Pin It

Του Βίκτωρα Νέτα

 

Στα 40 χρόνια της μεταπολίτευσης, με ασυγχώρητη βραδύτητα, έγιναν κάποιες προσπάθειες για να θεσμοθετηθεί η διαφάνεια στα οικονομικά των κομμάτων, οι οποίες αποδείχθηκαν ανεπαρκείς, αφού άφησαν ανοιχτά παράθυρα για να περνάει η διαπλοκή μεταξύ πολιτικής και οικονομικών συμφερόντων και, γενικότερα, για τη συναλλαγή μεταξύ πολιτών και πολιτευομένων και μέσω του πολιτικού χρήματος. Μόλις τώρα η σημερινή κυβέρνηση, μετά από συστάσεις της Επιτροπής GRECO (Ομάδα Κρατών κατά της Διαφθοράς) του Συμβουλίου της Ευρώπης, επεξεργάστηκε ένα νομοσχέδιο για τον έλεγχο της χρηματοδότησης των κομμάτων, το οποίο θα συζητηθεί στην Ολομέλεια της Βουλής τον Οκτώβριο.

 

Και με το νομοσχέδιο αυτό δεν λύνεται το πρόβλημα της διαφάνειας και γενικότερα της λειτουργίας των κομμάτων, το οποίο άφησε ανοιχτό το μεταπολιτευτικό Σύνταγμα και μετά τις αναθεωρήσεις του, προφανώς διότι τα κόμματα και οι βουλευτές δεν ήθελαν και δεν θέλουν τον έλεγχο στα οικονομικά τους. Τι είναι, όμως, το κόμμα που μπορεί να λειτουργεί ανεξέλεγκτα, και μάλιστα και με κρατική χρηματοδότηση; Το άρθρο 29 του Συντάγματος ορίζει ότι «Ελληνες πολίτες που έχουν το εκλογικό δικαίωμα μπορούν ελεύθερα να ιδρύουν και να συμμετέχουν σε πολιτικά κόμματα, που η οργάνωση και η δράση τους οφείλει να εξυπηρετεί την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος». Ορίζει ακόμη ότι, όσοι δεν απέκτησαν το δικαίωμα του εκλέγειν, μπορούν να συμμετέχουν στα τμήματα νέων των κομμάτων.

 

Κατά τη συνταγματική διάταξη, τα κόμματα είναι σύλλογοι και επομένως θα πρέπει να έχουν καταστατικό, να τηρούν λογιστικά βιβλία, να δημοσιεύουν ισολογισμό και απολογισμό και να είναι ανοιχτά σε έλεγχο και από τη Δικαιοσύνη, αλλά να ελέγχονται και από τα μέλη τους σε γενικές συνελεύσεις. Τίποτε, όμως, από όλα αυτά δεν γίνεται. Τα κόμματα λειτουργούν ανεξέλεγκτα και χωρίς συγκεκριμένο νομικό καθεστώς.

 

Μετά την απόφαση για την κρατική χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων πέρασε στην αναθεώρηση του Συντάγματος διάταξη (παράγραφος 2 στο άρθρο 29) που ορίζει ότι τα κόμματα έχουν δικαίωμα στην οικονομική τους ενίσχυση από το κράτος για τις εκλογικές και λειτουργικές τους δαπάνες. Και αναφέρει: «νόμος ορίζει τις εγγυήσεις διαφάνειας ως προς τις εκλογικές δαπάνες και γενικά την οικονομική διαχείριση των κομμάτων, των υποψήφιων βουλευτών και των υποψηφίων στην Τοπική Αυτοδιοίκηση». Αναφέρει ακόμα το Σύνταγμα ότι «ο έλεγχος των εκλογικών δαπανών των κομμάτων και των υποψήφιων βουλευτών διενεργείται από ειδικό όργανο, που συγκροτείται και με τη συμμετοχή ανώτατων δικαστικών λειτουργών».

 

Με βάση τη συνταγματική διάταξη έγινε ο νόμος 3023/2002, ο οποίος, όπως διαπιστώθηκε από την εφαρμογή του και όπως επισημαίνεται και στην αιτιολογική έκθεση του νομοσχεδίου, που κατατέθηκε τώρα στη Βουλή, δεν διασφαλίζει τη διαφάνεια και προπαντός την αξιοπιστία του ελέγχου, αφού στην Επιτροπή Ελέγχου, που μετέχουν και ανώτατοι δικαστικοί, την πλειοψηφία έχουν βουλευτές, δηλαδή οι κρίνοντες είναι και κρινόμενοι.

 

Η διαφάνεια δεν μπορεί να διασφαλιστεί εύκολα -αν δεν είναι και αδύνατο- καθώς τα κόμματα διαχειρίζονται μεγάλα ποσά, που δεν προέρχονται μόνο από την κρατική χρηματοδότηση, αλλά και από εισφορές προσώπων και επιχειρήσεων, συνδρομές, κουπόνια ενίσχυσης κ.ά. Η κρατική χρηματοδότηση από 32,43 εκατ. ευρώ το 1999 έφτασε αυξανόμενη προοδευτικά στα 62,18 εκατ. το 2008 και στα 63,21 εκατ. το 2009, οπότε άρχισε να υποχωρεί και έπεσε στα 19,98 εκατ. το 2014. Τα ποσά από άλλες πηγές που διαχειρίστηκαν και διαχειρίζονται τα κόμματα είναι άγνωστα. Με το νέο νομοσχέδιο γίνεται μια προσπάθεια να ελεγχθούν και αυτά τα ποσά, αλλά και πάλι θα μείνουν και θα υπάρχουν παράθυρα, για να περνάει με διάφορους τρόπους το πολιτικό χρήμα, χωρίς να δηλώνεται πουθενά.

 

Το νέο νομοσχέδιο έχει πολλές θετικές διατάξεις, με πρώτη και σημαντικότερη αυτή που προβλέπει δραστική μείωση του ύψους της κρατικής χρηματοδότησης. Από ποσοστό 1,02 τοις χιλίοις επί των τακτικών εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού μειώνεται στο 0,05 τοις χιλίοις επί των πραγματοποιηθέντων καθαρών εσόδων του ετήσιου προϋπολογισμού του προηγούμενου οικονομικού έτους. Προβλέπει επίσης για τη διαφάνεια όλες οι οικονομικές συναλλαγές των κομμάτων να γίνονται μέσω ενός έως το πολύ τριών τραπεζικών λογαριασμών, για «να είναι γνωστές οι πηγές χρηματοδότησης και να εξαλειφθεί το φαινόμενο των αδικαιολόγητων και εικονικών εσόδων και εξόδων».

 

Τις έντονες αντιδράσεις της Αριστεράς προκαλεί η διάταξη του νομοσχεδίου με την οποία καταργείται η δυνατότητα διάθεσης ανώνυμων κουπονιών για την ενίσχυση των κομμάτων και γίνεται «υποχρεωτική η αναγραφή στο σώμα των κουπονιών του ονοματεπώνυμου και του ΑΦΜ ή του αριθμού δελτίου ταυτότητας του αγοραστή-χρηματοδότη». Θεωρεί η Αριστερά ότι, με το μέτρο αυτό θα φακελώνονται όσοι θα ενισχύουν τα κόμματα. Εχουν δίκιο. Πρόκειται για ακραίο μέτρο, που πρέπει να επανεξεταστεί.

 

Το νομοσχέδιο θέλει βελτιώσεις, με στόχο να περιοριστούν η ανεξέλεγκτη διακίνηση πολιτικού χρήματος, η συναλλαγή και η διαφθορά. Θα πρέπει, λοιπόν, και η Αριστερά να καταθέσει μια δική της πρόταση.

 

[email protected]

 

Scroll to top