24/01/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Φθορά

      Pin It

Του Φίλιππου Δ. Δρακονταειδή*

 

Χρησιμοποιούμε τον όρο «κρίση» για να περιγράψουμε την παρούσα κατάσταση της χώρας μας. Σημειώνουμε έτσι τη φαντασίωση μιας συγκυρίας που θα περάσει, μιας απροσδόκητης σε μέγεθος δυσχέρειας, που καταβάλλεται προσπάθεια να περιοριστεί και, στη συνέχεια, να εκλείψει. Με αυτή τη λογική, μελετούμε και προσδιορίζουμε την «έξοδο από την κρίση», που βεβαιώνουμε ότι θα οδηγήσει στην «ανάπτυξη». Παρά το γεγονός ότι τόσο η «έξοδος» όσο και η «ανάπτυξη» είναι θεμιτή πρόβλεψη, το ένα δεν συμπαρασύρει το άλλο, ούτε το δεύτερο προϋποθέτει το πρώτο. Αν τα ιστορικά παραδείγματα διδάσκουν πως μια κρίση αποτελεί σημείο επανεκκίνησης, η βεβαιότητα είναι πως η ανάπτυξη εξυπηρετείται συχνότατα από την κρίση. Εύλογη η υποψία πως η μεταπολιτευτική ανάπτυξη εκμεταλλεύτηκε μια πολιτική κρίση τεσσάρων δεκαετιών. Και επειδή πρόκειται για υποψία, η εξέτασή της συσκοτίζεται.

 

Κορυφή του παγόβουνου της υποψίας είναι πως η πολιτική κρίση προκάλεσε τη φθορά της χώρας. Εξωτερικά χαρακτηριστικά της φθοράς υπήρξαν και παραμένουν ο συστηματικός χρηματισμός, η απονεύρωση του Δικαίου, η υπερίσχυση του συνθήματος σε βάρος του επιχειρήματος, ο εμπαιγμός των δικαιωμάτων που μεταβλήθηκαν σε ασυδοσία, η προσκύνηση ενός δημοκρατικού ολοκληρωτισμού, του οποίου η νομενκλατούρα εξόντωσε τη σκέψη. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως τέτοιες παρεκκλίσεις διορθώνονται, επειδή είναι ορατές. Η προσχηματική όμως καθυστέρηση της διόρθωσης επιτείνει τη φθορά της κοινωνίας και καταστρατηγεί τις αντιστάσεις της χώρας. Φέρνει στο φως τις εσωτερικές απαξιώσεις του λαού, σπουδαιότερες και επιβλαβέστερες των οποίων είναι η χλεύη και άγνοια της Ιστορίας, καθώς και η υποτίμηση και απλοποίηση της γλώσσας προς όφελος ενός πομπωδώς κενού και ακόρεστου ιδιόλεκτου. Η μεταπολιτευτική ανάπτυξη πέταξε σε κλιβάνους τους φακέλους της Ασφάλειας, όπου η πολιτική, κοινωνική και πνευματική Ιστορία μισού περίπου αιώνα απλωνόταν προς μελέτη και διδαχή: ακύρωσε τη μετάδοσή της. Με παρόμοιο ζήλο ταλαιπώρησε τη γλώσσα, λες και φταίει η γλώσσα για τα ποικίλα πολιτικά ολισθήματα και τις στρεβλές κοινωνικές εξάρσεις του τόπου. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που θα υποστηρίξουν ότι τέτοιες αποφάσεις ήταν αναγκαίες, ώστε το παρελθόν να μην επιβαρύνει το μέλλον. Ωστόσο, ο κανόνας είναι ότι το μέλλον φτιάχνεται από το παρελθόν του. Ο εξευτελισμός του ιστορικού παρελθόντος και της γλώσσας, ακόμα και εκεί όπου αυτό ακριβώς φαίνεται να επιβάλλεται, πολύ περισσότερο όταν διαπλέκει παθογένειες, είναι η θεληματική αποδοχή του ανέξοδου της φθοράς. Η σημερινή «κρίση» είναι η επιδερμίδα της φθοράς.

 

Ο σύγχρονος κόσμος, σε όλα τα μήκη και πλάτη του, ζει τη φθορά του. Αυτή η διατύπωση δεν παύει να τεκμηριώνεται από στοχαστές, επιστήμονες, ερευνητές, καλλιτέχνες και οικονομικούς μελετητές. Ζει την κόπωση ιδεών, μεθόδων και συστημάτων. Υποστηρίζοντας με μικρές παραλλαγές ή με εκκωφαντικές εκδηλώσεις τις διαστάσεις του και τις ασυδοσίες του, επιλέγοντας τις καλοήθειες ενός παρελθόντος, του οποίου οι κακοήθειες παραμερίζονται, αλλά και εξηγούνται, δεν παύει να πιστεύει πως πρέπει να στοιχηματίζει σε βάρος της «κρίσης» και σε επίκληση της «ανάπτυξης». Καθώς η Ιστορία επιταχύνει εξαιτίας της τεχνολογίας και της υποδούλωσης της Φύσης, η εξισορρόπησή της καθυστερεί λόγω της αδυναμίας εγκατάλειψης νοημάτων, που έχουν χάσει τη δυναμική τους.

 

Ωστόσο, η φθορά δεν είναι ίδια σε όλες τις χώρες. Εκεί όπου υπάρχει ακόμα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα προϊόντων και υπηρεσιών, αδράνεια συμπεριφορών και τρόπου ζωής, συνέχεια ιστορικών επινοήσεων, πολιτικός σχεδιασμός, τιθάσευση κοινωνικών απαιτήσεων μέσω της εκλογίκευσης της σχέσης κόστους-οφέλους, η φθορά βραδυπορεί. Εχει μάλιστα τη δυνατότητα να προβάλλεται ως παράδειγμα προς μίμηση σε σύγκριση με χώρες που τελούν σε καθεστώς «κρίσης». Η Ελλάδα, αν όχι από την εποχή του Εμφύλιου (1945-1949) και της δικτατορίας (1967-1974), οπωσδήποτε όμως από την εποχή της μεταπολίτευσης, έχει στην πλάτη της σαράντα χρόνια «κρίσης». «Κρίσης» διά της «ανάπτυξης»: τέτοια φθορά δεν διορθώνεται. Και άλλη σελίδα δεν γυρίζει. Αναζητείται Γαλιλαίος για να αποδείξει πως «κι όμως γυρίζει».

 

…………………………………………………………………………………………………………………………….

 

*Συγγραφέας

 

 

 

 

Scroll to top