Του Χάρη Ιωάννου
Η κυβέρνηση δεν έχει την πολιτική νομιμοποίηση να κυβερνά, υποστηρίζει ο ΣΥΡΙΖΑ και ζητά σύντομα εκλογές. «Αν σήμερα είχαμε εθνικές εκλογές, ο ΣΥΡΙΖΑ θα είχε 130 έδρες και η Νέα Δημοκρατία 69», είπε ο Αλέξης Τσίπρας το βράδυ των ευρωεκλογών, μεταφράζοντας τα ποσοστά για τις έδρες του Ευρωκοινοβουλίου σε ποσοστά εδρών της ελληνικής Βουλής.
Ωστόσο, οι κυβερνήσεις -πλέον και στην Ελλάδα- δεν κρίνονται από τη διαφορά πρώτου και δεύτερου κόμματος, αλλά από τις εν δυνάμει συμμαχίες. Το ερώτημα που προκύπτει αβίαστα είναι με ποιους θα σχημάτιζε αυτή την κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ. Με το ΚΚΕ αποκλείεται, άρα η «κυβέρνηση της Αριστεράς» είναι όνειρο απατηλό. Ας δούμε την κυβέρνηση «κοινωνικής σωτηρίας». Η ΔΗΜΑΡ τέθηκε ουσιαστικά εκτός παιχνιδιού και ο Π. Καμμένος θα είχε 10-11 έδρες. Δεν φτάνουν για κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Οπότε μένουν οι «μερκελιστές» του ΠΑΣΟΚ/Ελιά και το «θολό και ύποπτο» Ποτάμι. Αμφότεροι όμως είναι σχεδόν αδύνατο να συνεργαστούν με τον κ. Καμμένο.
Υπάρχει βέβαια και το ενδεχόμενο ενός μεγάλο συνασπισμού Ν.Δ. – ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος στο συνδικαλιστικό όργανο των δημοσιογράφων (ΕΣΗΕΑ) εφαρμόζεται ήδη εδώ και καιρό. Με τα σημερινά δεδομένα όμως και αυτό φαντάζει δύσκολο.
Τα ζητήματα αυτά δεν απασχολούν μόνο τα κόμματα, τα ΜΜΕ και τις εταιρείες δημοσκοπήσεων. Απασχολούν κατά κύριο λόγο τους πολίτες, οι οποίοι απέρριψαν τα διλήμματα «υπευθυνότητα ή καταστροφή» και τα δημοψηφίσματα για το Μνημόνιο. Στήριξαν δοκιμασμένα στελέχη προερχόμενα από τη Ν.Δ. και το ΠΑΣΟΚ σε δημοτικό και περιφερειακό επίπεδο, δίνοντας ταυτόχρονα στον ΣΥΡΙΖΑ τη δυνατότητα σε δύο περιφέρειες (Αττική, Ιόνια) και μερικούς δήμους να αποδείξει τις διοικητικές του ικανότητες. Και θα κριθεί εκ του αποτελέσματος.
Οι ίδιοι πολίτες στις ευρωεκλογές τιμώρησαν παραδειγματικά τα κόμματα της κυβέρνησης, όσο και αν εκείνα παριστάνουν πως βρέχει. Η συντηρητική παράταξη κατέγραψε το δεύτερο χειρότερο ποσοστό στην ιστορία της υπό την ηγεσία του Αντ. Σαμαρά –είχε προηγηθεί το 18% του Μαΐου του 2012- και το ιστορικό ΠΑΣΟΚ εκφράζει ικανοποίηση για το 8% της Ελιάς.
Οι επιλογές των Ελλήνων, όπως και πολλών άλλων λαών στην Ευρώπη, ήταν στην κατεύθυνση του ευρωσκεπτικισμού, είτε εκ δεξιών είτε εξ αριστερών, σε ποσοστό μάλιστα που αγγίζει το 50% (ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ, Αν. Ελλ., ΛΑΟΣ, Χ.Α.).
Οι Φιλελεύθεροι και οι Πράσινοι, δηλαδή το τρίτο και το τέταρτο μεγαλύτερο ευρωπαϊκό κόμμα, στην Ελλάδα ουσιαστικά δεν εκπροσωπούνται, λαμβάνοντας ποσοστά περί το 1%.
Το αμφίσημο μήνυμα των ευρωεκλογών, εκτός του ότι εξέφρασε μια γενικότερη αποδοκιμασία για την ακολουθούμενη πολιτική σε Ελλάδα και Ε.Ε., επιβεβαίωσε και το εγχώριο πολιτικό αδιέξοδο, ανεξαρτήτως του πότε θα γίνουν εθνικές εκλογές.
Απέναντι στο «ναι σε όλα» της κυβέρνησης και το «όχι σε όλα» της αντιπολίτευσης, η χώρα δυστυχώς στερείται επιλογές. Εξακολουθεί να πορεύεται με εικονικές πραγματικότητες, λαϊκισμούς πολλών αποχρώσεων, ψευδαισθήσεις και κυρίως: χωρίς σχέδιο και χωρίς ένα μίνιμουμ εθνικής συνεννόησης. Τουλάχιστον για τα αυτονόητα.