Η Μυρτώ Αλικάκη σε δύο παραστάσεις και δύο εντελώς κόντρα ρόλους
Η καλή ηθοποιός θα περνά στη διάρκεια της εβδομάδας από την κωμωδία «Η Φτωχούλα του Θεού» της Γκασούκα στους «Καρχαρίες» του Τριαρίδη, ένα εγκεφαλικό κείμενο με κάτι απο τη σκοτεινιά του «Αντίχριστου» του Τρίερ
Της Μαριαλένας Σπυροπούλου
Η Μυρτώ Αλικάκη ανήκει στους ηθοποιούς που πατούν γερά στα πόδια τους. Ταλαντούχα, πειθαρχημένη, με χαρακτήρα και άποψη, έχει κατορθώσει να επιβληθεί στον χώρο με το να είναι ο εαυτός της. Οι συνεργασίες της κάθε χρονιά έχουν ένα καλλιτεχνικό στοίχημα. Φέτος υποδύεται δύο κόντρα ρόλους γυναικών. Παίζει ήδη στη «Φτωχούλα του Θεού» της Ελένης Γκασούκα στο «Από Μηχανής Θέατρο», ενώ σε λίγες μέρες, 18 Φεβρουαρίου, θα είναι και στους «Καρχαρίες» του Θ. Τριαρίδη, που σκηνοθετει ο Δημήτρης Γιαμλόγλου στο θέατρο ΠΚ.
-Η «Φτωχούλα του Θεού» μιλά για συνείδηση και ευτυχία. Πόσο δύσκολο είναι να βρει το κέντρο βάρους του ένας άνθρωπος που κάνει μια δουλειά ανταγωνιστική, ναρκισσιστική, που το βλέμμα του άλλου είναι πολύ σημαντικό για την αξία του;
«Ο άνθρωπος πρέπει να εξελίσσεται. Σίγουρα υπάρχουν κάποια εφόδια και προβλήματα που τα κουβαλά από μικρός, αλλά είναι δική του δουλειά να πετύχει να γίνει αυτός που θα ήθελε να είναι, με βάση το υλικό που διαθέτει. Πιστεύω στη δουλειά που κάνει ο καθένας με τον εαυτό του. Το θέατρο δεν είναι ψυχοθεραπεία, σίγουρα όμως σε βοηθά να εκτονώσεις τον εαυτό σου. Είναι αποκούμπι. Σαν ναρκωτικό, χωρίς βλαβερές συνέπειες. Από μόνο του όμως δεν αρκεί για να γίνεις καλύτερος».
-Σε λίγες ημέρες ανεβαίνουν οι «Καρχαρίες». Πολύ διαφορετικός ρόλος. Τώρα βουτάτε σε πιο σκοτεινά νερά, του έρωτα και της διαστροφής.
«Είναι ένα εγκεφαλικό κείμενο με πολλά στοιχεία ψυχολογικού θεάτρου. Η ιδέα να δουλεύω σε δύο διαφορετικά πράγματα μου αρέσει, μου δίνει ισορροπία. Αυτό το έργο όμως είναι από τη φύση του πολύ δύσκολο. Ακόμα και ως κείμενο. Το στοίχημα για εμάς είναι αυτό το ζευγάρι που παίζει ένα εγκεφαλικό παιχνίδι να μπορέσει να εμπνεύσει στην πραγματικότητα των θεατών σκηνές από τις δικές τους ζωές».
-Θυμίζει Μπέργκμαν αυτό το αλισβερίσι…
«Ναι. Το παράδοξο ,αλλά και ευχάριστο, είναι ότι ο Λεωνίδας Κακούρης, που είναι ο συμπρωταγωνιστής μου, αλλά και εγώ, ενώ παίζουμε ένα προβληματικό και διεστραμμένο ζευγάρι, στην προσωπική μας ζωή είμαστε δύο αρκετά γήινοι και υγιείς σε γενικές γραμμές άνθρωποι. Αυτό μας βοηθά να διαχειριστούμε το έργο με μεγαλύτερη ευκρίνεια και να το μεταδώσουμε και καλύτερα στο κοινό. Οι «Καρχαρίες» έχουν κάτι απο τη σκοτεινιά του «Αντίχριστου» του Τρίερ. Ενας άντρας χειρίζεται μια γυναίκα, η οποία έχει αφεθεί να τη χρησιμοποιούν».
-Ο τίτλος του έργου παραπέμπει στο αίμα…
«Σαφώς. Το βασικό ερώτημα που θέτει είναι τι είναι η αγάπη. Εχουμε ένα ζευγάρι που δεν μπορεί να αγαπηθεί λειτουργικά, έχει έναν δικό του καταστροφικό τρόπο να αγαπιέται. Αρα χρειάζεται και αίμα να τραφεί. Ο λόγος που το επέλεξα αμέσως όταν το διάβασα είναι ότι, πέρα από τη θεατρική σύμβαση, στην ουσία το ζευγάρι του έργου κάνει αυτό που κάνουν τα 9 στα 10 ζευγάρια στην πραγματικότητα. Είναι σχεδόν ακατόρθωτο οι άνθρωποι να αγαπιούνται ειρηνικά γι' αυτό που είναι».
-Γιατί πιστεύεις ότι είναι τόσο δύσκολο;
«Η ανασφάλειά μας δεν μας επιτρέπει να αποδεχτούμε τη διαφορετικότητα του άλλου. Την εκλαμβάνουμε ως απόρριψη. Και το δεύτερο είναι η καθημερινότητα, η ρουτίνα, οι ευθύνες, που στην πορεία μιας κοινής ζωής δημιουργούν πολλά προβλήματα. Αυτά ,για να είμαι ειλικρινής, τα καταλαβαίνω περισσότερο ως πρόβλημα. Θα ήθελα να είμαστε συμφιλιωμένοι με το αδιέξοδο των σχέσεων και να πηγαίνουμε παρακάτω χωρίς δράματα. Τον φόβο για το παρακάτω το έχω νιώσει στο πετσί μου. Οταν τελειώνει μια σχέση και μένεις γιατί φοβάσαι το μετά. Θέλει ρίσκο και πίστη».
-Το σεξ στο έργο είναι παρόν-απόν…
«Το ζευγάρι δεκαπέντε χρόνια που είναι μαζί δεν έχει κάνει ποτέ έρωτα. Ηταν μια απόφαση που πήρε αυτός και εκείνη συμβιβάστηκε. Η υπόθεση ξεκινά με την προσπάθεια που κάνουν, μέσω ενός ψυχολογικού παιχνιδιού που τους σύστησε ένας γιατρός, να κάνουν τελικά έρωτα. Αυτός πάσχει και από το σύνδρομο της Μαντόνας. Δεν μπορεί να δει σεξουαλικά τη γυναίκα του, επειδή την έχει εξιδανικεύσει».
-Πόσο δύσκολο είναι για έναν καλλιτέχνη πλέον να ζει από την τέχνη του;
«Η κρίση έχει επηρεάσει πολλά επαγγέλματα. Το δικό μας πάντα είχε αυτό το ρίσκο. Η κρίση αφορά περισσότερο την τηλεόραση. Οπότε δεν βρίσκω κανένα λόγο να δουλεύει κάποιος στην τηλεόραση. Και στο θέατρο είναι δύσκολα τα πράγματα, γιατί είναι μοιρασμένη η πίτα και οι περισσότεροι δουλεύουν με ποσοστά».
-Βλέπεις φως;
«Δεν νομίζω ότι θα φτιάξει η κατάσταση σύντομα. Και δεν βλέπω με τον κοινό νου που διαθέτω φως από την πολιτική που ακολουθείται. Οδηγούμαστε στην εξαθλίωση. Μάλλον σαν σχέδιο το βλέπω. Η Ιστορία θα γράψει τι είναι αυτό που περνάμε ακριβώς».
-Θα έκανες άλλη δουλειά;
«Μπορώ να ζήσω χωρίς τη δουλειά μου και έχω και άλλες αγάπες, αλλά αυτό που νιώθω ως ηθοποιός είναι βαθύ, δεν μοιάζει με τίποτα άλλο. Νιώθω σαν να βγαίνω να παίξω με τους φίλους μου. Μου παίρνει όλη την κούραση. Επιχειρηματίας δεν θα ήθελα να γίνω, αλλά τη σκηνοθεσία δεν την αποκλείω, απλώς δεν νιώθω ακόμα έτοιμη».