19/01/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

ΛΟΓΟΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ Πολιτική διαφθορά

Πλήγμα στην καρδιά της δημοκρατίας

Η διαφθορά υποκαθιστά το δημόσιο συμφέρον με ιδιωτικά συμφέροντα, υποσκάπτει τα θεμέλια του κράτους δικαίου, αρνείται τις αρχές ισότητας και διαφάνειας, ευνοώντας τη μυστική και προνομιακή πρόσβαση ορισμένων παραγόντων στους δημόσιους πόρους.
      Pin It

Η διαφθορά υποκαθιστά το δημόσιο συμφέρον με ιδιωτικά συμφέροντα, υποσκάπτει τα θεμέλια του κράτους δικαίου, αρνείται τις αρχές ισότητας και διαφάνειας, ευνοώντας τη μυστική και προνομιακή πρόσβαση ορισμένων παραγόντων στους δημόσιους πόρους

 

Του ΙΒ ΜΕΝΙ*

 

Το ζήτημα της διαφθοράς δεν είναι καινούργιο. Από την ίδια τη στιγμή που συγκροτήθηκε μια πολιτική κοινωνία, δηλαδή ένας χώρος που δεν ταυτίζεται ούτε με τα άτομα ως τέτοια ούτε με την ιδιωτική σφαίρα των ομάδων και των κοινοτήτων, η διαφθορά αποτέλεσε ένα ενδεχόμενο πρόβλημα. Βέβαια δεν της απέδωσαν την ίδια προσοχή όλα τα πολιτικά συστήματα.

 

Εκεί όμως όπου η διαίρεση μεταξύ πολιτικής σφαίρας και εμπορευματικής σφαίρας αναγορεύτηκε σε θέμα αρχής, εκεί όπου το δημόσιο συμφέρον διακρίνεται από τα ιδιωτικά συμφέροντα, εκεί η διαφθορά θεωρείται παθολογία. Εκείνο που ίσχυε –με τρόπο ακόμα πολύ ατελή– στη Ρώμη του Κικέρωνα ισχύει πολύ περισσότερο στα σύγχρονα συστήματα διακυβέρνησης, τα οποία βασίζονται σε κανόνες (αντιπροσώπευση, διάκριση των εξουσιών) και σε αρχές (αρετή του πολίτη) που δεν συμβιβάζονται με την παράβαση καθηκόντων και υποχρεώσεων από τους πολιτικούς και τους δημόσιους αξιωματούχους.

 

Ακριβώς όμως εξαιτίας αυτής της ασυμβατότητας μεταξύ του φιλελεύθερου δημοκρατικού κράτους και ορισμένων πρακτικών που θεωρούνται αθέμιτες, η αποκάλυψη διεφθαρμένων συμπεριφορών είναι πηγή σκανδάλου. Η ανακάλυψη του χάσματος ανάμεσα στον ιδεατό κόσμο που διακηρύσσουν οι δημοκρατίες και τις υπαρκτές πρακτικές είναι τόσο πιο αποσταθεροποιητική όσο ένα πολιτικό σύστημα στηρίζει τη νομιμοποίησή του σε κανόνες ή θεσμούς (για παράδειγμα, τις εκλογές) και σε αξίες.

 

Η επίγνωση του ότι τα πολιτικά συστήματα, με πρώτες τις δημοκρατίες, βασίζονται σε αξίες, των οποίων η παραβίαση αποδυναμώνει τη νομιμοποίησή τους, συνεπάγεται ότι η διαφθορά δεν πρέπει να θεωρείται δευτερεύον φαινόμενο, ένα μικρό και αναπόφευκτο κακό, το οποίο θα έπρεπε βέβαια να το καταπολεμούμε, γνωρίζοντας όμως ότι είναι αδύνατο να το ξεριζώσουμε.

 

Η κυνική στάση που αρκείται να διαπιστώνει μια παθολογία συμφυή με την άσκηση της εξουσίας ή η ανάλυση ορισμένων θεωρητικών του λειτουργισμού, που υπογραμμίζει τα «προτερήματα» μιας διαφθοράς, η οποία υποτίθεται ότι «λαδώνει» τους μηχανισμούς μπλοκαρισμένων συστημάτων, δεν μπορούν να απαντήσουν στην πρόκληση που αντιπροσωπεύει η διαφθορά. Καταστροφική για το κράτος, ακόμα και για τη δικτατορική ή αυταρχική εκδοχή του, η διαφθορά είναι θανάσιμη για τα δημοκρατικά καθεστώτα που δεν κατορθώνουν να αντιδράσουν έγκαιρα.

 

Μπορούμε να ορίσουμε τη διαφθορά ως παράνομη συναλλαγή μεταξύ δύο «αγορών», της «πολιτικής ή και της διοικητικής αγοράς» και της οικονομικής και κοινωνικής αγοράς. Αυτή η συναλλαγή είναι κρυφή επειδή παραβιάζει δημόσιους νομικούς και ηθικούς κανόνες και θυσιάζει το γενικό συμφέρον στον βωμό ιδιωτικών συμφερόντων (προσωπικών, συντεχνιακών, κομματικών κ.λπ.). Τέλος, αυτή η δοσοληψία, που επιτρέπει σε ιδιωτικούς παράγοντες να έχουν πρόσβαση σε δημόσιους πόρους (συμβάσεις, χρηματοδοτήσεις, αποφάσεις) με τρόπο προνομιακό και παράτυπο (απουσία διαφάνειας, ανταγωνισμού), προσπορίζει στους διεφθαρμένους δημόσιους αξιωματούχους υλικά οφέλη για τους εαυτούς τους ή για την οργάνωση της οποίας είναι μέλη.

 

Εκτός από τη λειτουργία των θεσμών και των μηχανισμών, η διαφθορά θέτει σε κίνδυνο τις ίδιες τις αξίες του συστήματος: η δημοκρατία πλήττεται στην καρδιά της. Η διαφθορά πράγματι υποκαθιστά το δημόσιο συμφέρον με ιδιωτικά συμφέροντα, υποσκάπτει τα θεμέλια του κράτους δικαίου, αρνείται τις αρχές ισότητας και διαφάνειας, ευνοώντας τη μυστική και προνομιακή πρόσβαση ορισμένων παραγόντων στους δημόσιους πόρους.

 

Η διαφθορά έχει αναπτυχθεί σημαντικά στη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών εξαιτίας βαθιών δομικών αλλαγών και αποτελεί σημαντικό κίνδυνο για την καλή λειτουργία ή ακόμη και για την επιβίωση των δημοκρατικών εθνών. Η έκρηξη του φαινομένου της διαφθοράς στις αναπτυγμένες χώρες οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στον βαθύ μετασχηματισμό των τρόπων οικονομικής ρύθμισης, στη διαθεσιμότητα των δρώντων να αποδεχτούν το παιχνίδι της διαφθοράς και, τέλος, στις ευκαιρίες που προσφέρονται στους δημόσιους και ιδιωτικούς παράγοντες της διαφθοράς.

 

Οι τρόποι οικονομικής ρύθμισης γνώρισαν έναν ριζικό και συνάμα οικουμενικό μετασχηματισμό τις τελευταίες δεκαετίες από το νεοφιλελεύθερο κύμα. Ολες οι καπιταλιστικές χώρες σημαδεύτηκαν από τις ιδιωτικοποιήσεις, την απορρύθμιση της αγοράς και τη διεθνοποίηση των συναλλαγών. Αν οι ριζικές κριτικές της σχολής της Δημόσιας Επιλογής (Public Choice) στον κρατικό παρεμβατισμό –ο οποίος ενοχοποιούνταν για αναποτελεσματικότητα, ανώφελα κόστη και διαφθορά– ήταν βάσιμες, θα περιμέναμε ότι η διαφθορά, που υποτίθεται ότι γεννιέται από την υπερβολική κρατική ρύθμιση, θα έπαυε ή θα μειωνόταν.

 

Συνέβη όμως το εντελώς αντίθετο. Αυτή η βαθιά μεταβολή των κανόνων του οικονομικού παιχνιδιού πολλαπλασίασε τις ευκαιρίες διαφθοράς. Πράγματι, αυτή η μεταβολή δημιούργησε τις προϋποθέσεις για κερδοσκοπικές καταστάσεις, στις οποίες ήταν δυνατόν να αποκτηθούν γρήγορα σημαντικά οφέλη χωρίς να χρειάζεται πολλή εργασία ή κεφάλαιο. Οι πόροι που είχαν κομβική σημασία για τους δρώντες ήταν εκείνοι της πληροφόρησης και της πρόσβασης στα συστήματα όπου η απορρύθμιση δημιουργούσε πεδία ανεξέλεγκτης ισχύος.

 

Αυτές οι νέες ευκαιρίες που προσέφερε η αγορά συναντούσαν τις νέες ευκαιρίες που προσέφερε η πολιτική: την ανάγκη να αυξηθούν οι οικονομικοί πόροι των κομμάτων, προκειμένου να αντισταθμιστούν η παρακμή της πολιτικής συμμετοχής και η αύξηση των εκλογικών δαπανών. Σε ορισμένες περιπτώσεις, επιχειρήσεις και πολιτική διαπλέχθηκαν τόσο στενά ώστε να μην ξέρει πλέον κανείς σε τι να αποδώσει την περιουσία ενός προσώπου. Σε αυτό το σημείο η διάκριση του δημόσιου και του ιδιωτικού χάνεται, καθώς η ιδιωτική περιουσία ή η πρόσβαση σε σημαντικές θέσεις της διοίκησης ή της πολιτικής είναι αλληλεξαρτώμενες.

 

………………………………………………………………………………………………………………

 

* Ο Ιβ Μενί είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης και έχει διδάξει σε πολλά πανεπιστήμια στην Ευρώπη (Παρίσι, Μαδρίτη, Ρώμη, Μπολόνια) και στην Αμερική. Από το 2002 ώς το 2009 διηύθυνε το Ευρωπαϊκό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο της Φλωρεντίας. Το κείμενό του αυτό είναι απόσπασμα άρθρου του που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Confluences».

 

Scroll to top