→«Στον βαθμό που το Πανεπιστήμιο ως «πράγμα» (με τη φιλοσοφική έννοια του όρου) ή ως υποκείμενο που κατασκευάζει τον αναστοχασμό της κοινωνίας αντιμετωπίζεται ως γραφειοκρατική ή διοικητική οντότητα, η οποία «κλείνει» ή «ανοίγει» κατά τη βούληση ενός εμπλεκόμενου μικρο-υποκειμένου, τότε αντιλαμβάνεται κανείς ότι η ίδια η ελληνική κοινωνία επιδιώκει να καρατομήσει το μετα-επίπεδο του αναστοχασμού της
Του Θεόδωρου Γεωργίου*
Κατά το τρίμηνο Σεπτέμβριος – Οκτώβριος – Νοέμβριος 2013, στην ελληνική κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα συνέβη ένα «συμβάν» (κατά τον Μπαντιού) το οποίο από τότε που υπάρχει το πράγμα που ονομάζεται «πανεπιστήμιο» στη διεθνή και την παγκόσμια κοινότητα ποτέ δεν έχει συμβεί. Το Πανεπιστήμιο Αθηνών «έκλεισε» με τον τρόπο που σταματάει τη λειτουργία της κάθε δημόσια ή ιδιωτική επιχείρηση, επειδή οι συντεχνίες διεκδικούν πράγματα και διατυπώνουν αιτήματα σύμφωνα με τη συνδικαλιστική λογική τους.
Κατά συνέπεια οι αυτοπροσδιοριζόμενοι ως διοικητικοί υπάλληλοι του Πανεπιστημίου θέτουν το συντεχνιακό συμφέρον τους υπεράνω της ιδέας και της ύπαρξης του Πανεπιστημίου. Η συνδικαλιστική αυτή κοινωνική ομάδα, αντί να αντιληφθεί ότι εργάζεται σε μια ιδιαίτερη κοινωνική περιοχή, η οποία έχει ιδιαίτερα συγκροτησιακά στοιχεία και ιδιόμορφα χαρακτηριστικά, τα οποία καθιστούν το Πανεπιστήμιο «κοινωνική περιοχή» έξω και πέρα από τα όρια του συνδικαλισμού, έλαβε αποφάσεις που υπονομεύουν την ίδια την ιδέα και την ύπαρξη του Πανεπιστημίου.
Κατά τον Βίλχελμ φον Χούμπολτ, το Πανεπιστήμιο είναι εκείνη η «κοινωνική σφαίρα ή περιοχή» μέσω της οποίας η εκάστοτε κοινωνία σκέπτεται ή αναστοχάζεται τον εαυτό της. Το ουσιώδες συγκροτησιακό αυτό χαρακτηριστικό του Πανεπιστημίου αγνόησαν οι διοικητικοί υπάλληλοι ως μικρο-υποκείμενο και οι αποφάσεις και πράξεις τους οδήγησαν στο πρωτοφανές «συμβάν»: κλειστό Πανεπιστήμιο. Στο σημείο όμως αυτό αξίζει τον κόπο να διερευνήσει κανείς τον ρόλο και των άλλων μικρο-υποκειμένων, τα οποία κατά τον νόμο εμπλέκονται στη διοίκηση των πανεπιστημιακών εργασιών. Εάν όλοι έχουμε καταλάβει καλά, το Πανεπιστήμιο δεν «έκλεισε επειδή οι εμπλεκόμενοι (καθηγητές και φοιτητές) δεν μπορούσαν να ανταποκριθούν στις διδακτικές ή ερευνητικές εργασίες τους. Το κλειστό Πανεπιστήμιο είναι υπόθεση διοικητική και γραφειοκρατική. Δεν έχει να κάνει με τις διδακτικές και τις ερευνητικές εργασίες.
Στον βαθμό που το Πανεπιστήμιο ως «πράγμα» (με τη φιλοσοφική έννοια του όρου) ή ως υποκείμενο που κατασκευάζει τον αναστοχασμό της κοινωνίας αντιμετωπίζεται ως γραφειοκρατική ή διοικητική οντότητα, η οποία «κλείνει» ή «ανοίγει» κατά τη βούληση ενός εμπλεκόμενου μικρο-υποκειμένου, τότε αντιλαμβάνεται κανείς ότι η ίδια η ελληνική κοινωνία επιδιώκει να καρατομήσει το μετα-επίπεδο του αναστοχασμού της. Στο ερώτημα τι έκαναν ο πρύτανης και το Συμβούλιο για να μην «κλείσει» το Πανεπιστήμιο, η απάντηση προέρχεται από την πλευρά της φιλοσοφίας της πανεπιστημιακής πολιτικής.
Ο πρύτανης κ. Πελεγρίνης υιοθέτησε χωρίς κανέναν δισταγμό τα συντεχνιακά αιτήματα των διοικητικών υπαλλήλων και οργάνωσε τη διοίκηση και λειτουργία του Πανεπιστημίου κατά τα πρότυπα μιας δημόσιας ή ιδιωτικής επιχείρησης. Εφτασε μάλιστα στο σημείο να ζητήσει (άραγε από ποιον;) την παραίτηση του Συμβουλίου, επειδή αυτό (δηλαδή το Συμβούλιο) δεν ασπάζεται τις δικές του απόψεις για τη διοικητική διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού του Πανεπιστημίου.
Από την άλλη, το Συμβούλιο, ενώ θα μπορούσε, σύμφωνα με τον νόμο, να παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο και μάλιστα ρόλο εμπροσθοφυλακής για το νέο Πανεπιστήμιο του εικοστού πρώτου αιώνα, εγκλωβίστηκε σε διοικητικές διενέξεις και γραφειοκρατικές συγκρούσεις. Με τη σειρά του προχώρησε σε μια απόφαση η οποία, αντί να αναλύει την κατάσταση που έχει να κάνει με το «συμβάν» κλειστό Πανεπιστήμιο, καταγγέλλει τον πρύτανη ως υπεύθυνο (σε επίπεδο πανεπιστημιακής πολιτικής) για τη θλιβερή κατάσταση των πανεπιστημιακών πραγμάτων.
Μπορεί οι εμπειρικές αυτές παρατηρήσεις να είναι διαφωτιστικές για όλους μας σχετικά με το κλειστό Πανεπιστήμιο, οι θεωρητικές όμως επισημάνσεις θα μας βοηθήσουν να καταλάβουμε τα πράγματα στην ορθή βάση τους: το Πανεπιστήμιο κατά τους τρεις τελευταίους μήνες εγκλωβίστηκε σε μια πολιτική σύγκρουση ανάμεσα σε δύο διαφορετικές και ριζικά αντίθετες αντιλήψεις με την εκπόνηση και την άσκηση της πανεπιστημιακής πολιτικής. Η μία αντίληψη μπορεί να ονομαστεί γραφειοκρατική–λειτουργική και εκπροσωπείται από τον πρύτανη και η άλλη μπορεί να φέρει την ονομασία ορθολογική–αναστοχαστική και εκπροσωπείται από το Συμβούλιο. Το Πανεπιστήμιο παρέμεινε «κλειστό» επειδή αποτέλεσε πεδίο μάχης ανάμεσα σε αυτές τις δύο αντιλήψεις. Πολλοί επιχειρηματολογούν υπέρ του νέου Πανεπιστημίου του εικοστού πρώτου αιώνα, αλλά ταυτόχρονα αναλώνονται στις καταγγελίες για το περιώνυμο «βαθύ πανεπιστήμιο». Αυτό έχει να κάνει με το Συμβούλιο. Από την άλλη το γραφειοκρατικό πανεπιστήμιο του πρύτανη δεν κατάλαβε ότι στην περίπτωση του Συμβουλίου δεν έχουμε να κάνουμε με μικρο-υποκείμενο, το οποίο αναλαμβάνει να ελέγχει τις αποφάσεις και τις πράξεις του. Κατά τον νόμο, το Συμβούλιο συνιστά την πεμπτουσία του αναστοχασμού των εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων (διδασκαλίας και έρευνας). Δεν είναι μηχανισμός διοικητικού ελέγχου των γραφειοκρατικών δραστηριοτήτων του πρύτανη ή της Συγκλήτου.
Τελικά και ως συμπέρασμα μπορούν να επισημανθούν τα εξής: Πρώτον, το κλειστό Πανεπιστήμιο είναι ελληνική επιστημολογική καινοτομία, η οποία (σε χιουμοριστικό επίπεδο) μπορεί να αποτελέσει εξαγώγιμο προϊόν. Δεύτερον, η ίδια η ελληνική κοινωνία μετά από τόσα χρόνια δεν έχει αποκτήσει «γνώση» για το «πράγμα» που ονομάζεται Πανεπιστήμιο. Το Πανεπιστήμιο δεν είναι ούτε δημόσια ούτε ιδιωτική επιχείρηση. Το Πανεπιστήμιο είναι το θεσμικό μετα-επίπεδο του αναστοχασμού κάθε κοινωνίας. Τρίτον, οι διοικητικοί υπάλληλοι ως μικρο-υποκείμενο συντεχνιακών συμφερόντων και επιδιώξεων δεν απέκτησαν ποτέ την αυτοσυνείδηση του «εργάτη» σε μια αυτόνομη και αυτοδιοίκητη κοινωνική περιοχή. Τέταρτον, η γραφειοκρατική σύγκρουση ανάμεσα στον πρύτανη και το Συμβούλιο δεν μπορεί να μεταφραστεί, για πολλούς λόγους, σε διένεξη σχετικά με τις ιδέες της πανεπιστημιακής πολιτικής. Ο πρύτανης εκφράζει το «παλιό καθεστώς», το οποίο αντέχει και δεν παραδίδει τα όπλα, αλλά και το Συμβούλιο δεν έχει επεξεργαστεί ολοκληρωμένο πρόγραμμα διαφωτιστικής πανεπιστημιακής πολιτικής. Εχει μείνει πίσω από τα γεγονότα, κατά το κοινώς λεγόμενο. Και πέμπτον, εάν κρίνει κανείς από την έκφραση των συγκρούσεων (πολιτικών, επιστημολογικών και συντεχνιακών) στην αναφορά που έχει να κάνει με το Πανεπιστήμιο (δηλαδή με τον αυτοστοχασμό της ελληνικής κοινωνίας), αντιλαμβάνεται ότι η μεθοδολογία για την επίλυση των κοινωνικών αντιφάσεων έχει ήδη υποθηκευτεί: τούτο σημαίνει ότι το κλειστό Πανεπιστήμιο είναι η μέθοδος (εννοείται η αρνητική) για να επιλυθούν όλες οι κοινωνικές αντιθέσεις και διαφορές σε μια κοινωνία που βρίσκεται σε οικονομικό καθεστώς κρίσης και σε πολιτικό καθεστώς «εκτάκτου ανάγκης».
…………………………………………………………………………………………………………
* Καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης