Του Δημήτρη Τρίμη
Αυτές τις μέρες δύο έννοιες, με ηθικό περιεχόμενο, απασχολούν έντονα τη δημόσια συζήτηση: το «δημοψήφισμα» και το «ασυμβίβαστο». Το δημοψήφισμα για την αυτοδιάθεση-ανεξαρτητοποίηση ή προσάρτηση μιας περιοχής και η παραίτηση -λόγω ασυμβίβαστου- από τη βουλευτική έδρα για την κατάθεση υποψηφιότητας ενός πολιτικού στελέχους είτε σε αυτοδιοικητικά ψηφοδέλτια. Και οι δυο έννοιες αναφέρονται σε αμιγώς πολιτικά διλήμματα και η ηθική τους υπόσταση είναι -φοβούμαι- ολίγον προσχηματική. Η μία αποτελεί ασφαλώς διεθνές μεγάλο θέμα, που μας αφορά όλους ως γεωπολιτικό γεγονός το οποίο προστίθεται στη σχετική διεθνή «νομολογία» και προδιαγράφει ανακατατάξεις στην ευρύτερη περιοχή μας, η άλλη είναι ένα κλασικό, φαινομενικά ηθικής τάξεως, ζήτημα, που έρχεται και φεύγει κατά πώς εξελίσσονται τα κοινοβουλευτικά συστήματα και η Δημοκρατία.
Προφανώς -σύμφωνα με την αρχή του Διεθνούς Δικαίου της Αυτοδιάθεσης και του Εθνικού Αυτοπροσδιορισμού- το δημοψήφισμα ανεξαρτητοποίησης της Κριμαίας από την Ουκρανική Δημοκρατία μπορεί να θεωρηθεί δίκαιη αποτύπωση της βούλησης της ρωσικής πλειονότητας του λαού της συγκεκριμένης «αυτόνομης επαρχίας» που αποκαθιστά την εδαφική τάξη πραγμάτων στη χερσόνησο, όπως αυτή είχε διαμορφωθεί μετά την προσάρτησή της από τη Μεγάλη Αικατερίνη τον 18ο αιώνα, κόντρα στους ιμπεριαλιστές εκείνης της εποχής Οθωμανούς και τους Τατάρους. Εξίσου προφανώς, όμως, το συγκεκριμένο, όπως και κάθε άλλο ανάλογο, δημοψήφισμα που αλλάζει ή απειλεί τα σύνορα και το στάτους κβο έρχεται σε αντίθεση με τις συνθήκες του ΟΗΕ και τα ανάλογα ψηφίσματά του, καθώς και με την Τελική Πράξη του Ελσίνκι (1975), η οποία επικύρωνε οριστικά υποτίθεται τα σύνορα των ευρωπαϊκών κρατών.
Θα θυμάστε, λ.χ., πώς σχολιάστηκαν από τους… εθνικούς μας γεωστρατηγικούς αναλυτές τα κατά καιρούς επιχειρούμενα δημοψηφίσματα απόσχισης-ανεξαρτησίας του Κοσόβου πότε από την αλβανική πλειονότητα και πότε από σερβικές μειονότητες που επιθυμούσαν να ενωθούν με τη «μητέρα πατρίδα» τους, διότι η πάλαι ποτέ αυτόνομη γιουγκοσλαβική επαρχία υπήρξε από τον 12ο ή 13ο αιώνα -θα σας γελάσω- το «λίκνο του σερβισμού και της ορθοδοξίας». Εξαρτάται, λοιπόν, τι επιδιώκεις. Αν θέλεις την ιστορική συνέχεια και τα πεπρωμένα της φυλής για να πας στην επικράτεια των ομοδόξων και ομοεθνών σου, επικαλείσαι την αυτοδιάθεση σου – και κατά καιρούς δεν σου φαίνεται και κακή ιδέα μια ανταλλαγή πληθυσμών, για να μην πω μια κανονική «εθνοκάθαρση». Αν θέλεις να παραμείνεις στο κράτος που ανήκεις, επικαλείσαι το απαραβίαστο των συνόρων, την εδαφική ακεραιότητα της χώρας, τον συνταγματικό πατριωτισμό, πάνω από τις εθνοτικές διαφορές και τις θρησκευτικές προστριβές και κατηγορείς ως εθνοπροδότες τους οπαδούς της αυτοδιάθεσης, της απόσχισης, της ανεξαρτησίας, της ομοσπονδιοποίησης, της προσάρτησης κ.λπ.
Τηρουμένων των αναλογιών και στο άλλο ζήτημα, του ασυμβίβαστου, πάλι θέμα συμφέροντος προκύπτει και όχι βέβαια ζήτημα δημοκρατικής αρχής. Οσον αφορά το ασυμβίβαστο, ή μη, της υποψηφιότητας των εν ενεργεία βουλευτών στις επικείμενες περιφερειακές και ευρωπαϊκές εκλογές, αντιλαμβανόμαστε ότι ο καθένας μπορεί να ισχυριστεί εξίσου πειστικά την ορθότητα και τη δημοκρατικότητα και της μιας αλλά και της αντίθετής της άποψης. Εξαρτάται τι έχει στο μυαλό της η κυβέρνηση και το καθένα από τα άλλα κόμματα. Αν, π.χ., θέλεις να δυσκολέψεις το αντίπαλο κόμμα, θέτεις θέμα ασυμβίβαστου, ώστε να μη βρίσκει εύκολα πρωτοκλασάτους υποψήφιους (που φοβούνται ότι θα χάσουν και ποιος ξέρει αν θα ξαναβρούν ποτέ τη βουλευτική τους έδρα). Στην περίπτωση, όμως, που ένας ηγέτης προσπαθεί να ανανεώσει και να ανακατανείμει τους ρόλους των στελεχών του κόμματός του, γίνεται απαραίτητη ηθικά και πολιτικά η θέσπιση από τα κομματικά όργανα (ή και τη Βουλή) του σχετικού ασυμβίβαστου, ώστε να απελευθερωθεί η κομματική επετηρίδα…