Του Τάσου Παππά
Το παπατζιλίκι πέφτει σύννεφο. Οι προγραμματικές θέσεις που κατέθεσε η Ελιά εν όψει των ευρωεκλογών απευθύνονται μάλλον σε αφελείς. Πώς αλλιώς να εξηγήσεις το γεγονός ότι στο κείμενο περιλαμβάνονται αλλαγές που πρέπει να γίνουν στο οικονομικό, πολιτικό και θεσμικό επίπεδο, τις οποίες η βασική συνιστώσα του σχήματος, δηλαδή το ΠΑΣΟΚ, απέφυγε να κάνει όταν είχε τη δύναμη, ενώ πράττει τα ακριβώς αντίθετα σήμερα που είναι συμπλήρωμα της Δεξιάς στην κυβέρνηση. Για παράδειγμα: ζητάει την καθιέρωση ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος. Το θέμα απασχολεί το πολιτικό σύστημα εδώ και πολλά χρόνια. Οι κυβερνήσεις αρνήθηκαν να το θεσμοθετήσουν, όχι βεβαίως τα τελευταία χρόνια που η Ελλάδα είναι βυθισμένη στην κρίση, αλλά την περίοδο που υπήρχε η οικονομική δυνατότητα. Μας έλεγαν διάφορα ευτράπελα, ότι δηλαδή η χώρα δεν διαθέτει τον κατάλληλο μηχανισμό, ότι δεν υπάρχουν στοιχεία που να βεβαιώνουν ποιος το δικαιούται κ.λπ.
Εκεί όμως που η υποκρισία χτυπάει ταβάνι είναι στα λεγόμενα πολιτικά και θεσμικά ζητήματα. Προτείνουν την τροποποίηση του νόμου για τη χρηματοδότηση των κομμάτων με δραστικό περιορισμό της κρατικής ενίσχυσης. Μάλιστα. Το κόμμα που χρωστάει παντού (στις τράπεζες, στους προμηθευτές, στους ιδιοκτήτες των γραφείων που νοικιάζει, στους υπαλλήλους του), που κρατάει στα συρτάρια του το πόρισμα των έξι ελεγκτικών εταιρειών για τη διαχείριση των οικονομικών του, υποδύεται με απύθμενο θράσος τον ρόλο του προστάτη του δημόσιου χρήματος. Ο,τι φάγαμε, φάγαμε, ό,τι χωνέψαμε, χωνέψαμε, ήρθε η ώρα της κάθαρσης. Προσοχή όμως, όχι της αυτοκάθαρσης. Αυτή ας πάει στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας. Θα φωνάξουν, θα μας βρίσουν, θα βραχνιάσουν, θα κουραστούν, αλλά θα συμφιλιωθούν με τη νέα πραγματικότητα.
Το καλό το αφήσαμε για το τέλος. Πόσο κυνισμό πρέπει να έχεις για να εισηγείσαι να περιοριστούν δραστικά τα φαινόμενα των πράξεων νομοθετικού περιεχομένου, των άσχετων τροπολογιών, των υπερβολικών νομοθετικών εξουσιοδοτήσεων στην κυβέρνηση;
Μ’ άλλα λόγια οι υποψήφιοι αναμορφωτές της σοσιαλδημοκρατίας μάς ζητούν να ξεχάσουμε πώς κυβέρνησε το δικομματικό μπλοκ. Να ξεχάσουμε δηλαδή τις αλλεπάλληλες πράξεις νομοθετικού περιεχομένου, τις άσχετες και ύποπτες τροπολογίες της τελευταίας στιγμής, την υποκατάσταση της νομοθετικής εξουσίας από την εκτελεστική, τον διακοσμητικό ρόλο της Βουλής, την ανυπαρξία του υπουργικού συμβουλίου και τους εκβιασμούς που ασκούσαν ο πρωθυπουργός και ο αντιπρόεδρος στους βουλευτές της συμπολίτευσης. Να τα διαγράψουμε από τη μνήμη μας και να προχωρήσουμε. Νερό κι αλάτι. Πάμε γι άλλα, ελπίζοντας ότι η Ελλάδα έχει γίνει η χώρα των Λωτοφάγων.
Με την ευκαιρία μού ήρθε στον νου η φράση του πρώην υπουργού των Σαντινίστας, Αλεχάντρο Μπεντάνια: «Η εξουσία διαφθείρει, αλλά τελικά διαφθείρει περισσότερο ο φόβος να χάσεις την εξουσία» («Η Εφημερίδα των Συντακτών» 23/3/2014). Περί αυτού πρόκειται.