Pin It

Του Γιώργου Ανδριώτη*

 

Ενα ταξίδι μπορεί να παρομοιαστεί με ένα ανοιχτό παράθυρο, που αφήνει τον ταξιδιώτη να έχει μια στιγμιαία αλλά καταλυτική εικόνα, σε ένα σύμπαν διαφορετικό από το οικείο και καθημερινό. Ο ταξιδιώτης κοιτά έξω από το παράθυρο και αντικρίζει έναν κόσμο που τα πάντα αντανακλούν τις δικές του προβολές και προσδοκίες.

 

Ο απόηχος αυτής της εμπειρίας, όπως και αν αποτυπώνεται, προβάλλεται και διαμεσολαβείται, δεν αντιστοιχεί στην ουσία της εμπειρίας. Οι εικόνες των καρτ ποστάλ αδυνατούν να μεταφέρουν τη «μεγαλύτερη εικόνα», οι οθόνες των τηλεοράσεων, υπολογιστών κτλ., μόνον ως θολή αντανάκλαση μπορούν να σταθούν δίπλα στην ολοκληρωτική εμπειρία τού να είσαι εκεί.

 

Βέβαια δεν είναι όλα τα ταξίδια ίδια, ούτε όλοι οι ταξιδιώτες. Για παράδειγμα, εκείνος ο αρχαίος πολυμήχανος Θειακιός, ο Οδυσσέας. Το ίδιο ισχύει και για τον πολυταξιδεμένο ιστορικό Ηρόδοτο που είχε αλωνίσει μεγάλο μέρος του γνωστού τότε κόσμου. Στον αντίποδα αυτών τον δύο περιπτώσεων έχουμε τον άλλο διάσημο αρχαίο Ελληνα, τον μεγάλο Αλέξανδρο, που ταξίδεψε ώς την Ινδία… μαζί βέβαια με όλο του το στράτευμα. Ο Αλέξανδρος σίγουρα δεν ήταν τουρίστας.

 

Το ταξίδι σε αυτή την περίπτωση μοιάζει με ένα παιχνίδι με καθρέφτες, μια αναζήτηση γνώσης, μια επέκταση, όπου το φαντασιακό μπλέκεται με τον αμείλικτο ρεαλισμό των οικονομικών και πολιτικών εξισώσεων.

 

Το ταξίδι αναψυχής είναι ένα υπο-φαινόμενο της μοντέρνας εποχής. Τα μεγάλα ταξίδια των ανακαλύψεων των προηγούμενων αιώνων, η βιομηχανική επανάσταση, η αποικιοκρατία είναι προπομποί των τουριστικών ταξιδιών, καθώς διαμόρφωσαν τη δυνατότητα και το περιβάλλον για τη συρρίκνωση των γεωγραφικών και πολιτικών ορίων του πλανήτη. Το ταξίδι που έχει αφετηρία την αναψυχή, συνήθως, χαρακτηρίζεται από μια ανάγκη απόδρασης και ανάπαυλας από τις ρουτίνες του οικείου. Είναι μια απόδραση από την καθημερινότητα προς έναν κόσμο εξωτικό. Η αντίληψη αυτή δεν προκύπτει αυθόρμητα στους επίδοξους φυγάδες του τουρισμού, αλλά διαμορφώνεται και καλλιεργείται μέσα από αναπαραστάσεις αυτού του «εξωτικού» κόσμου.

 

Αυτές οι λεγόμενες αναπαραστάσεις συνίστανται σε έναν ιστορικά διαμορφωμένο λόγο περί μακρινών τόπων και πολιτισμών, όπως αυτός προκύπτει στη λογοτεχνία, την κινηματογραφία και γενικότερα στον τρόπο αφήγησης και εξιστόρησης των ταξιδιωτικών εμπειριών. Οι πρώιμες εμπειρίες τέτοιων επαφών με εξωτικές χώρες, όπως έγιναν αντιληπτές μέσα από τη διόπτρα Ευρωπαίων εμπόρων, κατακτητών, ταξιδιωτών και αποικιοκρατών, μεταδόθηκαν σε ένα αναγνωστικό κοινό διψασμένο για ρομαντικές περιπέτειες, διαμορφώνοντας καταλυτικά τη νοοτροπία και τη στάση των επόμενων γενεών ταξιδιωτών προς αυτές τις περιοχές.

 

Αυτή η απόδοση του «ξένου» ήταν όμως πάντοτε μερική, πάντοτε προκατειλημμένη από τη διαφορά δυναμικού ανάμεσα σε αυτούς που κατέγραφαν μια πραγματικότητα και σε αυτούς που ήταν το αντικείμενο αυτής της αφήγησης.

 

Μέσα σε αυτές τις ρομαντικές εξιστορήσεις βλέπουμε συχνά άλλους τόπους και πολιτισμούς να παρουσιάζονται υπό το πρίσμα ενός συγκαλυμμένου ιδεολογικού δυϊσμού. Από τη μία, αυτοί οι πρώιμοι αφηγητές εξυμνούσαν το φυσικό κάλλος και την αγνότητα του πολιτισμού άλλων κοινωνιών και από την άλλη, επιβεβαίωναν την πολιτισμική και πολιτική ανωτερότητα και κυριαρχία του δυτικού τρόπου σκέψης και τρόπου ζωής.

 

Στη σύγχρονη εποχή, το ταξίδι αναψυχής ήταν αρχικά το προνόμιο των πολιτών εύρωστων οικονομικά χορών. Σταδιακά και με τη διάδοση των μέσων πληροφόρησης οι κάτοικοι μακρινών γεωγραφικών και πολιτισμικών περιοχών του πλανήτη άρχισαν να κατακλύζονται από έναν δελεαστικό βομβαρδισμό εικόνων και ωραιοποιημένων προβολών του τρόπου ζωής των δυτικών κοινωνιών. Οι εκπρόσωποι των οικονομικών ελίτ των περιοχών αυτών ήταν οι πρώτοι που άρχισαν να παραθερίζουν και να στέλνουν τους γόνους τους για σπουδές στα οικονομικά και πολιτιστικά κέντρα του δυτικού κόσμου.

 

Με τη σειρά τους οι απλοί πολίτες αυτών των χωρών, με τρόπο ανάλογο με αυτό των ευκατάστατων τουριστών της Δύσης, άρχισαν να οραματίζονται τον δυτικό κόσμο σαν έναν επίγειο παράδεισο, έναν τόπο γεμάτο ευκαιρίες, όπου μπορούν να αποδράσουν από τα δικά τους αδιέξοδα. Είναι υπό μία έννοια φυσικό ο τρόπος ζωής των ευκατάστατων τάξεων να αποτελεί πρότυπο προς μίμηση και για τις φτωχότερες κοινωνικές τάξεις. Στη χώρα μας έχουμε πολλά τέτοια παραδείγματα, αρκεί μόνο να αναλογιστεί κάποιος το πώς μέσα σε μια τριακονταετία τα χειμερινά κέντρα αναψυχής και τα χιονοδρομικά κέντρα έπαψαν να είναι μόνον τόπος εποχικής απόδρασης των κοινωνικών κύκλων του Κολωνακίου. Δεν είναι όμως μόνο φαντασιακοί λόγοι που ωθούν το πολύχρωμο πλήθος των ταξιδιωτών, από τις μέχρι πρότινος εξωτικές περιοχές του πλανήτη, προς μια εκούσια ή ακούσια μετακίνηση προς τις χώρες του αποκαλούμενου αναπτυγμένου κόσμου.

 

Σήμερα αυτοί οι ταξιδιώτες αποκαλούνται μετανάστες γιατί σε αντίθεση με τους τουρίστες αποζητούν μια μόνιμη απόδραση από τον τόπο διαμονής τους. Οι λόγοι που τους ωθούν στη φυγή διαφέρουν, αλλά όλοι αποζητούν μια ανάπαυλα και μια ευκαιρία για αναγέννηση, με τον ίδιο τρόπο που οι δυτικοί τουρίστες μπορεί να οραματίζονται ρομαντικά τις διακοπές τους σαν ένα είδος ευκαιρίας για να πάρουν μια ανάσα, να αναθεωρήσουν και να αναπροσδιορίσουν τη θέση τους στην πραγματικότητα. Η διαφορά ανάμεσα σε αυτές τις δύο κατηγορίες ταξιδιωτών είναι βέβαια αναμφισβήτητα διακριτή.

 

Οι μετανάστες δεν έχουν σε πολλές περιπτώσεις τη δυνατότητα να αναπροσδιορίσουν την πραγματικότητά τους. Πολλοί από αυτούς αποδρούν από τον θάνατο του πολέμου και της πολιτικής αστάθειας, άλλοι από μια οικονομική πραγματικότητα μιζέριας και αβεβαιότητας. Σε κάθε περίπτωση το τι αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι αυτοί στις χώρες τους, πάντα αντιπαρατίθεται για αυτούς στις εικόνες που προσλαμβάνουν από την πραγματικότητα που βιώνουμε στις δικές μας κοινωνίες. Κατά κάποιον τρόπο είναι σαν να έχουμε πέσει θύματα της ίδιας της πολιτιστικής μας προπαγάνδας. Οπως έλεγε και εκείνη η παραπλανητική διαφήμιση για την Ολυμπιάδα του 2004, «ζήσε τον μύθο σου στην Ελλάδα»

 

…Ε, λοιπόν, τώρα ήρθαν να ζήσουν τον μύθο τους στην Ελλάδα οι τουρίστες που δεν περιμέναμε.

 

……………………………………………………………………………………………………………………………………………..

 

*Ανεργος κοινωνικός ανθρωπολόγος και μπλόγκερ στην «Επικράτεια του Μηδενός»