01/03/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Χειραφέτηση, εξουσία, Αριστερά

Σήμερα, η «εξουσία» διαχέεται σε πολλαπλά επίπεδα, είτε κατά τη μοριακή φουκοϊκή διεύρυνσή της, είτε κατά τη νεοθεσμική της αναπαράσταση ως «πολλαπλής διακυβέρνησης», είτε κατά τη βιοπολιτική της διάσταση.
      Pin It

Σήμερα, η «εξουσία» διαχέεται σε πολλαπλά επίπεδα, είτε κατά τη μοριακή φουκοϊκή διεύρυνσή της, είτε κατά τη νεοθεσμική της αναπαράσταση ως «πολλαπλής διακυβέρνησης», είτε κατά τη βιοπολιτική της διάσταση

 

Του ΤΑΚΗ ΚΑΦΕΤΖΗ*

 

Η Ιστορία, ως στάδιο, ως φάση, ως στιγμή, ή όπως αλλιώς κι αν μπορεί να περιοδολογηθεί, πλαισίωνε πάντα τις πράξεις, τις λέξεις, την ίδια τη ζωή και την «τύχη» των ανθρώπων στη δυτική νεωτερικότητα. Ηταν η νέα θεά που φιλοδόξησε να υποκαταστήσει το ρευστό και αβέβαιο συμβάν στην ντεϊστική αντίληψη του αείποτε προκαθορισμένου χρόνου και τόπου του ανθρώπου, μια αντίληψη ολικά κυρίαρχη στον «μακρύ Μεσαίωνα».

 

Η ιδέα της Ιστορίας ως εγκόσμιου οδηγού και ταυτόχρονα ως τυχαίου δημιουργήματος της εκάστοτε ζωής των ανθρώπων αναγορεύεται σε νέα θεολογία, που εξηγεί ίσως και το γιατί ο Μαρξ, σε μια θετικιστική μεταφυσική του καιρού του, χαρακτήρισε την Ιστορία ως επιστήμη των επιστημών.

 

Πράγματι, στο νεωτερικό εφεξής, οι έννοιες, οι ιδέες, οι αξίες, τα σύμβολα, τα νοητικά και κανονιστικά σχήματα, όλα όσα ήσαν οι διαμεσολαβήσεις που είχε ανάγκη ο άνθρωπος για να προσλάβει τη ζωή του και να δώσει νόημα σ’ έναν κόσμο που ζούσε «χωρίς Θεό», θα υπάγονταν στο αδυσώπητο καμίνι του ιστορικού χρόνου.

 

Από τον καλβινιστικό λογιστικό υπολογισμό του θεόπεμπτου εγκόσμιου καθήκοντος και της θεόπνευστης επαγγελματικής «κλήσης», μέχρι τις κοινοτιστικές επαγγελίες του Τόμας Μίνστερ και τις παράδοξες πολιτείες των «Ουτοπικών», ο μη δεδομένος χρόνος, ο χρόνος μιας μη προβλέψιμης κι ωστόσο μαγευτικής ιστορίας και για τους ταπεινούς και για τους άρχοντες, ήταν πλέον το φάντασμα που δέσποζε στην απελευθερούμενη συλλογική φαντασία. Τα πάντα ήταν ανοιχτά στην ανατροπή, την ανασκευή, την αίρεση, την πλήθυνση της διαφοράς από το όποιο υπάρχον, ακριβώς γιατί αυτό το υπάρχον δεν μπορούσε πλέον να αναπαρίσταται ως ένα ουσιολογικά πεπερασμένο, οριστικό, μη περαιτέρω σημαινόμενο Ολον.

 

Οι σημασίες των λέξεων δεν ήταν πλέον δεδομένες, ούτε ήταν προκαθορισμένη η χρονική ακολουθία στη ζωή των ανθρώπων. Το καινούργιο Ημερολόγιο που καθιέρωνε η εξουσία της Γαλλικής Επανάστασης σήμαινε τη ριζικά νέα σήμανση και την εξ υπαρχής μέτρηση του χρόνου της ανθρώπινης ύπαρξης, εγκαθιστώντας βίαια στο κοινωνικό γίγνεσθαι, και από μηδενικό σημείο, την ανατρεπτική δύναμη της Ιστορίας. Η κίνηση της Ιστορίας θα ξεκινά πλέον από το κάθε φορά μηδέν, θα γράφεται μέσα από ένα πάντα συνεχές παρόν της, προβάλλοντας και μαζί υπερβαίνοντας στο διάβα της τους σπασμούς της εκείνους που οι άνθρωποι θα κρίνουν πως δεν μπορούν πια να τους υποφέρουν στη ζωή τους.

 

Από εδώ, από αυτό το σημείο της ανυπόφορης βιωματικής ύπαρξης, ξεκινά στην Ιστορία -εννοούμενη ως αέναη «διαδικασία χωρίς υποκείμενο»- η εμπειρική διαδρομή της κοινωνικής χειραφέτησης με τα ιστορικά πλαισιωμένα νοήματά της. Αλλά και από εδώ, από το σημείο εκείνο που η βιωματική ύπαρξη γίνεται ανυπόφορη, ξεκινά και η ιστορική πορεία της εκάστοτε εξουσίας προς το πάντα άδηλο τέλος της. Από τα τέλη του 18ου μέχρι και τα μέσα του 20ού αιώνα, η σύγκρουση ανάμεσα στις δύο αυτές ιστορικά καθοριζόμενες και σημασιολογικά μεταβαλλόμενες ιδέες και έννοιες, η σύγκρουση ανάμεσα στη χειραφέτηση και την εξουσία, θα σφραγίσει τη μοίρα των λαών σε όλα τα πλάτη και τα μήκη της Γης.

 

Στο εγγενώς ασταθές σημείο τομής αυτής της σύγκρουσης, κάπου στα μέσα του 19ου αιώνα, γεννιέται η «Αριστερά», αρχικά ως «δυτικοευρωπαϊκή» (εισαγωγικά και στις δύο αυτές λέξεις, διότι τέτοιες και άλλες λέξεις είναι πάντα επίμαχες έννοιες, άρα αφημένες σε σημασιακές ολισθήσεις και νοηματικές ανακατασκευές). Από τα γενέθλια αυτά χρόνια μέχρι και σήμερα, οι λόγοι και οι πρακτικές της «ιστορικής Αριστεράς» έχουν το αδυσώπητο στίγμα μιας αδύνατης άσκησης ισορροπίας μεταξύ χειραφέτησης και εξουσίας.

 

Είτε ως μεταρρυθμιστική είτε ως επαναστατική, η σκέψη και η πράξη αυτής της Αριστεράς ταλανίζονταν ανάμεσα στην αφετηριακή και καταστατική επαγγελία για χειραφέτηση και στον αναδιπλασιασμό λογικών και μηχανισμών της εκάστοτε κείμενης (και αντίπαλης) κρατικής εξουσίας, προκειμένου αυτή να οδηγηθεί εκτός ιστορίας, αλλά με τρόπους που η ίδια είχε μετέλθει κάποτε για την επικράτησή της.

 

Επιτομές αυτής της ριζικής αντίφασης υπάρχουν πολλές, από τη λενινιστική «επαναστατική δημοκρατική δικτατορία του προλεταριάτου» μέχρι τη ρεβιζιονιστική «άλωση του αστικού κράτους εκ των ένδον». Και στις δύο αυτές εκδοχές, η αντίφαση λυνόταν υπέρ της εξουσίας και η χειραφέτηση απαντούσε με «συμβούλια εξέγερσης», από την Κροστάνδη μέχρι το Κίελο – μέσα από αυτό που ο Μπούκτσιν ορίζει ως «τρίτη επανάσταση».

 

Η ιστορία όμως έχει γυρίσματα. Σήμερα, η «εξουσία» διαχέεται σε πολλαπλά επίπεδα, είτε κατά τη μοριακή φουκοϊκή διεύρυνσή της, είτε κατά τη νεοθεσμική της αναπαράσταση ως «πολλαπλής διακυβέρνησης», είτε κατά τη βιοπολιτική της διάσταση. Παράλληλα, τα πολιτικά υποκείμενα δεν συντάσσονται ως κοινωνικά συμπαγείς και ιεραρχικά συγκροτημένες ολότητες, αλλά μάλλον ως ετερογενείς πολλότητες με διαλειμματικά και τυχαία σημεία σύμπτωσής τους στο αίτημα της αυτονομίας. Εναπόκειται στην Αριστερά να ανιχνεύσει αυτή την πολύπλοκη νέα αρχιτεκτονική, εν μέσω ριζικής αμφισβήτησης των πάντων.

 

* Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης, Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου

 

Scroll to top