Pin It

ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΜΠΙΝΙΑΡΗΣΤου Νικόλαου Α. Μπινιάρη*

 

Εγιναν κατανοητές, έπειτα από πέντε χρόνια οικονομικής κρίσης, οι μεγάλες αδυναμίες του οικονομικού ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Δίχως κεντρική τράπεζα ως δανειστή τελευταίας ανάγκης, δίχως κοινή δημοσιονομική και φορολογική πολιτική, η Ε.Ε. βρέθηκε να προσπαθεί με κινήσεις απελπισίας να καλύψει τα χρέη του Νότου αλλά και του Βορρά και να εφαρμόζει το γνωστό σχέδιο λιτότητας.

 

Αλλά πέραν αυτού, το μετα-μοντέρνο αυτό νομικό και οικονομικό κατασκεύασμα δεν διαθέτει ούτε σύνορα ούτε στρατό ούτε εξωτερική πολιτική. Οι πρώην μεγάλες δυνάμεις Βρετανία και Γαλλία έχουν τις δικές τους και κατά καιρούς, ανάλογα με τις περιστάσεις, διαμορφώνουν την πολιτική της Ε.Ε., η οποία απλά συνίσταται στο να μη διαταράσσει την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ. (Τα αποτελέσματα της γαλλοβρετανικής πολιτικής τα είδαμε στη Λιβύη.) Η Γερμανία δεν είχε ποτέ παρουσία σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής αλλά είχε την υποχρέωση να ακολουθεί τους άλλους δύο. Πρέπει να γίνει κατανοητό πως η Ευρώπη ήταν μονίμως καταναλωτής ασφάλειας, δηλαδή βασιζόταν πάνω στην αμυντική ομπρέλα των ΗΠΑ. Ηταν μια διαδικασία, η οποία εξυπηρετούσε και τους δύο. Η Ε.Ε. απέφευγε το κόστος των εξοπλισμών, έχοντας μια εξαγωγική πολεμική βιομηχανία και οι ΗΠΑ διατηρούσαν την επιρροή τους αδιατάρακτη στην ήπειρο.

 

Η πτώση της ΕΣΣΔ δημιούργησε μια κρίση, η οποία όμως έληξε σύντομα και αναίμακτα και η ευρωπαϊκή εξωτερική πολιτική έπεσε στον χείμαρρο της γιουγκοσλαβικής κρίσης. Ηταν η εποχή της μεγάλης «γερμανικής άνοιξης» και, αφού η ευρωπαϊκή διπλωματία απέτυχε να λύσει ένα καθαρά ευρωπαϊκό πρόβλημα, ο τότε Γερμανός υπουργός Εξωτερικών Γκένσερ παρενέβη για την αναγνώριση της Κροατίας. Τελικά οι ΗΠΑ έδωσαν τη «λύση» και η Ευρώπη συνέχισε να καθεύδει δίχως αιδώ.

 

Με τις τελευταίες ευρωεκλογές εμφανίστηκε μια κρίση θεσμών στην Ε.Ε. με το γνωστό πρόβλημα της υποψηφιότητας Γιούνκερ και της αντίθεσης της Βρετανίας για αυτήν. Η καγκελάριος Μέρκελ αποφάσισε και ο Γιούνκερ εξελέγη πρόεδρος της Επιτροπής. Η Βρετανία υπέστη ήττα, αλλά όλοι προσπαθούν να παρηγορήσουν τον πρωθυπουργό Κάμερον, ακόμη και ο ίδιος ο Γιούνκερ, προσφέροντας του για δώρο «τη μη εισδοχή νέων χωρών για πέντε χρόνια στην Ε.Ε.», δηλαδή αποκλείοντας την εισδοχή της Σκωτίας αν οι πολίτες της ψηφίσουν ανεξαρτησία από τη Βρετανία.

 

Τον προηγούμενο χρόνο, με απόγειο το γεγονότα της πλατείας Μεϊντάν, προέκυψε ένα πολύ μεγάλο και επικίνδυνο πρόβλημα, καθαρά ευρωπαϊκό, το ουκρανικό. Η προσφορά της Ε.Ε. στην Ουκρανία και η αντιπαράθεση με τη Ρωσία οδήγησαν σε μια κρίση σχέσεων με την τελευταία, η οποία επέφερε κυρώσεις από τις ΗΠΑ και μερικές ηπιότερης μορφής από την Ε.Ε.

 

Τώρα όμως αρχίζει να διαμορφώνεται ένα νέο δράμα γύρω από τους θεσμούς και τη λειτουργία αυτού του οιονεί κρατικού μορφώματος. Ο Γιούνκερ εξελέγη αλλά δεν εξελέγη Επίτροπος για την Εξωτερική Πολιτική και Αμυνα. Η θητεία της Αστον λήγει και στη θέση της είχε προταθεί η εκλογή της νυν υπουργού Εξωτερικών της Ιταλίας. Η υποψηφιότητα αυτή απέτυχε. Η αποτυχία οφείλεται στην ουκρανική κρίση. Οι χώρες-μέλη της Ανατολικής Ευρώπης, οι οποίες επιζητούν μια σκληρή πολιτική απέναντι στη Ρωσία, την οποία θεωρούν υπεύθυνη για την ουκρανική κρίση, αλλά ακόμα και ικανή να εισβάλει στα εδάφη τους, αυτό κυρίως από τις Βαλτικές χώρες και την Πολωνία, αρνήθηκαν την επιλογή της Ιταλίδας υπουργού. Την απέρριψαν για έναν βασικό λόγο: ήταν ήπια στις αντιδράσεις της απέναντι στη Ρωσία. Η Ιταλία υπέγραψε πρόσφατα τη συμφωνία για τον αγωγό Σάουθστριμ και είναι επιφυλακτική στο να επιβάλει εμπορικές κυρώσεις στη Ρωσία για να μην πληγούν οι εξαγωγές της, οι οποίες είναι κύριος συντελεστής για την ανάκαμψη της οικονομίας της.

 

Γίνεται αμέσως αντιληπτό ότι εν μέσω μιας ευρωπαϊκής κρίσης, την οποία έχουν προωθήσει οι ΗΠΑ μέσω της ανυπαρξίας εξωτερικής πολιτικής της Ε.Ε., η Ευρώπη δεν έχει Επίτροπο για την εξωτερική της πολιτική και βέβαια αυτό αντανακλά τη μόνιμη αδυναμία της να καθορίσει την ταυτότητά της. Αν για την οικονομία υπήρξε μια κάποια λύση, στο ζήτημα αυτό λύση ευρωπαϊκή δεν υπάρχει παρά μόνο ό,τι θα υπαγορεύσουν οι ΗΠΑ.

 

Η Γερμανία, η οποία παρενέβη καταστροφικά στη γιουγκοσλαβική κρίση, τώρα καλείται να βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά για την Ουκρανία. Μέχρι στιγμής είναι αναποφάσιστη. Μερικοί προτρέπουν τη Γερμανία να αναλάβει πρωτοβουλίες ως προς τη Ρωσία, δηλαδή να επιβάλει οικονομικές κυρώσεις που να «δαγκώνουν». Αλλά αν η διένεξη μεταξύ πρώην ανατολικών και της παλιάς Ευρώπης για το ουκρανικό δεν λυθεί σύντομα, η Ευρώπη θα έχει να αντιμετωπίσει και πάλι τα καίρια μειονεκτήματά της, τα οποία είναι εγγενή και δημιούργησαν μια θνησιγενή οντότητα.

 

Το επεισόδιο με την κατάρριψη του μαλαισιανού αεροσκάφους είναι άκρως ανησυχητικό και προαναγγέλλει μια άνευ προηγουμένου σκλήρυνση της στάσης των ΗΠΑ και προφανώς της Ε.Ε. απέναντι στη Ρωσία. Είναι εμφανές πως η ουκρανική κυβέρνηση μέχρι στιγμής δεν έχει λύσει κανένα πρόβλημα της χώρας, αλλά κρύβεται πίσω από την ένοπλη αντίδραση των φιλορώσων, την οποία θα μπορούσε να εκτονώσει με μια προσφορά συνομοσπονδίας και να σταματήσει τον εμφύλιο.

 

Η Ε.Ε., έπειτα από πολλές δεκαετίες, βρίσκεται στην απελπιστική θέση να πληρώνει και τις ελλείψεις της οικονομικής της συγκρότησης και την έλλειψη των ιδιοτήτων μιας κρατικής οντότητας. Εν μέσω μιας ιστορικής ανακατάταξης στη Μέση Ανατολή, η οποία μπορεί να τινάξει στον αέρα την ενεργειακή της κατάσταση και για την οποία πιο πολύ ασχολείται ο Πάπας παρά τα υπουργεία Εξωτερικών, βρίσκεται μπροστά σε μια κρίση με τη Ρωσία, η οποία μπορεί να φέρει βαρύ πλήγμα σε ένα άλλο κομμάτι της ενεργειακής της πολιτικής. Είναι προφανές ότι τώρα θα πρέπει να αποφασίσει το Βερολίνο και, αν ανατρέξουμε στο παρελθόν, θα μαντέψουμε πως θα αποφασίσει λάθος.

 

…………………………………………………………………………………………………………………………………..

 

* Συγγραφέας. Το βιβλίο του «Το Κάλεσμα της Ερήμου» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Νησίδες»

 

Scroll to top