Pin It

Του Δημήτρη Π. Σωτηρόπουλου*

 

Τα τρία χρόνια του Μνημονίου και όσα τραγικά το συνόδευσαν επέφεραν ποικίλους αποπροσανατολισμούς τόσο στο πεδίο της κοινωνίας όσο και στο πεδίο της πολιτικής. Ενας από τους βασικότερους συνίστατο στο ότι το πρόβλημα ήταν κυρίως, αν όχι αποκλειστικά, «οικονομικό», και ότι, άρα, οι όποιες λύσεις θα μπορούσαν να προέλθουν από την καθαρά δημοσιονομική του διαχείριση –θα αρκούσε ένα άρθρο νομοσχεδίου και μόνο για να επιστρέψουμε στον παλιό μας οικονομικό παράδεισο, κατά τη γνωστή ρήση.

 

Η ψευδαίσθηση αυτή συνέφερε πρώτα και κύρια το ίδιο το πολιτικό σύστημα. Είναι προφανές ότι αντιμετωπίζοντας το όλο θέμα με καθαρά τεχνοκρατικούς όρους –δημοσιονομικές περικοπές, λιτότητα κ.λπ.- έριχνε την μπάλα μακριά από το δικό του γήπεδο. Ως αποτέλεσμα, σπανίως όλα αυτά τα χρόνια συζητήθηκε επί της ουσίας, στα Αριστερά ή τα Δεξιά, πώς το κράτος και η πολιτική εξουσία -με τον τρόπο που διαμορφώθηκαν στη μεταπολίτευση- άσκησαν την επίδραση που άσκησαν στα διάφορα πεδία της δημόσιας ζωής. Και δεν αναρωτήθηκαν ούτε καν για τα πιο στοιχειώδη και εξόφθαλμα προβλήματα. Τι ήταν π.χ. αυτό που δημιουργούσε ουσιαστικά το διαρκώς υψηλό έλλειμμα της γενικής διακυβέρνησης, γιατί η δημόσια διοίκηση ήταν τόσο εντυπωσιακά ανορθολογική και αναποτελεσματική, γιατί υπήρχε πάγια άρνηση στην αντικειμενική καταγραφή της δημοσιονομικής πραγματικότητας (Greek statistics), γιατί η διαφθορά και η διαπλοκή έγιναν συστημικό φαινόμενο, γιατί τα άδικα αιτήματα των λογής λογής συντεχνιών έβρισκαν τόσο εύκολα πολιτικούς πάτρωνες κ.λπ. Και περαιτέρω: πώς πρέπει να ανανεωθεί το δημοκρατικό μας πολίτευμα, με δεδομένες τις ανάγκες της διαχείρισης της κρίσης, μιας κρίσης που προβλέπεται μακροχρόνια και ιδιαίτερα περίπλοκη καθότι έχει και εξωτερικές διαστάσεις;

 

Δεν είμαι από εκείνους που επιθυμώ να μεταθέσω την όλη ευθύνη στις περίφημες «ελίτ», αφήνοντας τις στρεβλώσεις του «αμόλυντου λαού» στο απυρόβλητο. Ισα ίσα, είμαι της άποψης ότι η εστίαση της προσοχής μας στην ανάγκη μεταρρύθμισης του πολιτικού συστήματος θα αποτελούσε την απαρχή για την επαναθεμελίωση των σχέσεων της πολιτικής κοινωνίας με την κοινωνία των πολιτών επί μιας νέας πολύ πιο υγιούς βάσης. Και είναι όντως καλό δείγμα ότι προσφάτως η ΔΗΜΑΡ ανέλαβε σχετική πρωτοβουλία απευθυνόμενη και στους ειδικούς διανοούμενους (βλ. την ημερίδα «Πολιτικό σύστημα σε κρίση», 30/01/13), με την προϋπόθεση ότι δεν θα μείνει απλώς και μόνο μια ενδιαφέρουσα εξαίρεση.

 

Σε κάθε περίπτωση, αν είναι να «μεταρρυθμίσουμε», τι θα είναι αυτό και με ποιους στόχους; Με δεδομένο ότι το σημερινό πολιτικό σύστημα δεν είναι έτοιμο για μια «δημοκρατική επανάσταση», θα ήμασταν ευχαριστημένοι ακόμη κι αν απαλλασσόταν από ορισμένα καρκινώματα. Ενδεικτικά αναφέρω: τη φαύλη εκδοχή του ελληνικού μεταπολιτευτικού κορπορατισμού που αντικαθιστά το δημόσιο συμφέρον με το συντεχνιακό ή και το ατομικό∙ τον υπερβολικό συγκεντρωτισμό της εξουσίας στα πιο υψηλά διαμερίσματά της (απουσία μηχανισμών εξισορρόπησης της εξουσίας) και μάλιστα χωρίς την υποχρέωση λογοδοσίας (μη ευθύνη υπουργών)∙ την αδιαφορία των κομμάτων ιδίως της αντιπολίτευσης στην παραγωγή πολιτικής (με τη γνωστή τακτική του «ώριμου» φρούτου») που τα καθιστά απροετοίμαστα όταν τελικά έρθουν στην κυβέρνηση, καθώς και τη στείρα αντιπαράθεση για την αντιπαράθεση (που δυσκολεύει τις συνεργασίες)∙ το ακόμη πολύ έντονο τοπικιστικό και φατριαστικό πνεύμα που αποτρέπει την αντιμετώπιση των ζητημάτων σε ευρύτερη κλίμακα∙ και την αντιμετώπιση της πολιτικής στενά ως (επικερδούς) επαγγέλματος. Φυσικά, άπαξ και μπούμε στην ουσία, οι επί μέρους απόψεις για το πώς αντιμετωπίζονται τα ζητήματα αυτά μπορεί να διίστανται, αλλά επιτέλους, ας ξεκινήσουν τα κόμματα να τα συζητάνε σε έναν οργανωμένο διάλογο!

 

Υπάρχουν, εντέλει, μυριάδες λόγοι για τους οποίους επιβάλλεται να ανασυγκροτήσουμε τη δημοκρατία μας, αλλά θα ήθελα να σταθώ σε έναν ιδιαιτέρως: το πεδίο της πολιτικής θα πρέπει να ξαναγίνει θελκτικό στις πιο υγιείς και δημιουργικές δυνάμεις της κοινωνίας οι οποίες εδώ και καιρό, δικαιολογημένα, παρακολουθούν μόνο ως στωικοί θεατές το θέατρο του παραλόγου που παίζεται από κατά κανόνα κακούς «ηθοποιούς» στο ελληνικό Κοινοβούλιο και στα ΜΜΕ. Επειδή εδώ δεν χωρούν μισόλογα, θα το πω ξεκάθαρα: η σύνθεση του σημερινού Κοινοβουλίου μόνον απογοήτευση μπορεί να προκαλέσει σε οποιονδήποτε αξιοπρεπή άνθρωπο σέβεται τον εαυτό του –αυτό αποτυπώνεται από το είδος του πολιτικού λόγου (κενή ρητορεία χωρίς επιχειρήματα ή μόνιμος καταγγελτικός τόνος) και το περιεχόμενο του νομοθετικού έργου, ως τον τρόπο που οι εκπρόσωποί «μας» χειρίζονται τη γλώσσα και ντύνονται (μην το υποτιμάμε, είναι συχνά ενδεικτικό του πολιτισμικού επιπέδου). Η πολιτική χρειάζεται και πάλι τους ανθρώπους που σήμερα την απεχθάνονται για πολλούς λόγους αλλά και γιατί αυτή έχει καταληφθεί από εκείνους που συνήθως στο σχολείο και στο πανεπιστήμιο τους θεωρούσαμε τους πιο ανάξιους λόγου. Η υπέρβαση αυτής της κρίσης νομιμοποίησης είναι ίσως η σοβαρότερη προϋπόθεση της εθνικής ανόρθωσης, διότι, δυστυχώς ή ευτυχώς, για την επίτευξη αυτής της τελευταίας δεν υπάρχει άλλο εργαλείο από την πολιτική δράση των ατόμων και των συλλογικοτήτων τους.

 

…………………………………………………………………………………………………………………………………

 

* Επίκουρος καθηγητής Σύγχρονης Πολιτικής Ιστορίας στο ΤΕΙ Καλαμάτας και γραμματέας σύνταξης της ΝΕΑΣ ΕΣΤΙΑΣ

 

Scroll to top