04/05/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

ΒΑΡΒΑΡΑ ΠΑΠΑΡΗ

«Μας θέλουν διεκπεραιωτές»

Η εφέτης Λάρισας μιλά στην «Εφ.Συν.» με αφορμή τις εκλογές στην Ενωση Δικαστών και Εισαγγελέων.
      Pin It

Η εφέτης Λάρισας μιλά στην «Εφ.Συν.» με αφορμή τις εκλογές στην Ενωση Δικαστών και Εισαγγελέων

 

Της Κατερίνας Κατή

 

Εχοντας πληγεί και οι ίδιοι από τα σκληρά μνημονιακά μέτρα, οι δικαστές και εισαγγελείς της χώρας καλούνται αύριο Κυριακή (σε περιφερειακό επίπεδο), αλλά και τη μεθεπόμενη Κυριακή, 11 Μαΐου, στην Αθήνα, να εκλέξουν το νέο Διοικητικό Συμβούλιο της Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη από τις δικαστικές ενώσεις, που αριθμεί 3.000 μέλη, δικαστές και εισαγγελείς όλων των βαθμών.

 

Το χρίσμα του προέδρου διεκδικούν η νυν πρόεδρος της Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, αρεοπαγίτης, Βασιλική Θάνου, και οι εφέτες Παν. Λυμπερόπουλος και Νίκος Σαλάτας.

 

Υπηρεσιακή περιπέτεια

 

Ανεξάρτητος υποψήφιος (χωρίς να διεκδικεί προεδρία) θα είναι και ο επί πολλά χρόνια γεν. γραμματέας της Ενωσης, πρόεδρος εφετών, Γιώργος Μανωλίδης. Με άλλους δύο συναδέλφους τους (Κων. Σαργιώτη και Μαρία Κουβαρά) κατέρχονται και ο πρόεδρος Πρωτοδικών Χριστόφορος Σεβαστίδης και ο αδερφός του, πρωτοδίκης, Χαράλαμπος Σεβαστίδης, οι οποίοι αποτελούν τη μειοψηφία του απερχόμενου διοικητικού συμβουλίου.

 

Εν όψει των αυριανών εκλογών της ένωσης στα περιφερειακά δικαστήρια, μιλά στην «Εφ.Συν.» η εφέτης Λάρισας Βαρβάρα Πάπαρη, η οποία εκλέγεται μέλος του Δ.Σ. της ΕΔΕ επί τρεις συνεχόμενες θητείες (2008-2014), και είναι η πρώτη δικαστής της επαρχίας που εκλέχτηκε ποτέ μέλος του Δ.Σ. της ΕΔΕ.

 

Οπως μας λέει, για την ενασχόλησή της με τον δικαστικό συνδικαλισμό την προέτρεψε «ο συνάδελφος Νικόλαος Σαλάτας», κυρίως όμως συνέβαλε μια υπηρεσιακή «περιπέτεια» που είχε, «η οποία άλλαξε και τον τρόπο που έβλεπα μέχρι τότε τον χώρο της δικαιοσύνης». Τι αφορούσε η «περιπέτεια» αυτή; «Μια αυθαίρετη παρέμβαση στο λειτούργημά μου από ανώτερό μου».

 

Σήμερα, λοιπόν, η μαχητική δικαστίνα, που διεκδικεί για τέταρτη θητεία την ψήφο εμπιστοσύνης των συναδέλφων της, ιεραρχεί τα προβλήματα στον ευαίσθητο χώρο της Δικαιοσύνης και υποστηρίζει ότι: «Το μείζον πρόβλημα στην απονομή της δικαιοσύνης είναι η αίσθηση των πολιτών ότι υπάρχει διάθεση της πολιτικής εξουσίας να εμπλέξει τη δικαιοσύνη σε πολιτικά παιχνίδια και επιδιώξεις, η οποία αδικεί την πλειονότητα των δικαστών, οι οποίοι έχουν υψηλό φρόνημα ανεξαρτησίας και αφοσίωση στο καθήκον.

 

Οι αργοί ρυθμοί

 

»Κι ακόμα, είναι οι ρυθμοί απονομής της δικαιοσύνης, το οποίο βέβαια είναι ένα χρονίζον ζήτημα, που απαιτεί ρηξικέλευθες μεταρρυθμίσεις και αλλαγές. Η λύση του προβλήματος αυτού απαιτεί εκτεταμένο και σε βάθος διάλογο, ο οποίος δεν εξασφαλίζεται με τη διαδικασία των πολυνομοσχεδίων, αλλά με ενεργό συμμετοχή πανεπιστημιακών, δικηγορικών συλλόγων, δικαστικών ενώσεων, ενώσεων δικαστικών υπαλλήλων. Και, τέλος, η αποκατάσταση του κύρους της δικαιοσύνης, που έχει τρωθεί με την προσπάθεια υπαλληλοποίησης του δικαστή, που έχει σκοπό την υποβάθμιση του ρόλου της δικαστικής εξουσίας ως θεματοφύλακα του Συντάγματος, η οποία αποκτά ιδιαίτερη σημασία στην παρούσα περίοδο».

 

● Να αναπτυχθούν μηχανισμοί μείωσης της εισερχόμενης δικαστικής ύλης με αξιοποίηση της εμπειρίας των άλλων ευρωπαϊκών χωρών, ώστε να μην υπάρχει άσκοπη σπατάλη δυνάμεων και δυνατοτήτων.

 

● Να υπάρξει ουσιαστική συμβολή της Ενωσης στην κατάρτιση νέων Κωδίκων, με σκοπό την αντικατάσταση του απαρχαιωμένου θεσμικού περιβάλλοντος.

 

● Να γίνει ουσιαστική αλλαγή του δικαστικού χάρτη για την ορθολογικότερη και δικαιότερη κατανομή της εργασίας.

 

● Να περάσει η Δικαιοσύνη στην ηλεκτρονική εποχή και να ιδρυθεί και λειτουργήσει Δικαστική Αστυνομία, που θα υπάγεται στο υπουργείο Δικαιοσύνης.

 

Στήριξη των πολιτών

 

«Τα δικαστήρια -τονίζει η κ. Πάπαρη- κατά το Σύνταγμα έχουν ως αποστολή την απονομή της δικαιοσύνης και όχι τη διεκπεραίωση των υποθέσεων που εισάγονται σ’ αυτά. Δυστυχώς, όμως, διεκπεραιωτές μάς θέλει η ελληνική πολιτεία». Οι δικαστές όμως, καταλήγει, «εκ του επαγγέλματός τους, αλλά κυρίως λόγω κοινωνικής προέλευσης και συνθηκών ζωής, γνωρίζουν περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον τις δυσκολίες και τα προβλήματα των πολιτών και αποδεικνύουν καθημερινά με τις αποφάσεις τους ότι είναι κοντά στους χειμαζόμενους πολίτες, όπως π.χ. οι ειρηνοδίκες με τις αποφάσεις τους στις υποθέσεις των υπερχρεωμένων νοικοκυριών».

 

Scroll to top