Αβουλη και πειθήνια στις εντολές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η ελληνική κυβέρνηση δέχεται αδιαμαρτύρητα τις εντολές της πρώτης να επιστραφούν αναδρομικά (από το 1994) στο κράτος οι επιδοτήσεις που είχαν εγκριθεί για 3.500 επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται κυρίως σε ακριτικούς νομούς της χώρας.
Παράνομες αποκαλεί αυτές τις επιδοτήσεις η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, που ανέρχονται συνολικά στο 1 δισ. ευρώ, θεωρώντας ότι στην ουσία συνιστούν κρατικές ενισχύσεις υπέρ των εν λόγω εταιρειών και ότι οι ελληνικές κυβερνήσεις ευθύνονται διότι δεν κοινοποίησαν εγκαίρως στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή το νομοθετικό πλαίσιο των ενισχύσεων.
Είναι μια παράλογη απαίτηση, διότι ευθύνες φέρει και η ίδια η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αλλά κυρίως οι ελληνικές κυβερνήσεις οι οποίες λειτούργησαν με κομματικά κριτήρια και διάθεση να στηρίξουν τις τράπεζες. Η προχειρότητα στις επιχορηγήσεις και η άγνοια του ευρωπαϊκού δικαίου καθώς και η διαφορετική χρήση εκ μέρους των επιχειρήσεων των κονδυλίων των επιχορηγήσεων δημιούργησαν πράγματι ένα χάσμα, που καλούνται τώρα να πληρώσουν ακόμη κι εκείνες οι επιχειρήσεις που πράγματι «στήθηκαν» και αναπτύχθηκαν αναζωογονώντας τις μικρές, ακριτικές κοινωνίες.
Σήμερα η κυβέρνηση αποποιείται κάθε ευθύνη και, με δεδομένο ότι η ανεργία στις ακριτικές περιοχές έχει «χτυπήσει κόκκινο», ωθεί στην απελπισία τους ακρίτες επιχειρηματίες εγκαταλείποντάς τους στην τύχη τους, στο οικονομικό δηλαδή αδιέξοδο. Χωρίς διάθεση να επανεξετάσει τις υποθέσεις κάθε μιας επιχείρησης, η δικομματική κυβέρνηση ακολουθεί τυφλά την ευρωπαϊκή οδηγία και μετατρέπεται χωρίς αντίρρηση σε εισπράκτορα ώστε να ανακτήσει άμεσα και εφάπαξ τις επιδοτήσεις. Αδιαφορεί για τα αποτελέσματα αυτής της πολιτικής, για την πιθανότητα δηλαδή, που μάλλον είναι βεβαιότητα, να μεταφέρουν οι ακριτικές εταιρείες την έδρα τους σε άλλες χώρες που δεν θα τις «διώκουν» φορολογικά και θα τις προστατεύουν μάλιστα με στοιχειώδη φορολογική σταθερότητα ή και αναπτυξιακούς νόμους.
Είναι γεγονός ότι αρκετές από τις επιχειρήσεις που επιχορηγήθηκαν για να δώσουν ζωή στις ακριτικές περιοχές εκμεταλλεύτηκαν για άλλους σκοπούς τις επιχορηγήσεις, στήνοντας πρόχειρες εγκαταστάσεις και διοχετεύοντας τα κονδύλια σε άλλες, προσωπικές, ως επί το πλείστον, δραστηριότητες. Αυτές πρέπει να ελεγχθούν κατά πρώτο λόγο και στη συνέχεια όσες εξακολουθούν να δραστηριοποιούνται (βιοτεχνικές, βιομηχανικές, κτηνοτροφικές, ξενοδοχειακές, μεταποιητικές κ.ά.). Γνώριζαν οι ελληνικές κυβερνήσεις ποιες επιχειρήσεις ευνοήθηκαν από τα κριτήρια των ακριτικών περιοχών και είναι λάθος να ποιούνται σήμερα την νήσσαν.