Pin It

Του Τάσου Παππά

 

Δύο από τα γεγονότα που απασχόλησαν τον τελευταίο μήνα τη δημόσια ζωή προσφέρονται για να δούμε τους χειρισμούς των κεντρικών μέσων ενημέρωσης (κυρίως των τηλεοπτικών) και να βγάλουμε ορισμένα συμπεράσματα για την επιρροή της κυβερνητικής προπαγάνδας στη μιντιακή περιοχή. Λίγες ώρες μετά την αποκάλυψη της συνάντησης Μπαλτάκου-Κασιδιάρη το μέγαρο Μαξίμου, πρώτα διά του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου της Ν.Δ. Μάκη Βορίδη και στη συνέχεια με όλο το επιτελείο, κατέβασε τη γραμμή ότι «ο Μπαλτάκος είχε προσωπική στρατηγική και ότι ο πρωθυπουργός δεν είχε καμία εμπλοκή».

 

Μας είπαν δηλαδή ότι ο γραμματέας του υπουργικού συμβουλίου και επί τριάντα χρόνια προσωπικός φίλος και στενός συνεργάτης του Αντ. Σαμαρά, λειτούργησε μόνος του, χωρίς να ενημερώσει τον προϊστάμενό του. Ετσι, με την αποπομπή του (ή μήπως ήταν παραίτηση;) επέστρεψε η κανονικότητα στον ρυθμό της κυβέρνησης και ούτε γάτα ούτε ζημιά.

 

Τη συγκεκριμένη γραμμή υιοθέτησαν ακαριαίως και ασμένως τα περισσότερα μεγάλα τηλεοπτικά δίκτυα και όσο το θέμα συντηρούνταν στην επικαιρότητα κατέβαλλαν φιλότιμες προσπάθειες να μας πείσουν ότι η υπόθεση δεν έχει την πολιτική σημασία που επιχειρεί να της δώσει η αντιπολίτευση και ότι φυσικά δεν αγγίζει τον πρωθυπουργό, ο οποίος δίνει τον υπέρ πάντων αγώνα για την ασφαλή έξοδο της χώρας στις αγορές.

 

Υστερα από μερικές μέρες έσκασε το θέμα με τη Ρομά Σαμπιχά Σουλεϊμάν. Οι απίστευτες παλινωδίες του ΣΥΡΙΖΑ στο θέμα της υποψηφιότητας έδωσαν την ευκαιρία στον προπαγανδιστικό μηχανισμό της Ν.Δ. να κάνει λόγο για υπόκλιση της ηγεσίας της αξιωματικής αντιπολίτευσης στο καθεστώς της Τουρκίας. Ο τακτικός πρωταγωνιστής των τηλεοπτικών παραθύρων και μέγας θορυβοποιός, υπουργός Υγείας, ήταν πιο δηκτικός αφού κατήγγειλε τον Τσίπρα για βαποράκι του Ερντογάν. Και αυτή τη φορά, χωρίς δεύτερη σκέψη, κάποια από τα τηλεοπτικά Μέσα Ενημέρωσης έσπευσαν να υιοθετήσουν αυτήν την εκδοχή, αποσιωπώντας (γιατί άραγε;) ότι υποψήφιοι της Ν.Δ και του ΠΑΣΟΚ στη Θράκη συναγελάζονταν με τον αρχηγό των Γκρίζων Λύκων και την ηγεσία του μειονοτικού κόμματος.

 

Οταν όμως το ζήτημα πήρε ανεξέλεγκτες διαστάσεις και παρενέβη ο πρόεδρος της Βουλής για να συστήσει αυτοσυγκράτηση, το τηλεοπτικό βιολί άλλαξε ήχο. Οι λέξεις «προσοχή» και «σύνεση» πήραν τη θέση των απαξιωτικών «ντροπή» και «όνειδος». Η μεταμφίεση έγινε στα γρήγορα. Θα πει κάποιος, μα γιατί αυτό είναι άξιο επισήμανσης; Δεν έχουν το δικαίωμα τα Μέσα Ενημέρωσης να χαράσσουν όποια γραμμή θέλουν για τα πολιτικά πράγματα και να υποστηρίζουν όποιο κόμμα επιθυμούν;

 

Ας αποφασίσουν οι πολίτες από ποιο δίαυλο θα ενημερωθούν. Αλλωστε, δεν είμαστε στην εποχή της ΥΕΝΕΔ. Φυσικά. Ωστόσο, δεν πρέπει να ξεχνούν όσοι καλοπροαίρετα θέτουν τα παραπάνω ερωτήματα, ότι τα κανάλια εκπέμπουν από συχνότητες που ανήκουν στο Δημόσιο -άρα σε όλους μας-, έχουν παραχωρηθεί στους ιδιοκτήτες των μέσων προσωρινά (;) έναντι κάποιου τιμήματος (αν το έδιναν θα ήταν καλύτερα) και συνεπώς οφείλουν να σέβονται το κοινό τους. Ή μήπως επειδή ακριβώς εξαρτώνται από τις κυβερνήσεις για την ανανέωση της εκκρεμότητας που κρατά από το 1989 αισθάνονται την ανάγκη να τις υπηρετούν;

 

Ας μην επικαλούνται πάντως το δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης. Η μονοκαλλιέργεια στην οποία επιδίδονται δεν καλύπτεται από τον φερετζέ της αντικειμενικότητας. Αντικειμενικά είναι μόνο τα γεγονότα. Η κρίση επ’ αυτών είναι υποκειμενική. Ας είναι τουλάχιστον ανιδιοτελής.

 

Scroll to top