Το σκάνδαλο του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου είναι, αναμφίβολα, από τα πιο εκρηκτικά των τελευταίων δεκαετιών. Εντυπωσιάζουν το ύψος των ποσών που δίνονταν χωρίς καμία διασφάλιση και η ευκολία της χορήγησής τους. Το ότι το 2008 η κρίση δεν ήταν εμφανής και ότι ουδείς περίμενε την τραγική εξέλιξη της ελληνικής οικονομίας, που επικαλούνται οι «πρωταγωνιστές» του σκανδάλου, είναι τουλάχιστον αστεία επιχειρήματα τόσο για την πολιτική σκηνή όσο και για την κοινωνία.
Πολιτικά κόμματα και κοινωνία παρακολουθούσαν σχεδόν αδιάφορα τα όσα γίνονταν επαναπαυμένοι άπαντες στο ότι αυτοί δεν συμμετείχαν. Πιθανώς δεν γνώριζαν ότι οι τράπεζες έπαιρναν δημόσιο χρήμα από την ανακεφαλαιοποίησή τους και το διοχέτευαν σε μια άνευ προηγουμένου διαπλοκή με συμμετέχοντες πολιτικούς, κομματικά στελέχη, τραπεζικούς και επιχειρηματίες. Εστω ότι είναι έτσι. Τίποτε όμως δεν υποψιάστηκαν όλο αυτό το διάστημα από την ανεξέλεγκτη ροή του χρήματος;
Για τη χειμαζόμενη κοινωνία τα ποσά που διακινούνταν υπό μορφή δανείων, δανεικά κι αγύριστα, είναι ιλιγγιώδη, εκτός εάν τα διακοποδάνεια, τα καταναλωτικά δάνεια και οι πιστωτικές κάρτες τύφλωναν ελεγκτικούς φορείς, μέσα ενημέρωσης και εργαζόμενους και συμφωνούσαν σιωπηρά στην όλη διαδικασία. Τώρα όμως που φτάσαμε στο χείλος της αβύσσου εξοργιζόμαστε ως κοινωνία γι' αυτό το «πανηγύρι» των τραπεζικών χορηγήσεων σε μεγαλοεπιχειρηματίες, με χρήματα του Δημοσίου. Είναι εκατοντάδες τα εκατομμύρια ευρώ που χορηγήθηκαν με τη μία μορφή ή την άλλη σε «ημετέρους». Η εξέταση οφείλει να προχωρήσει σε βάθος ώστε να αποδοθούν ευθύνες, όπου αποδειχτεί παράνομη δραστηριότητα εκ μέρους των εμπλεκομένων, τόσο στην περίπτωση των δανείων του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου όσο και στο σκάνδαλο της αγοράς των υποβρυχίων. Οι αποκαλύψεις μπορεί για μερικούς να είναι απλώς φυσιολογικές, δεν παύουν όμως να συγκλονίζουν την κοινή γνώμη, που, επιτέλους, βλέπει πού πάνε οι κόποι των εργαζομένων. Οχι σε έργα ή σε αποπληρωμή εθνικών δανείων, αλλά σε τσέπες επιτήδειων που εκμεταλλεύονται ένα σαθρό οικονομικό-ελεγκτικό σύστημα, περιφρονώντας θεσμούς και το ίδιο το δημοκρατικό πολίτευμα.
Είναι ώρα να λάμψει η αλήθεια και να αποδοθούν ευθύνες. Ας τελειώσει επιτέλους το «καθεστώς» της ατιμωρησίας. Η Δικαιοσύνη οφείλει να σταθεί στο ύψος της. Είναι λαϊκή απαίτηση. Οπως επίσης είναι ώρα η κοινωνία να επανεκτιμήσει τις ανάγκες της και να προβεί σε επαναξιολόγηση των αξιών της, μακριά από καταναλωτισμούς και εξοντωτικούς ανταγωνισμούς. Εδώ η ευθύνη των κομμάτων προβάλλει επιτακτική, ώστε να επαναφέρουν στο πολιτικό σκηνικό την όντως πολιτική, αυτήν που στηρίζεται στην αξιοκρατία, τη διαφάνεια, τον έλεγχο, την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης. Μόνο έτσι θα καταπολεμηθούν η διαφθορά και η διαπλοκή και μόνο έτσι θα επανακάμψει το ενδιαφέρον των πολιτών για ενεργό συμμετοχή στη λήψη των αποφάσεων.