλίωση μετατρέπει τους πολίτες σε ανδράποδα. Οι δημοκρατίες δεν μακροημερεύουν με ανδράποδα. Μας το δείχνουν αυτό οι επίγονοι του Πλυντζανόπουλου. Οποιος μιλά για φασισμό, χωρίς να μιλά και για καπιταλισμό, λέει μισερά λόγια. Αλλιώς, πώς θα εξηγήσουμε τη χρηματοδότηση των νεοναζί από επιχειρηματίες;

 

Η ίδια η κυβέρνηση, με την υποβάθμιση του Κοινοβουλίου, προσέβαλε πλειστάκις και το Σύνταγμα και το πολίτευμα. Πρέπει η Αριστερά να σταθεί πρόμαχος του δημοκρατικού, συνταγματικού πατριωτισμού. Αυτό προϋποθέτει εκθεμελίωση του ακροδεξιού παρακράτους. Απέναντι στο παρακράτος, που επί μακρόν ανέχτηκε η κυβέρνηση, δεν μπορούμε παρά να αντιτάξουμε τη δημοκρατική νομιμότητα. Χωρίς αυτήν, χάνει το νόημά της και η πολιτική ανυπακοή. Η Αριστερά πρέπει να είναι εγγυητής των δικαιοκρατικών αρχών. Οφείλει να υπερασπιστεί τις δικαιοπολιτικές αξίες του νεωτερικού, αστικού πολιτισμού. Πιστεύω ότι η κυβέρνηση, «αν η Χρυσή Αυγή ήταν πιο σοβαρό κόμμα», όπως ανερυθριάστως δήλωσε κάποιος τηλεοπτικός ινστρούχτορας, θα επιδίωκε την επονείδιστη συνεργασία μαζί της, προκειμένου να ανακόψει την πορεία της Αριστεράς. Γι’ αυτό, άλλωστε, αρνείται την προσφυγή στις εκλογές, στη λαϊκή βούληση: επειδή τη φοβάται. Η Χρυσή Αυγή, όμως, είναι νεοναζιστικό κόμμα με μαχαιροβγάλτες και δεν μπορεί να «σοβαρευτεί».

 

Πρέπει να συγκροτήσουμε ένα ευρύ αντιφασιστικό μέτωπο, ακόμη και με αντιπάλους που θα ήθελαν τη Χρυσή Αυγή κάπως αλλιώς, αλλά αναγκάζονται να τη δουν όπως πραγματικά είναι. Αυτοί είναι πολιτικοί αντίπαλοι. Ο εσμός των νεοναζί εγκληματιών δεν είναι αντίπαλος. Είναι εχθρός της πολιτικής ύπαρξης όλων μας. Πρέπει να υπάρχουμε, για να μπορούμε να έχουμε και συμμάχους και αντιπάλους. Αλλιώς, θα χάσκει το ερεβώδες κενό που περιμένει να καταπιεί το Σύνταγμα και το πολίτευμά του. Η Αριστερά, πρωτίστως, έχει ματώσει για την πατρίδα και τη δημοκρατία. Αυτή πρέπει να πρωτοστατήσει ξανά στον αγώνα και στο ευρύ αντιφασιστικό μέτωπο για την υπεράσπισή τους.

 

……………………………………………………………………………………………………………………………………….

 

* Διδάσκει Πολιτική και Ηθική Φιλοσοφία στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων

 

Scroll to top