«Μην ειπούν στο στοχασμό τους
τα ξένα έθνη αληθινά:
Εάν μισούνται ανάμεσό τους
Δεν τους πρέπει ελευθεριά»
Διονύσιος Σολωμός
Του Βίκτωρα Νέτα
Με την ανάληψη της προεδρίας της Ευρωπαϊκής Ενωσης από την Ελλάδα χάθηκε μια μεγάλη ευκαιρία να ομονοήσουν τα κόμματα, να τηρήσουν μια κοινή στάση απέναντι στους άλλους Ευρωπαίους και να απαιτήσουν ουσιαστική συμπαράσταση και βοήθεια για την έξοδο της χώρας από την κρίση. Παράλληλα, όλα μαζί τα κόμματα θα έπρεπε να δώσουν μαζί με τη Δικαιοσύνη τη μάχη για την κάθαρση του σαθρού και διαβρωμένου πολιτικού συστήματος, την αποκάλυψη όλων των σκανδάλων, την τιμωρία των ενόχων και την ουσιαστική αναθεώρηση του Συντάγματος.
Τι νόημα είχε η απουσία των κομμάτων της αντιπολίτευσης από τις τελετές ανάληψης της προεδρίας στο Ζάππειο και στο Μέγαρο Μουσικής; Γιατί θα έπρεπε να δοθεί αυτή η μίζερη και διχαστική εικόνα στους Ευρωπαίους αξιωματούχους; Γιατί θα έπρεπε να υποτιμηθεί και να απαξιωθεί ένα γεγονός που αναδεικνύει τη χώρα και της παρέχει την ευκαιρία να διατυπώσει προτάσεις πανευρωπαϊκού ενδιαφέροντος, εν όψει, μάλιστα, και των ευρωεκλογών του Μαΐου; Ολα τα κόμματα θα πληρώσουν στις κάλπες την ανεπάρκεια και την ατολμία τους να μελετήσουν και να διατυπώσουν προτάσεις, τον καιροσκοπισμό τους, τη μικροπολιτική συμπεριφορά τους, τον λαϊκισμό, την ανικανότητα να βγάλουν τον τόπο από την κρίση, χωρίς τις οδυνηρές συνέπειες που πληρώνουν οι πολίτες.
Θα πληρώσουν όλα τα κόμματα για τα σκάνδαλα, για τις μίζες, για τις αρπαχτές, για τα θαλασσοδάνεια, για τις ρεμούλες, για τις σπατάλες, για τη μη αξιοποίηση του κρατικού πλούτου και των αναπτυξιακών δυνατοτήτων του ευλογημένου αυτού τόπου. Θα πληρώσουν για την ενοχή των στελεχών τους τα κόμματα που κυβέρνησαν, αλλά και τα κόμματα που βρίσκονταν στην αντιπολίτευση και ενώ γνώριζαν δεν αντέδρασαν. Δεν δικαιούται κανείς πολιτικός ή πολιτευόμενος να ισχυριστεί ότι δεν γνώριζε πως για κάθε κρατική προμήθεια, και όχι μόνο για τους εξοπλισμούς, δίνονταν από τους προμηθευτές μίζες σε όσους είχαν την ευθύνη της διαπραγμάτευσης από την πλευρά του Ελληνικού Δημοσίου. Κατ’ επανάληψη στη Βουλή και μεταπολεμικά έγιναν αποκαλυπτικές συζητήσεις, αλλά δυστυχώς ακολουθούσε, κατά κανόνα, κουκούλωμα.
Το 1947 έγινε μακρά συζήτηση στη Βουλή για τις κρατικές προμήθειες, ιδιαίτερα μάλιστα για τους εξοπλισμούς. Τότε ο βουλευτής Δ. Χατζηγιάννης σε αγόρευσή του στις 7 Μαΐου έκανε μια εντυπωσιακή αποκάλυψη για την αγορά του θωρηκτού «Γεώργιος Αβέρωφ», που έγινε το 1909. Τη διαπραγμάτευση της αγοράς έκανε ο τότε υπουργός Ναυτικού, υποναύαρχος Ιωάννης Δαμιανός, που ήταν και ο πρώτος κυβερνήτης του θωρηκτού. Είπε ο Χατζηγιάννης: «Το τίμημα διά το θωρηκτόν ήτο 24.000.000 χρυσά φράγκα. “Και η προμήθειά μου;” είπεν ο Δαμιανός. Του απήντησαν: 200.000 φράγκα χρυσά. Οταν υπεγράφετο το συμβόλαιον είχεν αναγραφεί το ποσόν των 24.000.000. “Και η προμήθειά μου;”, ηρώτησεν ο Δαμιανός. “Αυτή είναι ιδική σας, θα σας δοθεί χωριστά”, του είπαν οι αντιπρόσωποι των ναυπηγείων. “Δεν είναι ιδική μου, είναι του υπουργού των Ναυτικών, θα εκπεσθεί από το τίμημα, υπέρ του Δημοσίου”, ήτο η απάντησις του Δαμιανού. Το κράτος, είτε επλήρωνε τα 200.000 φράγκα χρυσά είτε όχι, δεν εχάνετο οικονομικώς, αλλ’ η ανωτερότης του υπουργού που το εξύψωνε και επαραδειγμάτιζεν ηθικώς».
Αναφέρθηκε στη Βουλή από πολιτικούς που γνώριζαν ιστορία -ελάχιστοι από τους σημερινούς γνωρίζουν- ότι το κρατικό χρήμα, από τους αρχαίους ακόμη χρόνους, ήταν πειρασμός για όσους ασκούσαν εξουσία. Γι’ αυτό και ο μέγας Περικλής έλεγε ότι ο πολιτικός πρέπει να είναι «χρημάτων κρείττων». Και ο Πλούταρχος έγραψε: «Διά τους άρχοντας είναι δείγμα αρετής το να αρνούνται και εκείνα που τους είναι επιτετραμμένον να λάβουν». Επίσης ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι ο Αμασις «έθεσε νόμον κατά τον οποίον υπεχρεούντο οι Αιγύπτιοι να αποδεικνύουν την προέλευσιν των εισοδημάτων των. Εάν δεν μπορούσαν να αποδείξουν τη νόμιμη προέλευση των εισοδημάτων τους, καταδικάζονταν σε θάνατο». Οι κήνσορες στη Ρώμη ασκούσαν, όπως και οι έφοροι της Σπάρτης, το χρέος της εποπτείας του βίου των πολιτών. Η ρωμαϊκή νομοθεσία προέβλεπε βαρύτατες κυρώσεις στην περίπτωση αδυναμίας αποδείξεως της νομιμότητας του αιφνιδίου πλούτου.
Στη σύγχρονη Ελλάδα μετά από πολλά πισωγυρίσματα ψηφίστηκε το 1964 ο νόμος «Περί προστασίας της τιμής του πολιτικού κόσμου», γνωστός ως νόμος του «Πόθεν Εσχες», στον οποίο έγιναν μέχρι σήμερα άπειρες τροποποιήσεις. Ο νόμος αφήνει ακάλυπτο το «πόθεν», με άμεση συνέπεια οι υπόχρεοι να δηλώνουν τα περιουσιακά τους στοιχεία, όχι όμως και πώς τα έχουν αποκτήσει. Οι έλεγχοι των δηλώσεων είναι δειγματοληπτικοί και γίνονται από επιτροπή της Βουλής στην οποία μετέχουν και δικαστικοί. Καιρός είναι να αλλάξει ο νόμος, ώστε να καλυφθεί το «πόθεν» και να γίνεται ουσιαστικός έλεγχος από δικαστικούς.