Pin It

Του Παντελή Κυπριανού*

 

Η κρίση που ζούμε θέτει σε δοκιμασία τους θεσμούς, από το Κοινοβούλιο μέχρι τα δικαστήρια και τα ΜΜΕ. Η «σωτηρία της χώρας», ως ένα νέο, αμείλικτο, «raison d’Etat», ορίζει αρχές και πρακτικές. Από την κρίση δεν μένουν άθικτα τα πολιτικά κόμματα.

 

Οργανώσεις εκπροσώπησης συμφερόντων και ιδεών με στόχο τη διακυβέρνηση μιας χώρας, τα κόμματα, στις δυτικές χώρες, μετατράπηκαν, μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, από κόμματα στελεχών σε κόμματα μαζών. Η κοινωνική τους βάση διευρύνθηκε και εξέφρασαν τμήματα των μέχρι τότε περιθωριοποιημένων λαϊκών στρωμάτων. Από τη δεκαετία του 1980, με την κρίση του κοινωνικού κράτους και της σοσιαλδημοκρατίας, αποδυναμώθηκαν, ξανάγιναν εν πολλοίς κόμματα στελεχών.

 

Μαζικά ή μη, τα κόμματα, ιδιαίτερα εκείνα που κυβερνούν, διαχειρίζονται και νέμονται εξουσία την οποία χρησιμοποιούν ποικιλόμορφα. Στα φασιστικά-ναζιστικά, για λόγους ιδεολογικούς, η εξουσία είναι του Αρχηγού. Συγκέντρωση εξουσίας, σε μικρότερο βέβαια βαθμό, υπάρχει και σε άλλα κόμματα, ακόμη και τα πιο δημοκρατικά. Ο Μίχελς έκανε λόγο για «σιδερένιο νόμο της ολιγαρχίας», για εγγενή τάση συγκέντρωσης της εξουσίας από ηγέτες που, χάρη στις γνώσεις και τις ικανότητές τους, ελέγχουν τα μέλη και προσελκύουν τους ψηφοφόρους. Ο Μέρτον διέκρινε σε «κοσμοπολίτες» και «τοπικούς» πολιτικούς. Οι πρώτοι, εθνικής εμβέλειας, αντλούν την ισχύ τους από την παρουσία τους στον δημόσιο χώρο, οι δεύτεροι από τα τοπικά, προσωπικά συχνά, ερείσματα.

 

Στην παρούσα συνθήκη απομαζικοποίησης των κομμάτων και του ειδικού βάρους των ΜΜΕ στον δημόσιο χώρο, οι πολιτικοί έχουν κάθε λόγο να είναι κοσμοπολίτες. Στρέφονται περισσότερο προς την προβολή στον δημόσιο χώρο και λιγότερο στην κομματική βάση, η οποία δεν διαθέτει το αριθμητικό και πολιτικό βάρος για να τους ελέγξει.

 

Στην Ελλάδα τα κόμματα μαζικοποιούνται μετά το 1974, αλλά από το τέλος της δεκαετίας του 1980 απομαζικοποιούνται. Η εξέλιξη έχει συνέπειες στην επιλογή του πολιτικού προσωπικού, ιδιαίτερα των κομμάτων εξουσίας: αυξάνουν οι κληρονόμοι και μειώνονται οι εκπρόσωποι των λαϊκών στρωμάτων. Η προϊούσα απαξία της πολιτικής και των κομμάτων μεταφράζεται σε απροθυμία ένταξης και ενεργού παρουσίας στην κομματική ζωή.

 

Η απομαζικοποίηση ελευθερώνει τα στελέχη, ιδιαίτερα τα πιο προβεβλημένα, από κομματικές πιέσεις και τα ωθεί να γίνουν κοσμοπολίτες και να φτιάξουν προσωπικούς μηχανισμούς. Τα μεσαία κομματικά στελέχη, από την άλλη, κυρίως εκείνα που έχουν λόγο στην επιλογή των εκπροσώπων, αιρετών και διορισμένων, σε διάφορους θεσμούς συμπεριλαμβανομένης και της δημόσιας διοίκησης, έχουν κάθε λόγο να αποθαρρύνουν την είσοδο νέων μελών που θα διατάρασσαν τις ισορροπίες. Πρόκειται για ένα είδος κομματικών ολιγαρχιών που ελέγχουν τους μηχανισμούς και ορίζουν την επιλογή των μελών και των στελεχών. Με δύο λόγια για να κρατήσουν τη θέση τους αποδυναμώνουν το κόμμα και τις εσωτερικές του λειτουργίες. Κάτι ανάλογο κάνουν και οι πολιτικοί που ενεργούν με αποκλειστικό γνώμονα να γίνουν κοσμοπολίτες.

 

Η τάση που περιγράψαμε έχει γίνει εντονότερη μετά το 2009 λόγω των έντονων πολιτικών αναταράξεων. Η αλλαγή κόμματος, ακόμη και η παραμονή στο ίδιο σε ένα περιβάλλον συνεχών πήγαινε-έλα, εκτρέφει την αβεβαιότητα των κομματικών ολιγαρχιών και ενισχύει την αυτονόμηση των πολιτικών από τους ψηφοφόρους. Στο πλαίσιο αυτό, πέρα από συγκεκριμένες ομάδες συμφερόντων που ενεργούν πιο στοχευμένα, μεγαλώνει το ειδικό βάρος του αρχηγού ως επικεφαλής στελεχών που πασχίζουν να γίνουν κοσμοπολίτες για να μείνουν και αύριο στο προσκήνιο.

 

Ετσι και το παράδοξο της πολιτικής μας σκηνής. Τα κόμματα γίνονται ταυτόχρονα πιο αρχηγικά και πιο φεουδαρχικά. Αν τα στελέχη ενοχλήσουν, ο αρχηγός μπορεί να τα διαγράψει. Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει κάτι, καθώς οι διαγραμμένοι μπορούν να επιστρέψουν την επομένη. Ετσι, οι συχνότατες διαγραφές στα κόμματα, τη Ν.Δ., το ΠΑΣΟΚ, τη ΔΗΜΑΡ. Διαγραφή δεν σημαίνει πολιτική εξαφάνιση, καθώς η εικόνα των στελεχών εξαρτάται λιγότερο από το κόμμα και περισσότερο από τα ΜΜΕ ή από κάποιο δημόσιο αξίωμα που επιτρέπει πελατειακές πρακτικές. Ολα αυτά όμως έχουν το κόστος τους. Και τη Δημοκρατία δεν προάγουν και μακροπρόθεσμα αποδυναμώνουν το πολιτικό προσωπικό εφόσον για την κατασκευή της εικόνας του εξαρτάται από άλλους θεσμούς και μέσα.

 

………………………………………………………………………..

 

*Καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Πατρών

 

Scroll to top