27/03/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

ΣΙΝΕΜΑ-ΚΡΙΤΙΚΗ

Ιστορία εκδίκησης με ογκόλιθο τον Μουρίκη

Ο Γιάννης Οικονομίδης είναι έτοιμος για το αριστούργημα. Φτάνει να αποχωριστεί εντελώς τη μανιέρα του, όπως στο δεύτερο, πιο συγκεντρωμένο και λιτό, μέρος της ταινίας του «Μικρό ψάρι», που είναι συναρπαστικό.
      Pin It

Ο Γιάννης Οικονομίδης είναι έτοιμος για το αριστούργημα. Φτάνει να αποχωριστεί εντελώς τη μανιέρα του, όπως στο δεύτερο, πιο συγκεντρωμένο και λιτό, μέρος της ταινίας του «Μικρό ψάρι», που είναι συναρπαστικό

 

Της Λήδας Γαλανού

 

Το μικρό ψάρι

Σκηνοθεσία: Γιάννης Οικονομίδης

Ηθοποιοί: Βαγγέλης Μουρίκης, Βίκυ Παπαδοπούλου, Πέτρος Ζερβός, Γιάννης Τσορτέκης, Γιώργος Γιαννόπουλος, Γιάννης Αναστασάκης, Πόπη Τσαπανίδου

 

Ο Στράτος είναι ένας θρύλος της παρανομίας, ένας γκάνγκστερ της αθηναϊκής νύχτας που έχει αφήσει τη σφραγίδα του στο έγκλημα. Εχοντας περάσει τη μισή ζωή του στη φυλακή, είναι τώρα ελεύθερος: δουλεύει σ’ ένα αρτοποιείο και, ως πάρεργο, εκτελεί συμβόλαια θανάτου. Μοναδικός του στόχος είναι να συνεισφέρει όσα μπορεί στην επιχείρηση φυγάδευσης του Λεωνίδα, του μέντορά του στο κελί.

 

Η τέταρτη ταινία του Γιάννη Οικονομίδη (μετά το «Σπιρτόκουτο», την «Ψυχή στο στόμα» και τον «Μαχαιροβγάλτη»), συμμετείχε στο Διαγωνιστικό Τμήμα του φετινού Φεστιβάλ Βερολίνου, διάκριση όχι συνηθισμένη για το ελληνικό σινεμά. Στο επίκεντρο ο Βαγγέλης Μουρίκης, στον ρόλο του Στράτου, ενός λιγομίλητου hitman, που οδηγείται στο να πάρει αιματοβαμμένη εκδίκηση, για την τιμή του ανθρώπου που θεωρεί πατέρα του, αλλά και για όλη τη βρομιά με την οποία έχει πασαλείψει η κοινωνία τους ανθρώπους γύρω του. Ο ηθοποιός ορθώνεται σαν ογκόλιθος, σιωπηλός αλλά τόσο εκφραστικός, ένας strong silent type στη γραμμή ενός Ρόμπερτ Μίτσαμ. Γύρω του, οι δεύτεροι ανδρικοί ρόλοι είναι στιβαροί, όσο για τις γυναίκες, που συχνά κακοπαθαίνουν στις ταινίες του Οικονομίδη, η Πόπη Τσαπανίδου εμφανίζεται σε μια σκηνή και η Βίκυ Παπαδοπούλου λιγάκι περισσότερο, παρότι κι οι δυο είναι οι μέγαιρες της ιστορίας.

 

Με το «Μικρό ψάρι», ο Γιάννης Οικονομίδης αποδεικνύει ότι έχει εξελιχθεί και ωριμάσει ως σκηνοθέτης, ότι είναι έτοιμος για ένα πραγματικό αριστούργημα: κομμάτια της ταινίας αποτυπώνουν αυτήν του την έμπνευση και την ικανότητα, σ’ ένα φιλμ που ακουμπά και στο γουέστερν και στο φιλμ νουάρ για να αφηγηθεί μια βίαιη και ζοφερή ιστορία εκδίκησης, στην οποία χωρά ακόμα και το μαύρο χιούμορ. Σε άλλα, ωστόσο, επιμένει στις μανιέρες που καθιέρωσαν τις προηγούμενες ταινίες του, τη «σχολή Οικονομίδη», τη φραστική επαναληπτικότητα, τις «δημιουργικές» βρισιές, τις εκρήξεις σκληρού λόγου σαν ο ομιλητής να βρίσκεται στα πρόθυρα του εγκεφαλικού, τα γνωρίσματα που μας εντυπωσίασαν στην αρχή, αλλά τυποποιήθηκαν στη συνέχεια. Ο Οικονομίδης δεν είναι έτοιμος να τα αποχωριστεί, παρότι αν το είχε κάνει, θα είχε στα χέρια του μια συναρπαστική ταινία, πράγμα που φαίνεται καθαρότερα στο δεύτερό της μέρος, πιο συγκεντρωμένο και πιο λιτό στιλιστικά.

 

……………………………………………….

 

Νώε (Noah)

Σκηνοθεσία: Ντάρεν Αρονόφσκι

Ηθοποιοί: Ράσελ Κρόου, Τζένιφερ Κόνελι, Ρέι Γουίνστοουν, Εμα Γουότσον, Αντονι Χόπκινς

 

Ακολουθώντας την ιστορία της Παλαιάς Διαθήκης, ο Νώε είναι ο εγγονός του Μαθουσάλα και λαμβάνει, ως όραμα, αποστολή από τον Δημιουργό: να διασώσει όλα τα είδη των ζωντανών πριν έρθει η καταστροφική πλημμύρα που θα σβήσει από τη Γη όλη την πλάση, δίνοντάς της νέα αρχή. Ταυτόχρονα, ο Νώε είναι ένας άνδρας, σύζυγος και πατέρας, που, ως εκλεκτός του Θεού, θα βρεθεί μπροστά σ’ ένα δίλημμα υπερβολικά σκληρό ακόμα και για τον πιο αφοσιωμένο πιστό.

 

Παρά τις αντιδράσεις των θρησκόληπτων, οι ιστορίες της Παλαιάς Διαθήκης προσφέρονται για εκπληκτικές κινηματογραφικές διασκευές, παρότι από φόβο αντιδράσεων έχουν υπάρξει μόνο λίγες. Ο Ντάρεν Αρονόφσκι, σκηνοθέτης που σε κάθε του ταινία διερευνά τη σχέση του ανθρώπου με τη Σωτηρία –από το «Ρέκβιεμ για ένα όνειρο» μέχρι τον «Μαύρο κύκνο», το πιο πρόσφατο κι αριστουργηματικό φιλμ του– βρίσκει ιδανικό πεδίο στην ιστορία του Νώε και της Κιβωτού, για να μιλήσει για το αδιέξοδο του σημερινού ανθρώπου, την αγωνία για το αύριο, τον φόβο για την περιβαλλοντική τιμωρία, με τρόπο φιλόδοξο, ως ένας οραματιστής δημιουργός που είναι. Σε βοήθειά του έρχεται μια στιβαρή, ογκώδης ερμηνεία από τον Ράσελ Κρόου (τα γυναικόπαιδα της ταινίας είναι πολύ πιο αδύναμα), η εκπληκτική, βίαιη μουσική του Κλιντ Μάνσελ, η φωτογραφία του Μάθιου Λίμπατικ που φωτίζει τον παλαιό κόσμο σαν τοπίο του Παραδείσου ή της Αποκάλυψης διαδοχικά, φέρνοντας κοντά (με βοηθό τα cgi και τους επιβλητικούς «Watchers», έκπτωτους Αγγέλους που παραπέμπουν στα Νεφελίμ), τον Μαντ Μαξ και τον Αρχοντα των Δαχτυλιδιών και, φυσικά, η ίδια η Κιβωτός, μια πραγματικά κατασκευασμένη τεράστια ξύλινη «αποθήκη» σε ρόλο πρωταγωνίστριας, ένα ερμητικά κλειστό υπερμέγεθες σεντούκι που φυλά τις απαντήσεις του μέλλοντος.

 

Είναι ωστόσο παράξενο, ειδικά στο δεύτερο μέρος της ταινίας, ότι ο Αρονόφσκι δεν δημιουργεί αγωνία, παρά τη βιβλική καταστροφή που περιβάλλει τους ήρωές του, οι οποίοι βρίσκονται εγκλωβισμένοι, μέσα σε κάτι που θα έπρεπε να μοιάζει με υπερκαταιγίδα, στη μέση κυριολεκτικά του τίποτα, μαζί με χιλιάδες ζώα τα οποία ξεχνιούνται στις αποθήκες βολικά «ναρκωμένα»: αντί για υπερθέαμα, η ταινία αρχίζει να μοιάζει με οικογενειακό δράμα δωματίου. Ακόμα κι εκεί, ωστόσο, έχοντας ν’ αντιμετωπίσει το συγκλονιστικότερο δίλημμα που αντιμετώπισε ποτέ άνθρωπος –αν θ’ ακολουθήσει την αποστολή του καταστρέφοντας το ανθρώπινο γένος στην πορεία– το σενάριο, μάλλον από ατολμία, δεν καταφέρνει να γίνει συναρπαστικό, να μεταδώσει τη φιλοσοφική ή ανθρώπινη αγωνία, να βάλει το θεατή στο μυαλό του Νώε που βράζει από την αίσθηση της ματαιότητας ή παραλογίζεται από επώδυνο ζήλο.

 

Μ’ ένα απλόχερο budget 130 εκατ. δολαρίων, μ’ ένα πολύ προσωπικό όραμα και αφθονία υπέροχων συστατικών, ο Αρονόφσκι καταλήγει σε μια ταινία που οπωσδήποτε είναι ψυχαγωγική, αλλά δεν θα διαρκέσει στη μνήμη περισσότερο από 40 μέρες και 40 νύχτες.

 

…………………………………………

 

Κισμέτ

Σκηνοθεσία: Νίνα- Μαρία Πασχαλίδου

 

Ντοκιμαντέρ για το πώς «οι τουρκικές σαπουνόπερες αλλάζουν τον κόσμο», αποκαλύπτει αθέατες πλευρές της σύγχρονης γυναίκας με ευπρόσδεκτο κι απρόσμενο τρόπο. Αν τα τουρκικά σίριαλ σάς κάνουν να χαμογελάτε ειρωνικά, ξανασκεφτείτε το: υπάρχουν γυναίκες στον κόσμο που στις ιστορίες της Φατμαγκιούλ, της Νουρ, ακόμα και της Χουρέμ, βρήκαν τη δύναμη για τη γυναικεία χειραφέτηση, την αποτίναξη ενός βίαιου συζύγου, την επιδίωξη μιας καλύτερης ζωής.

 

Οι γυναίκες αυτές, βέβαια, βρίσκονται στις βαθιά μουσουλμανικές χώρες. Και στην Ελλάδα: εδώ όπου το κοινό είτε διαμαρτύρεται που τα κανάλια «δίνουν λεφτά στους Τούρκους», ή γλυκαίνεται με μια νοσταλγική απεικόνιση ενός απόλυτα συντηρητικού παρελθόντος, όταν οι γυναίκες… δεν ήταν ξετσίπωτες!

 

Με πληθώρα συνεντεύξεων από θεατές αλλά και τους δημιουργούς των σειρών, η Πασχαλίδου συνθέτει μια ενδιαφέρουσα εικόνα του σύγχρονου κοινωνικού παραλογισμού, με την ελαφρότητα που την κάνει τόσο εύκολο να αφομοιωθεί όσο ένα επεισόδιο των «Συνόρων της αγάπης».

 

………………………………………..

 

Ο Γερμανός γιατρός

(Wakolda)

Σκηνοθεσία: Λουτσία Πουένζο

Ηθοποιοί: Νατάλια Ορέιρο, Ντιέγκο Περέτι, Αλεξ Μπρέντεμουλ

 

Το 1960, η Εβα, ο Ενζο και τα τρία παιδιά τους μετακομίζουν από το Μπουένος Αϊρες στην Παταγονία και ανοίγουν έναν ξενώνα. Εκεί θ’ αρχίσουν να γνωρίζουν καλύτερα έναν Γερμανό γιατρό, ο οποίος ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για την υποδειγματική οικογένεια και για τη 12χρονη Λίλιθ που μοιάζει με μια τέλεια μινιατούρα, καθώς είναι ακόμα πολύ κοντή για την ηλικία της. Με τη σειρά του, ο γιατρός θα γοητεύσει την οικογένεια με τους κομψούς τρόπους του και τη χαρισματική προσωπικότητά του. Μόνο που, σύντομα, η οικογένεια θα διαπιστώσει ότι ο φιλοξενούμενος δεν είναι άλλος από τον Γιόζεφ Μένγκελε, έναν από τους φρικτότερους εγκληματίες στην ιστορία, ο οποίος, όπως και άλλοι ναζί, έχουν διαφύγει από τη Γερμανία κι έχουν εγκατασταθεί, με νέες ταυτότητες, στις χώρες της Λατινικής Αμερικής, με την έγκριση των κυβερνήσεών τους.

 

Η Αργεντίνα σκηνοθέτις του «ΧΧΥ» βασίζεται σε δικό της βιβλίο κι εκμεταλλεύεται εκπληκτικά το αλλόκοτο τοπίο της Παταγονίας, για ν’ αφηγηθεί έναν μύθο που θα μπορούσε, κάλλιστα, να έχει συμβεί πραγματικά. Ταυτόχρονα, με διορατικότητα και ψυχραιμία, παρουσιάζει το πώς η εγγύτητα με το «πρόσωπο του Κακού» μπορεί να του δώσει παραπλανητικά θετική διάσταση. Ενδιαφέρον ψυχολογικό θρίλερ, με μια θαυμάσια ερμηνεία από τον Μπρέντεμουλ, θυμίζει ότι το άκουσμα ενός ονόματος μπορεί να είναι πολύ πιο τρομακτικό από τη γνωριμία με τον άνθρωπο που το φέρει – κι αυτό είναι συχνά καταστροφικό.

 

………………………………………………………….

 

Πέντε δευτερόλεπτα στο κενό

(A Long Way Down)

Σκηνοθεσία: Πασκάλ Σομέιγ

Ηθοποιοί: Πιρς Μπρόσναν, Ααρον Πολ, Ρόζαμουντ Πάικ, Ιμοτζεν Πουτς, Τόνι Κολέτ, Σαμ Νιλ

 

Παραμονή Πρωτοχρονιάς, τέσσερις άγνωστοι βρίσκονται σε μια ταράτσα, έτοιμοι να πηδήξουν προς τον θάνατό τους. Η συνάντησή τους θα τους αλλάξει τα σχέδια: θα συμφωνήσουν να… αναβάλουν την πτώση μέχρι, τουλάχιστον, του Αγίου Βαλεντίνου και να δοκιμάσουν, βοηθώντας ο ένας τον άλλον, να δουν αν τελικά αξίζει να παραμείνουν στη ζωή.

 

Κινηματογραφική διασκευή του ομότιτλου μυθιστορήματος του Νικ Χόρνμπι, που, αν και βρισκόταν ούτως ή άλλως στο μεταίχμιο της νεύρωσης, του κυνισμού και του μελοδράματος, κατάφερνε ως βιβλίο να συνθέσει μια ενδιαφέρουσα υπαρξιακή μαύρη κωμωδία.

 

Η ταινία δεν φτάνει ώς εκεί, μ’ έναν σκηνοθέτη που αντιμετωπίζει μονοδιάστατα κι απλοϊκά τους βαθιά καταθλιπτικούς ήρωες κι ένα σενάριο που δεν αποδίδει το λεπτό χιούμορ της αποκαρδιωμένης σκέψης. Εκείνο που παραμένει ελκυστικό κι ενδιαφέρον, είναι το θαυμάσιο καστ, που με τις ευλογίες του δημιουργού, κάνει τη δουλειά του όσο καλύτερα μπορεί.

 

………………………………………………..

 

Μικρά, όμορφα πλάσματα

(Short Term 12)

Σκηνοθεσία: Ντέστιν Κρέτον

Ηθοποιοί: Μπρι Λάρσον, Τζον Γκάλαγκερ, Φραντς Τέρνερ

 

Σ’ ένα ίδρυμα φιλοξενίας «παιδιών με ανάρμοστη κοινωνική συμπεριφορά», παιδιά που έχουν ανάγκη από ένα σπίτι, από όρια κι από στοιχειώδη φροντίδα, οι κοινωνικοί λειτουργοί, η Γκρέις, ο Μέισον και ο καινούργιος υπάλληλος Νέιτ, βρίσκουν τον εαυτό τους ν’ αντιμετωπίζει συναισθηματικές προκλήσεις, ζώντας με τους εφήβους που τους θυμίζουν νεότερες εκδοχές τους. Βραβευμένη στο Φεστιβάλ του Σιάτλ, μια απλή αλλά σεναριακά υπέροχα σύνθετη ταινία για τραυματισμένες ψυχές (κάτω από το αυτοτραυματισμένο δέρμα), αφοπλιστικά ειλικρινής και τρυφερή, ντυμένη με την αφέλεια της νιότης που την κάνει ακόμα πιο μελαγχολική.

 

……………………………………………………………………………………….

 

* Αυτή την εβδομάδα κάνουν ακόμα πρεμιέρα στις αίθουσες το «Divergent» του Νιλ Μπέργκερ, με πρωταγωνίστρια την εθιστική Σεϊλίν Γούντλεϊ, νεανική περιπέτεια επιστημονικής φαντασίας για την οποία η δημοσιογραφική προβολή θεωρήθηκε περιττή. Και «Τα Muppets καταζητούνται», η νέα κινηματογραφική περιπέτεια των Muppets που, αυτή τη φορά, περιοδεύουν στην Ευρώπη, στο κατόπι ενός εγκληματία ολόιδιου με τον Κέρμιτ.

 

Scroll to top