01/03/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Να κυβερνάς σημαίνει… να απογοητεύεις

Η ακόλουθη συνέντευξη του Γάλλου ιστορικού Μισέλ Βινόκ δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «L’ Express».
      Pin It

Η λέξη «αρχηγός» δεν ταιριάζει στην Αριστερά. Την αφήνει στη Δεξιά. Αλλά η Αριστερά -και ιδιαίτερα οι σοσιαλιστές- κατανόησε την ανάγκη να έχει έναν ηγέτη

 

Η ακόλουθη συνέντευξη του Γάλλου ιστορικού Μισέλ Βινόκ δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «L’ Express»

 

Επιμέλεια-μετάφραση: Θανάσης Γιαλκέτσης

 

* Ας αρχίσουμε από μια απλή ερώτηση. Τι είναι η Αριστερά;

 

Είναι δύσκολο να μιλάμε για «την» Αριστερά. Η Αριστερά είναι πληθυντική. Υπήρχαν πάντοτε τουλάχιστον δύο Αριστερές: η μια μεταρρυθμιστική και δημοκρατική και η άλλη επαναστατική, σοσιαλιστική ή κομμουνιστική, η οποία επί μακρόν θεωρούσε ότι η Γαλλική Επανάσταση δεν έχει τερματιστεί και ότι θα έπρεπε να την ολοκληρώσουμε στο κοινωνικό πεδίο με μια μαρξιστική οπτική. Αυτές οι δύο πτέρυγες συνυπήρχαν πάντοτε, πράγμα που εξηγεί σε μεγάλο βαθμό και το γιατί η Αριστερά δυσκολεύτηκε να κυβερνήσει.

 

* Πώς μπορούμε να διακρίνουμε σήμερα την Αριστερά από τη Δεξιά;

 

Η διαχωριστική γραμμή έχει εδώ και πολύ καιρό μεταφερθεί στα οικονομικά και κοινωνικά προγράμματα: υπήρχαν εκείνοι που επιδίωκαν τη ρήξη με τον καπιταλισμό και εκείνοι που ήθελαν τη διατήρηση του συστήματος. Αλλά μετά την πτώση της κομμουνιστικής ουτοπίας κανείς στην Αριστερά δεν πιστεύει στην αλλαγή συστήματος. Ακόμα και αν δεν αγαπούν την οικονομία της αγοράς, δεν την αμφισβητούν ριζικά. Η απόσταση που χώριζε την Αριστερά από τη Δεξιά έχει μειωθεί σημαντικά. Ενα παράδειγμα: τα δικαιώματα του ανθρώπου και του πολίτη. Κατά βάση πρόκειται για ένα σύνολο αριστερών αξιών που προέρχονται από το 1789 και τις οποίες καταπολεμούσαν η Αντεπανάσταση και η Εκκλησία. Στις μέρες μας όλοι τις επικαλούνται. Πολλά σημεία αναφοράς της Αριστεράς αποτελούν σήμερα κοινές αξίες της φιλελεύθερης δημοκρατίας.

 

* Η Αριστερά κέρδισε συχνά τις εκλογές. Κυβέρνησε όμως πολύ;

 

Από τα τέλη της δεκαετίας του 1870 ώς το 1914 μπορούμε να πούμε ότι ήταν στην εξουσία. Εννοούμε βέβαια τη δημοκρατική Αριστερά, που ορισμένοι θα την έλεγαν Κεντροαριστερά. Αυτή ήταν που ενταφίασε οριστικά τις ελπίδες παλινόρθωσης της μοναρχίας. Αυτή θεμελίωσε μια κοσμική δημοκρατία. Αυτή θέσπισε τους μεγάλους νόμους της δεκαετίας του 1880 για την ελευθερία του Τύπου, για τη δωρεάν υποχρεωτική και κοσμική παιδεία, για τη συνδικαλιστική ελευθερία, για το διαζύγιο κ.ά. Η νίκη του συνασπισμού της Αριστεράς το 1902 είχε ως συνέπεια τον σπουδαίο νόμο του χωρισμού της εκκλησίας από το κράτος. Αντίθετα, στον Μεσοπόλεμο η Αριστερά νίκησε σε τρεις από τις πέντε εκλογικές αναμετρήσεις (1924, 1932, 1936), αλλά δεν μπόρεσε να διατηρηθεί στην εξουσία παρά μόνο για δύο χρόνια κάθε φορά, παραχωρώντας τη θέση της σε κυβερνήσεις «εθνικής ενότητας». Στην περίοδο της Δ΄ Δημοκρατίας η εκλογική και πολιτική δύναμη του Κομμουνιστικού Κόμματος απέκλειε κάθε ενδεχόμενο πλειοψηφίας της Αριστεράς. Οι ηγέτες της Αριστεράς που βρέθηκαν για σύντομα διαστήματα στην εξουσία (Μαντές-Φρανς και Γκι Μολέ) υποστηρίχθηκαν από συμμαχίες. Στην Ε΄ Δημοκρατία, από το 1958 ώς το 2012, η Αριστερά δεν βρέθηκε στην κυβέρνηση παρά μόνο για δέκα χρόνια (1981-1986, 1988-1993), συν τα πέντε χρόνια συμμαχικής κυβέρνησης του Ζοσπέν. Με άλλα λόγια, λιγότερο από το ένα τρίτο της χρονικής περιόδου. […]

 

* Πότε γεννιέται η κουλτούρα κυβερνητικής ευθύνης στην Αριστερά;

 

Οπως ήδη είπα, υπήρχε μια κυβερνητική κουλτούρα στην Αριστερά πριν από το 1914. Αλλά η άνοδος της δύναμης των επαναστατικών κομμάτων -ιδίως του Κομμουνιστικού Κόμματος μετά το 1920-, που βλέπουν το κράτος μόνον ως εργαλείο της κυρίαρχης τάξης, οδηγεί την Αριστερά να μη θέλει πλέον να διαχειρίζεται τις υποθέσεις της αστικής τάξης. Οι σοσιαλιστές συμμαχούν με τους Ριζοσπάστες για να κερδίσουν τις εκλογές, αλλά μέχρι το 1936 αρνούνται να μετάσχουν στην κυβέρνηση. Και εκείνη τη χρονιά οι κομμουνιστές, παρ’ όλο που μετέχουν στο Λαϊκό Μέτωπο, αρνούνται τα υπουργεία που τους προτείνονται. Η Απελευθέρωση άλλαξε λίγο αυτήν τη συμπεριφορά, αφού οι κομμουνιστές πήραν υπουργεία στην κυβέρνηση του Ντε Γκολ. Η Αριστερά επομένως απέκτησε σταδιακά μια κυβερνητική κουλτούρα. Κυρίως όμως μετά τη νίκη του 1981, με τον Πιερ Μορουά και τον Λοράν Φαμπιούς, και μετά το 1988, με πρωθυπουργούς όπως ο Μισέλ Ροκάρ και ο Πιερ Μπερεγκοβουά, η άσκηση της εξουσίας έπαψε να είναι -για την πλειονότητα των σοσιαλιστών- ένα φόβητρο.

 

* Η εκλογή του Μιτεράν ανοίγει μια νέα εποχή. Καταλήγει όμως σε μιαν απογοήτευση. Σύντομα γίνεται η στροφή στη λιτότητα. Η Αριστερά απαρνιέται τον στόχο «να αλλάξει τη ζωή»;

 

Ναι, αυτό ήταν ένα πολύ σημαντικό στάδιο της μαθητείας των σοσιαλιστών στην εξουσία. Αν συγκρίνουμε τον λόγο του Φρανσουά Μιτεράν στο συνέδριο του Επινέ το 1971 με όλους τους σοσιαλιστικούς λόγους μετά το 1983 βλέπουμε τη διαφορά. Η εξουσία είναι μια δοκιμασία και για την Αριστερά νομίζω ότι ήταν μια ευεργετική δοκιμασία. Να κυβερνάς σημαίνει να απογοητεύεις, να είσαι στην αντιπολίτευση είναι πολύ πιο βολικό. Σε αυτά τα χρόνια της κυβερνητικής της θητείας, η Αριστερά έμαθε τις έννοιες του σχετικού και του συμβιβασμού.

 

* Υιοθετώντας τις προκριματικές εκλογές, η Αριστερά μεταστράφηκε τελικά στην κουλτούρα του αρχηγισμού;

 

Η λέξη «αρχηγός» δεν ταιριάζει στην Αριστερά. Την αφήνει στη Δεξιά. Αλλά η Αριστερά -και ιδιαίτερα οι σοσιαλιστές- κατανόησε την ανάγκη να έχει έναν ηγέτη. Η διεθνής ιστορία του σοσιαλισμού σημαδεύεται από ισχυρές προσωπικότητες. Στη Γαλλία επικαλούμαστε αδιάκοπα το όνομα του Ζαν Ζορές και βλέπουμε ότι στο πολιτικό μας σύστημα -όπου η προεδρική εκλογή παίζει σημαντικό ρόλο- είναι αναγκαίο για ένα μεγάλο κόμμα να έχει επικεφαλής του ένα άτομο το οποίο να ακτινοβολεί και πέρα από τις γραμμές των οπαδών του. Επί μακρόν οι σοσιαλιστές απέρριπταν τις «ατομικότητες» στο όνομα της ισότητας, στο όνομα των μαζών και επειδή η φιλοσοφία της ιστορίας που υιοθετούσαν υπέτασσε τις ατομικές βουλήσεις στην ανώνυμη πάλη των τάξεων. Στην πραγματικότητα, τα πρόσωπα -με το δικό τους όνομα, πρόσωπο, ύφος- είναι εκείνα που εκπροσωπούν τις τάξεις. Το πρόβλημα είναι ότι ένας χαρισματικός ηγέτης δεν κατασκευάζεται με μια απόφαση συνεδρίου. Χρειάζεται να επιβληθεί με τη δική του προσωπικότητα, αλλά αυτό απαιτεί χρόνο και ευκαιρίες.

 

Scroll to top