Της Θεοδώρας Τζάκρη
Φανταστείτε ένα πρωτάθλημα μπάσκετ, στο οποίο συμμετέχουν διάφορες ομάδες. Αμέσως μας έρχονται στο μυαλό έννοιες όπως «ευγενής άμιλλα», «ο καλύτερος κερδίζει» κ.λπ. Φανταστείτε τώρα ότι σ’ αυτό το πρωτάθλημα επιτρέπεται σε κάποιες ομάδες να κάνουν χρήση αναβολικών και να κλέβουν με κάθε τρόπο, προκειμένου να νικήσουν. Θα θέλατε να συμμετάσχετε σ’ ένα τέτοιο πρωτάθλημα, όντας από τη μεριά αυτών που δεν τους επιτρέπεται να κάνουν χρήση αναβολικών;
Φυσικά και όχι, διότι θα γνωρίζατε ότι θα είστε σίγουρα οι χαμένοι. Κάπως έτσι είναι σήμερα και το άναρχο τοπίο της διεθνούς αγοράς. Και αυτό που αποκαλούμε ανταγωνισμό, και η κυβέρνηση φουσκώνει από περηφάνια ότι θα κερδίσουμε σ’ αυτόν εάν κάνουμε μεταρρυθμίσεις, δεν είναι παρά μια νεοφιλελεύθερη εμμονή και ένα κόλπο παράλληλα για να φτωχύνει ακόμα περισσότερο ό,τι έχει απομείνει από τη μεσαία τάξη, τους προνομιούχους, όπως τους αποκαλεί η εγχώρια διαπλοκή.
Διότι πώς να κερδίσεις σε ένα διεθνή ανταγωνισμό που έχει πάνω από εκατό φορολογικούς παραδείσους; Πώς να ανταγωνιστούν οι επιχειρήσεις, που παράγουν στην Ελλάδα με το ελληνικό φορολογικό σύστημα, τις αντίστοιχες ασιατικές, που δεν πληρώνουν σχεδόν τίποτα σε φόρους, δεν έχουν κράτος πρόνοιας, ούτε συντάξεις και κοινωνικές δαπάνες; Πώς να ανταγωνιστεί ο Ελληνας κτηνοτρόφος τον Πολωνό κτηνοτρόφο που έχει τα μισά έξοδα λόγω χαμηλού κόστους διαβίωσης και παραγωγής στη χώρα του σε σχέση με την Ελλάδα και βέβαια λόγω του φτηνού νομίσματος; Πώς να κερδίσει ο Ελληνας αγρότης στον ανταγωνισμό της πατάτας τον Αιγύπτιο αγρότη που χρειάζεται μόλις δύο δολάρια ημερησίως για να ζήσει; Η κυβέρνηση λοιπόν χρησιμοποιεί τη νεοφιλελεύθερη ιδεολογία, για να διαλύσει κάθε ίχνος παραγωγής, ονομάζοντας αυτήν τη διάλυση της παραγωγής μεταρρύθμιση.
Ξεχνάει βέβαια πως οι καταναλωτές, για να είναι καταναλωτές, πρέπει να είναι πρωτίστως εργαζόμενοι, διότι, όσο φτηνό και εάν είναι το γάλα, ένας άνεργος δεν μπορεί να το αγοράσει. Το κλειδί λοιπόν είναι η διαφύλαξη των ελληνικών κτηνοτροφικών επιχειρήσεων και των επιχειρήσεων εν γένει και κατόπιν η προσπάθεια αυτές να γίνουν περισσότερο ανταγωνιστικές. Αυτό κάνουν και οι Γερμανοί «σύμμαχοί» μας. Διαφυλάττουν ως κόρην οφθαλμού τις επιχειρήσεις τους. Τις διαφυλάττουν από τον ανταγωνισμό με κάθε τρόπο. Με μέσα διαφθοράς, κερδίζοντας συμβόλαια που θα τους εξασφαλίσουν τη συνέχεια της λειτουργίας τους, περιφρονώντας ακόμα και την ίδια την κοινοτική νομοθεσία, δίνοντας άμεσες επιδοτήσεις, όπως έκαναν το 2008 στις αυτοκινητοβιομηχανίες τους.
Μόνο ο κ. Χατζηδάκης είναι περήφανος που θα διαλύσει την ελληνική κτηνοτροφία. Ενας κανονικός και φιλόπατρις υπουργός κάποιας κραταιάς ευρωπαϊκής χώρας ούτε καν θα διανοούνταν να διαπράξει τέτοιο έγκλημα, και μάλιστα να το περιφέρει ως μεταρρύθμιση. Ο κύριος πρωθυπουργός σε όλα αυτά τα ταξίδια του στη σύμμαχό του Μέρκελ δεν διαπίστωσε ότι στη Γερμανία δεν υπάρχουν δημόσια αυτοκίνητα από άλλες πιο φτηνές και περισσότερο ανταγωνιστικές αυτοκινητοβιομηχανίες από τη γερμανική;
Είναι λοιπόν σαφές ότι, εάν θέλουμε πραγματικά η χώρα μας να αρχίσει να παράγει ξανά, δεν έχουμε παρά να στείλουμε την κυβέρνηση και τις νεοφιλελεύθερες ιδέες της στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας. Αυτό πρέπει να πράξουν όλες οι υγιείς κοινοβουλευτικές δυνάμεις στην επικείμενη ψηφοφορία, ειδάλλως πολύ σύντομα θα παρακαλούμε την κυρία Μέρκελ να μας στείλει γερμανικό γάλα ως επισιτιστική βοήθεια.