15/06/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Και τώρα τι;

      Pin It

ΤΑΣΟΣ ΠΑΠΠΑΣΤου Τάσου Παππά

 

Διαβάζοντας τα κείμενα που δημοσιεύτηκαν στην «Εφ.Συν.», στο πλαίσιο του αφιερώματος «Αριστερά: πρώτη δύναμη. Και τώρα τι;», διαπιστώνεις ότι οι περισσότεροι αρθρογράφοι συμφωνούν πως η νίκη της ριζοσπαστικής Αριστεράς στις ευρωεκλογές ήταν μια σημαντική επιτυχία με αντίκτυπο στην Ευρώπη. Μέχρι εδώ δεν υπάρχει πρόβλημα. Οι διαφωνίες προκύπτουν όταν τίθεται το ερώτημα, που είναι και το πιο κρίσιμο: «Με ποιες πολιτικές θα καταφέρει να γίνει πλειοψηφικό ρεύμα;».

 

Οσοι ανήκουν στην περιοχή της Κεντροαριστεράς ζητούν από τον ΣΥΡΙΖΑ να προσαρμόσει τις θέσεις και τη στρατηγική του στην πολιτική πραγματικότητα της χώρας με υπευθυνότητα και ρεαλισμό. Ζητούν, μ’ άλλα λόγια, στροφή προς το Κέντρο, με το σκεπτικό ότι μεγάλο τμήμα του πληθυσμού εξακολουθεί να είναι κουμπωμένο γιατί φοβάται ότι με αριστερή κυβέρνηση η χώρα θα μπλέξει σε επικίνδυνες περιπέτειες. Υποψία που ενισχύεται από την εμφανή δυσκολία του ΣΥΡΙΖΑ να βρει αξιόπιστους και υπολογίσιμους από άποψη εκλογικού μεγέθους συνομιλητές στο πολιτικό σκηνικό.

 

Το επιχείρημα έχει μια βάση. Πράγματι, ένα κομμάτι της κοινωνίας που δεν τα έχει χάσει όλα, που παραμένει σαφώς αντιδεξιό και με κουλτούρα διακυβέρνησης, που έχει διαρρήξει τους δεσμούς του με τη συμβιβασμένη σοσιαλδημοκρατία και δεν πείθεται από τις ασκήσεις επί χάρτου που κάνουν διάφοροι αυτόκλητοι σωτήρες της Κεντροαριστεράς κρατά στάση αναμονής. Ψηφίζει μεν ΣΥΡΙΖΑ, όχι όμως με παράφορο ενθουσιασμό και δίχως διάθεση εμπλοκής στις διεργασίες. Αναθέτει και περιμένει.

 

Ο αντίλογος είναι σοβαρός και παραπέμπει στη δυναμική πορεία που είχε το εγχείρημα. Ο ΣΥΡΙΖΑ κατάφερε να εκτοξευθεί από το 4% στο 27% γιατί επέλεξε να αναμετρηθεί με τις κακοδαιμονίες του πολιτικού συστήματος, να αμφισβητήσει το κυρίαρχο μοντέλο ανάπτυξης, να συγκρουστεί με το μπλοκ του συναινετικού δικομματισμού και τον ισχυρό βραχίονά του, τη διαπλοκή. Αγκάλιασε τα κινήματα ποικιλόμορφης αντίστασης, στήριξε τις πρωτοβουλίες που αναπτύχθηκαν από τα κάτω και μπόλιασε με τον ριζοσπαστικό λόγο του τις ψυχές των καθημαγμένων ανθρώπων. Εδωσε ελπίδα και προοπτική σε κοινωνικά στρώματα που έχουν δεχτεί αλλεπάλληλα χτυπήματα και στα εισοδήματά τους και στα δικαιώματά τους. Διασκέδασε την περιρρέουσα εντύπωση ότι η ήττα είναι το φυσικό περιβάλλον της Αριστεράς και δήλωσε εμφατικά ότι και μπορεί και θέλει να αναλάβει κυβερνητικές ευθύνες. Κάτι όχι αυτονόητο, γιατί σε πολλούς είχε δημιουργηθεί η βεβαιότητα ότι η Αριστερά είναι ικανή να οργανώνει διαδηλώσεις και διαμαρτυρίες, να αναλύει με οξυδέρκεια την κατάσταση, αλλά δεν θέλει να κατακτήσει την εξουσία, παρά μόνο στο απώτατο μέλλον όταν οι κοινωνικές συνθήκες θα έχουν ωριμάσει και το επαναστατικό υποκείμενο θα είναι έτοιμο για το μεγάλο άλμα.

 

Ηταν λοιπόν αυτό το πρώτο κύμα ριζοσπαστισμού, σε συνδυασμό με την απαγκίστρωση του ΣΥΡΙΖΑ από τα τριτοδιεθνιστικά στερεότυπα, που τον οδήγησε στο κέντρο της πολιτικής ζωής, θέση που δεν φαίνεται να απειλείται. Συνεπώς, πρέπει να συνεχίσει σ’ αυτήν την κατεύθυνση, υποστηρίζουν όσοι απορρίπτουν μετά βδελυγμίας κάθε σκέψη για στροφή στον «ρεαλισμό». Μ’ αυτήν τη γραμμή κέρδισε τις μάχες και είναι εκ των πραγμάτων υποχρεωμένος να οργανώσει ένα δεύτερο κύμα ριζοσπαστισμού και να κλιμακώσει την αντιπαράθεσή του με τα οικονομικά συμφέροντα και τα πολιτικά στηρίγματά τους για να κερδίσει και τον πόλεμο. Για να μην την πάθει όπως ο στρατηγός των Νοτίων Λη που «κέρδιζε τις μάχες, αλλά έχασε τον πόλεμο» (Ερικ Αμπλερ).

 

Η λογική μοιάζει τετράγωνη. Είναι; Συζητήσιμο. Τα κύματα ριζοσπαστισμού δεν παραγγέλλονται. Η κατάσταση σήμερα στην κοινωνία δεν μυρίζει μπαρούτι. Το αντίθετο θα λέγαμε. Υπάρχει κόπωση, ενδεχομένως και απογοήτευση, προφανώς γιατί η διάχυτη κοινωνική δυσφορία της προηγούμενης φάσης αποδείχτηκε ατελέσφορη. Ισως, επειδή δεν πλαισιώθηκε από ένα πειστικό και ελκυστικό σχέδιο πολιτικής ανατροπής. Από την άλλη πλευρά, οι ιδεολογικοί μηχανισμοί κάνουν καλά τη δουλειά τους. Τρομοκρατούν και εκβιάζουν τον πληθυσμό για να εκμαιεύσουν τη φοβισμένη συγκατάθεσή του γύρω από μια επώδυνη πολιτική την οποία πλασάρουν ως τη μόνη δυνατή, προβοκάροντας οποιαδήποτε άλλη.

 

Απέναντι σ’ όλα αυτά ένα κόμμα της Αριστεράς δεν μπορεί να σφυρίζει αδιάφορα, επιμένοντας σ’ έναν βολονταρισμό του τύπου «δεν έχει σημασία το επίπεδο συνείδησης των μαζών, σημασία έχει η αποφασιστικότητα της πρωτοπορίας». Αν είναι σοβαρό λάθος, που πιθανότατα θα σε οδηγήσει σε ταπεινωτικούς συμψηφισμούς, η υπερεκτίμηση των δυνατοτήτων του αντιπάλου σου, μοιραίο σφάλμα, που ενδεχομένως να προκαλέσει τη συντριβή σου, είναι επίσης η υποτίμηση της ισχύος του. Οπως έχουμε ξαναπεί, δεν υπάρχει μαγική συνταγή. Με τα ανθρώπινα δεν μπορείς ποτέ να είσαι σίγουρος. Μου ακούγεται όμως πολύ ενδιαφέρον το σύνθημα που φώναζαν οι αγανακτισμένοι στις πλατείες της Ισπανίας: «Προχωράμε αργά, γιατί πάμε μακριά». Αρκεί βεβαίως να ξέρεις πού πας, πώς θα πας και με ποιους θα πας. Το πόσο γρήγορα θα πας και σε ποιο βάθος, θα εξαρτηθεί από πολλούς παράγοντες και όχι μόνο από τη δική σου επιθυμία.

 

[email protected]

 

Scroll to top