Του Τάσου Παππά
Γερμανός πολιτικός που ανήκει στη συντηρητική παράταξη και παίρνει μέρος στις συζητήσεις με τους Σοσιαλδημοκράτες για τον σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας είπε προ ημερών ότι πρέπει να βρεθεί τρόπος ώστε μια χώρα της ευρωζώνης να φεύγει όταν το επιθυμεί ή να απομακρύνεται όταν έτσι κρίνουν οι εταίροι της. Εξεγέρθηκαν οι συνομιλητές του από το SPD και το θέμα πάγωσε. Προς το παρόν. Γιατί δεν πρέπει να έχουμε αμφιβολίες ότι αυτά λέγονται συνειδητά για να προετοιμαστεί το έδαφος. Δεν είναι κουβέντες του αέρα, επιπολαιότητες μυαλοφυγόδικων παραγόντων της πολιτικής. Σε συνθήκες αστάθειας, ο αδύναμος κρίκος μιας συλλογικότητας προσφέρεται για να δοκιμάσουν πάνω του διάφορα πειράματα οι κυρίαρχες ελίτ του χρήματος.
Το παραδέχτηκε ο Ντέιβιντ Λίπμαν, που είναι δεύτερος στην ιεραρχία του ΔΝΤ: «Το Ταμείο έμαθε πολλά από την Ελλάδα και από τα σφάλματα που έγιναν στο πρώτο πρόγραμμα διάσωσης. Τότε κυριαρχούσε ο φόβος μετάδοσης στις άλλες χώρες της ευρωζώνης και ο κίνδυνος για χρηματοοικονομική αστάθεια». Ωστόσο, μετά την απομάκρυνση από το ταμείο ουδέν λάθος αναγνωρίζεται και έτσι η χώρα, με ευθύνη των εταίρων της και τη συνδρομή των πανικοβλημένων και υποταγμένων κυβερνήσεών της, δέθηκε χειροπόδαρα.
Το ίδιο σκηνικό στήνεται και με τις καταθέσεις. Ο κ. Σόιμπλε τόνισε σε συνέντευξή του ότι επήλθε συμφωνία με τους Σοσιαλδημοκράτες για τον τρόπο με τον οποίο θα διασώζονται στο μέλλον οι τράπεζες: «Οι τράπεζες δεν πρέπει να διασώζονται με τα χρήματα των φορολογουμένων. Σ’ αυτό συμφώνησε το SPD». Να θυμίσουμε εδώ ότι οι Γερμανοί Σοσιαλδημοκράτες δεν είχαν εκφράσει αντιρρήσεις στο κούρεμα των καταθέσεων στις κυπριακές τράπεζες. Τώρα μας διαβεβαιώνουν ότι δεν πρόκειται να θιγεί το όριο των 100.000 ευρώ.
Γιατί όμως να τους πιστέψουμε; Γιατί να δώσουμε βάση σ’ αυτά που λένε οι άνθρωποι οι οποίοι στην περίπτωση της Ελλάδας ομολογούν πως διέπραξαν τρομερά λάθη (;) σ’ ό,τι αφορά την εκτίμησή τους για την αποτελεσματικότητα του προγράμματος «διάσωσης» και τις αντοχές της οικονομίας της, παραδέχονται ότι το πρώτο μέλημά τους ήταν να προστατεύσουν τις ευρωπαϊκές τράπεζες που ήταν εκτεθειμένες στα ελληνικά ομόλογα, δεν νοιάστηκαν για τις συνέπειες που θα είχε η πολιτική τους στην κοινωνία και σήμερα δηλώνουν ότι τα πράγματα βαίνουν καλώς, απαιτώντας να συνεχίσουμε σαν να μην τρέχει τίποτε;
Γιατί να δεχτούμε ως σοβαρές τις δηλώσεις τους ότι δεν θα ακουμπήσουν τις μικρότερες καταθέσεις; Γιατί να μην υποψιαστούμε ότι ο απώτερος στόχος τους, διά του φόβου που προκαλούν οι αμφίσημες τοποθετήσεις τους, είναι να «σπρώξουν» τις καταθέσεις από τα πιστωτικά ιδρύματα των χειμαζόμενων χωρών του Νότου στα ασφαλή τραπεζικά καταφύγια του ισχυρού, πλούσιου και ευνοημένου από την κρίση Βορρά; Η εμπιστοσύνη των πολιτών έχει κλονιστεί. Είτε έχουμε να κάνουμε με σκιτζήδες (ο Τζον Γκρέι τους αποκαλεί «αλχημιστές της χρηματοπιστωτικής οικονομίας που μένουν άναυδοι όταν το αλχημιστικό πείραμα οδηγεί στη γελοιότητα και την καταστροφή») είτε με βαποράκια οικονομικών συμφερόντων, είναι επικίνδυνοι.