ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΜΠΙΝΙΑΡΗΣ

27/08/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ερντογάν ο μεγαλοπρεπής

      Pin It

Του Νικόλαου Μπινιάρη*

 

Ο πρωθυπουργός Ερντογάν και νυν εκλεγμένος πρόεδρος της Τουρκίας έχει αποκτήσει τον επιθετικό προσδιορισμό «ο πρωθυπουργός από τεφλόν». Τον χαρακτηρισμό αυτόν είχαν δώσει στον πρόεδρο Ρέιγκαν και σημαίνει πως όποιο λάθος ή κυρίως παρανομία έκανε δεν κολλούσε επάνω του, όπως τίποτα δεν κολλάει πάνω στο υλικό τεφλόν. Ακριβώς το ίδιο συμβαίνει με τον Ερντογάν. Από τις διαδηλώσεις στο Πάρκο Γκεζί, μέχρι τις αποκαλύψεις για οικονομικά σκάνδαλα και δωροδοκίες, τα περιβαλλοντικά σκάνδαλα, τις φυλακίσεις δημοσιογράφων και το κλείσιμο αντιπολιτευομένων μέσων ενημέρωσης έως και τους 300 νεκρούς ανθρακωρύχους της Σόμα, τίποτε δεν επηρέασε την εκλεξιμότητα του Τούρκου πολιτικού. Στις προεδρικές εκλογές της 10ης Αυγούστου το 52% των εκλογέων τον εξέλεξε τον πρώτο πρόεδρο με απευθείας εκλογή από τον λαό.

 

Αυτό βέβαια συνεπάγεται μια πολιτειακή αλλαγή στη «φίλη και σύμμαχο» γείτονα. Ενας πρόεδρος εκλεγμένος όχι από τη Βουλή αλλά από τον λαό προσδιορίζει ένα προεδρικό πολιτειακό σύστημα όπως το γαλλικό ή το αμερικανικό. Οι εξουσίες συγκεντρώνονται στον πρόεδρο και η κυβέρνηση διορίζεται από αυτόν. Βέβαια και στη Γαλλία και στις ΗΠΑ υπάρχουν ισχυρές θεσμικές αντίρροπες δυνάμεις, οι οποίες ελέγχουν τον πρόεδρο και τις αποφάσεις του και από πλευράς πολιτικής αλλά και νομιμότητας. Για την Τουρκία αυτό που οι αντίπαλοι του Ερντογάν φοβούνται είναι πως στην πραγματικότητα η χώρα διολισθαίνει προς την ενός ανδρός αρχή: αυτή του Ερντογάν. Και οι φόβοι αυτοί δεν είναι αβάσιμοι: ο βίος και η πολιτεία τού επί δώδεκα χρόνια πρωθυπουργού έχουν προβάλει και επιβεβαιώσει πολλές φορές αυτό το πολιτικό ύφος και την πίστη του στο αλάνθαστο της σκέψης του και στην απολυτότητα των αποφάσεών του.

 

Ποιο όμως είναι το μυστικό της τεράστιας επιτυχίας του Ερντογάν; Η ανάλυση θα ήταν μακρά και πολύπλοκη. Εμείς θα περιοριστούμε σε μία βασική παράμετρο: τις κοινωνικές επιπτώσεις του κεμαλισμού, όπως αυτές διαμορφώθηκαν ειδικά μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο κεμαλισμός ως ιδεολογία ήταν δυτική με βάση τη φασιστική ιδεολογία και προσέβλεπε στον μετασχηματισμό της οθωμανικής κοινωνίας σε μια δυτική πραγματικότητα. Αυτό ο Κεμάλ και οι ομοϊδεάτες του το έκαναν με μια βιαιότητα η οποία άφησε ένα μεγάλο μέρος, την πλειοψηφία, των Τούρκων στο περιθώριο ως οπισθοδρομικούς, αντιδραστικούς και προσκολλημένους στην ισλαμική πολιτιστική και κοινωνική παράδοση. Και η οθωμανική πραγματικότητα και η ισλαμική πλευρά της Τουρκίας εξοβελίστηκαν και μαζί τους όλοι όσοι βίωναν ή θεωρούσαν τις αξίες αυτές αναφαίρετα στοιχεία της ταυτότητάς τους. Η περιθωριοποίηση αυτή δεν ήταν μόνιμη ούτε υπήρξε συνεχής. Ο πρωθυπουργός Μεντερές αλλά και ο Οζάλ ήταν φορείς ή προσπάθησαν να στηριχτούν πάνω σ’ αυτά τα στοιχεία της τουρκικής πραγματικότητας. Απέτυχαν με τις παρεμβάσεις του Στρατού, ο οποίος είχε παραμείνει ο εγγυητής του κεμαλικού προγράμματος μέχρις ότου ο Ερντογάν κατάφερε, μια και οι συνθήκες το επέτρεψαν, να περιορίσει, και στην ουσία να καθυποτάξει, το στρατιωτικό κατεστημένο στο δικό του πρόγραμμα.

 

Ο Ερντογάν κατόρθωσε να συγκεντρώσει γύρω του αυτό το περιθωριοποιημένο κομμάτι της Τουρκίας, ας το ονομάσουμε το ισλαμικό-συντηρητικό, το οποίο για πρώτη φορά αισθάνθηκε πως η Τουρκία τού ανήκει, πως μπορεί να εκφραστεί και να περάσει τις δικές του αξίες στην τουρκική κοινωνία.

 

Θα πρέπει να αντιληφθούμε πως ο Ερντογάν, όπως και ο νέος πρωθυπουργός Νταβούτογλου, ο οποίος μάλιστα θεωρεί εαυτόν ισλαμιστή λόγιο, ανήκουν στην ευρύτερη ιδεολογία της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, η οποία εκφράζει ένα πολιτικό Ισλάμ. Εδώ θα πρέπει να σημειώσουμε πως ούτε η ορθοδοξία των σουνιτών, ο σαλαφισμός, ούτε ο βαχαμπισμός των Σαουδαράβων, ούτε η ιδέα του Χαλιφάτου, το οποίο πρόσφατα εμφανίστηκε στο προσκήνιο της ιστορίας του Ισλάμ με απάνθρωπη αγριότητα, διαπραγματεύονται ένα πολιτικό Ισλάμ. Εξ ου και η απουσία κάθε υποστήριξης από το Χαλιφάτο προς τη Χαμάς στη σύγκρουσή της με το Ισραήλ. Η Χαμάς αποτελεί παρακλάδι της Μουσουλμανικής Αδελφότητας και ως εκ τούτου είναι αποστάτες σύμφωνα με την ιδεολογία του Χαλιφάτου. Ολοι οι παραπάνω ορθόδοξοι ερμηνευτές της ισλαμικής παράδοσης θεωρούν το «πολιτικό» ως δυτικό δημιούργημα και καταδικαστέο από την καθαρή εφαρμογή του ισλαμικού προτύπου, το οποίο πηγάζει από το Ιερό Κοράνιο και τα Χαντίθ.

 

Ο Ερντογάν πέτυχε να ανατρέψει την περιθωριοποίηση και να ταυτιστεί με την πλειοψηφία αυτή ως ο εκφραστής και εγγυητής της παρουσίας της στην τουρκική ιστορία. Αυτό βέβαια δεν το πέτυχε μόνο με την επαναφορά της μαντίλας ή την απαγόρευση των οινοπνευματωδών. Ο Ερντογάν πήρε μία οικονομία την οποία νέμονταν οι στρατιωτικοί και οι κεμαλιστές ολιγάρχες και τη μετέφερε βήμα βήμα στους «οικονομικούς τίγρεις της Ανατολίας». Αν κανείς δει τον εκλογικό χάρτη των τελευταίων εκλογών, θα διαπιστώσει πως η Τουρκία έχει γίνει μια τρίχρωμη σημαία. Στα νότια ανατολικά είναι κουρδική, στο κέντρο και στα βόρεια ψηφίζει Ερντογάν και στα δυτικά και νότια παράλια είναι κεμαλική και εθνικιστική.

 

Ο Ερντογάν έχει καταφέρει να συγκεντρώσει μια κρίσιμη πλειοψηφία, αλλά ταυτόχρονα έχει επιτύχει να διαιρέσει την Τουρκία σε βαθμό που για πολλούς αναλυτές δεν είναι αναστρέψιμος. Το μεγάλο παιχνίδι τώρα είναι η τύχη του κουρδικού ζητήματος, το οποίο όμως καθορίζεται εν πολλοίς από τις εξελίξεις στο Ιράκ. Είναι ιστορικά αξιοσημείωτο πως ένας εκφραστής του πολιτικού Ισλάμ, ο Ερντογάν, βρίσκεται αντιμέτωπος με ένα κίνημα, το Χαλιφάτο, το οποίο απειλεί και την ιδεολογία του και την ασφάλεια της Τουρκίας.

 

………………………………………………………….

 

* Συγγραφέας

 

Scroll to top