Το Μακεδονικό και το Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης αποχαιρετούν την αυτονομία τους
Ισως είναι και η μόνη, από τις πολλές που γίνονται εσχάτως, που δεν δημιούργησε αντιδράσεις. Τα δύο σημαντικά μουσεία της Θεσσαλονίκης, το καθένα με τη δική του προίκα και ιστορία, μπορούν να γεννήσουν έναν νέο φορέα-πρότυπο, δυναμικό και εξωστρεφή
Της Bασιλική Τζεβελέκου
«Καλοδεχούμενη» απ' όλους είναι η απόφαση συγχώνευσης των δύο μουσείων σύγχρονης τέχνης Θεσσαλονίκης, αρκεί να μπουν οι σωστές βάσεις ώστε να προκύψει ένας καινούργιος δυναμικός φορέας. Δηλαδή, ένα Μητροπολικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, εξωστρεφές, που θα κινείται στα ευρωπαϊκά μουσειακά πρότυπα και θα αναδεικνύει τις συλλογές του Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης και την περίφημη συλλογή Κωστάκη τού Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης.
Πρόσφατα ο αναπληρωτής υπουργός ΠΑΙΘΠΑ αρμόδιος για θέματα Πολιτισμού Κώστας Τζαβάρας, ανακοίνωσε από τη Θεσσαλονίκη τη συνένωση του Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης (ΜΜΣΤ) με το Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης (ΚΜΣΤ) κάτω από την ίδια στέγη, ως «Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου το οποίο θα διοικείται, όπως προβλέπει ο νόμος».
Ωστόσο οι «σωστές βάσεις» δεν αποκαλύφθηκαν από τον υπουργό. Το σχέδιο συνύπαρξης συζητούν εδώ κι ένα χρόνο οι επικεφαλής των δύο μουσείων που, έτσι κι αλλιώς, συνεργάζονται σε κοινές καλλιτεχνικές δραστηριότητες και εκθέσεις.
Αν και η εποχή έχει κάνει «μόδα» τις συγχωνεύσεις, οι οποίες σε πολλές περιπτώσεις δεν αγκαλιάζονται με ζέση, η συγκεκριμένη περίπτωση έχει τη θετική αποδοχή των δύο φορέων. Με διαφορετικές αφετηρίες φέρουν κάποια κοινά χαρακτηριστικά, όπως ότι ασχολούνται με τη σύγχρονη τέχνη, έχουν προέδρους γυναίκες, ενώ τη βάση των έργων τους έχουν αποτελέσει οι ιδιωτικές συλλογές δύο αντρών. Του Αλέξανδρου Ιόλα για το ΜΜΣΤ, και της Συλλογής Κωστάκη για το ΚΜΣΤ.
Η αφετηρία του Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης σημειώνεται το 1978. Ιδρύεται από ανθρώπους της τέχνης και πολίτες της Θεσσαλονίκης προκειμένου να φέρει κοντά στο ευρύ κοινό τη σύγχρονη τέχνη. Μέχρι σήμερα αποτελεί μοναδικό δείγμα για τα ελληνικά δεδομένα, καθώς στα 34 χρόνια λειτουργίας του δεν έχει δεχτεί καμία κρατική προίκα για τις κτιριακές του υποδομές και τις συλλογές του που, από τα 50 έργα του Α. Ιόλα, σήμερα αριθμούν 2.000 έργα.
Αντιθέτως, το Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης ιδρύθηκε έπειτα από σχετικό νομοσχέδιο που κατέθεσε στη Βουλή το 1997 ο τότε υπουργός Πολιτισμού Ευάγγελος Βενιζέλος –κατάγεται και εκλέγεται στη συμπρωτεύουσα- όταν η Θεσσαλονίκη ήταν Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης. Ως έδρα του αναφέρεται η ΥΦΑΝΕΤ -αγοράστηκε τελικά το 2006 από το ΥΠΠΟ– που δυστυχώς παραμένει έως σήμερα αναξιοποίητη. Για τη λειτουργία του νέου μουσείου παραχωρήθηκε το ανακαινισμένο κτίριο της Μονής Λαζαριστών -χτίστηκε το 1861 από μοναχούς– ενώ αποφασίστηκε να του παραχωρηθεί η περίφημη Συλλογή Κωστάκη, η αγορά της οποίας είχε ανακύψει την ίδια χρονιά.
Τα 1.275 πολύτιμα έργα Ρωσικής Πρωτοπορίας (ζωγραφικής, γλυπτικής, σχέδια και κατασκευές) αγοράστηκαν έναντι 14,2 δισ. δραχμών (περίπου 70,2 εκ, ευρώ) το μεγαλύτερο ποσόν που έχει καταθέσει για αγορά έργων το ελληνικό κράτος. Αν και στα 16 χρόνια λειτουργία του το ΚΜΣΤ έχει κάνει σοβαρή δουλειά κυρίως σε διεθνές επίπεδο, το κτιριακό είναι ένα ζήτημα που προκαλεί προβλήματα. Τα τελευταία τέσσερα χρόνια ζητούν τη μεταστέγασή τους. Γιατί παρά τα 3.000 τ.μ. της Μονής Λαζαριστών, το κτίριο όσο κι αν ανακατασκευάστηκε ποτέ δεν μπόρεσε να λειτουργήσει ως Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης.
Η συνένωση των αυτών των δύο μουσείων προφανώς και μπορεί να λύσει ζητήματα και κυρίως να δημιουργήσει μια νέα βάση για το μέλλον. Ενα μουσείο πρότυπο για τη χώρα και την ευρύτερη περιοχή. Η εμπειρία αυτόνομης λειτουργίας πέρα από κρατικές ενισχύσεις του ΜΜΣΤ, η παραγωγή έργου και διεθνών διοργανώσεων όπως οι πετυχημένες Μπιενάλε –από το 2007– και η μεγάλη δραστηριότητα στο εξωτερικό λόγω της Συλλογής Κωστάκη του ΚΜΣΤ, μπορούν να αποτελέσουν δημιουργικές αφετηρίες για το μέλλον.
………………………………………………………………………………………………………………………………………
«Συνεργασία με πολίτες και καλλιτέχνες»
Ξανθή Σκαρπιά-Χόιπελ, πρόεδρος του Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης
«Πρέπει να δημιουργηθεί ένα μεγάλο μουσείο μοντέρνας και σύγχρονης τέχνης, ένας φορέας πολιτισμού με βάση τις συλλογές, στο οποίο θα έχουν λόγο οι πολίτες και, κυρίως, οι καλλιτέχνες. Γιατί μην ξεχνάμε ότι οι καλλιτέχνες στήριξαν το ΜΜΣΤ. Αυτή η αρμονική συνεργασία μπορεί να δώσει έναυσμα για συνέχεια. Στα 34 χρόνια λειτουργίας του το ΜΜΣΤ έχει ευρεία προσφορά στον κόσμο της Θεσσαλονίκης με πολλές καλλιτεχνικές δράσεις. Μια πετυχημένη εμπειρία δεν την αλλάζεις, την καλυτερεύεις. Θεωρώ ότι το ΥΠΠΟ στοχεύει προς αυτή την κατεύθυνση, δεδομένου ότι και η πολιτική τάση είναι να αποκρατικοποιήσουμε τους φορείς. Το κράτος μάς έχει συνδράμει με ελάχιστους πόρους κι αποδίδουμε τα 5πλάσια. Φέτος έχουμε πάρει ένα μικρό μέρος, 130.000 ευρώ από τον περσινό προϋπολογισμό. Για τις εκθέσεις και τις εκδηλώσεις δεν έχουμε επιβαρύνει ούτε με ένα ευρώ το κράτος. Εχουμε 24 άτομα προσωπικό, άριστα στελέχη και στηριζόμαστε στους εθελοντές και στους καλλιτέχνες με τους οποίους έχουμε διαρκή διάλογο. Μεγάλα χρέη δεν έχουμε κι είμαι πολύ περήφανη για τη συνετή διοίκηση όλων αυτών των χρόνων».
……………………………………………………………………………………………………………………………..
«Ενα μουσείο ριζικά διαφορετικό από τα παλιά»
Κατερίνα Κοσκινά, πρόεδρος Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης
«Η απόφαση ωφελεί πριν απ' όλα την πόλη κι αυτός είναι ο κύριος λόγος. Θα προκύψει ένα μεγάλο μουσείο στην κατηγορία του, καθώς οι συλλογές των δύο Μουσείων αλληλοσυμπληρώνονται, δεν αλληλοκαλύπτονται.
Θέλουμε τη συγχώνευση, ωστόσο θεωρούμε προϋπόθεση τη μεταστέγαση του ΚΜΣΤ, ώστε να έχει πρόσβαση το κοινό στη Συλλογή Κωστάκη. Συμφωνήσαμε ότι θέλουμε τη συνέργεια των δύο Μουσείων, κι εκτός από τα κοινά σημεία, υπέβαλε ο καθένας μόνος του ένα προσχέδιο κάνοντας επισημάνσεις, προτάσεις και παρατηρήσεις. Από την άλλη πρέπει να λάβουμε υπ’ όψιν τι κουβαλάει ο καθένας. Οχι μόνο τα θετικά, αλλά ποια είναι τα οικονομικά του ανοίγματα, τα χρέη, οι εκκρεμότητες, τα κτιριακά προβλήματα. Αυτά πρέπει να συζητηθούν και να δει η πολιτεία ποια διορθώνονται.
Είναι σημαντικό το νέο Μουσείο να διαφέρει ριζικά από τα προηγούμενα. Να συνειδητοποιήσουμε ότι συζητάμε για κάτι καινούργιο, εξωστρεφές που θα εδρεύει στη Θεσσαλονίκη, αλλά δεν θα έχει τοπικό χαρακτήρα. Θα λειτουργεί με διεθνείς προδιαγραφές και δεν θα στηρίζεται στην πολιτεία, αλλά θα αυτοχρηματοδοτείται. Μετά από πολύ κόπο και πολλή δουλειά δεν έχουμε οικονομικά βαρίδια στο ΚΜΣΤ αλλά δεν έχουμε και δυνατότητες σωστής επιβίωσης. Δυστυχώς τα 700.000 ευρώ του προϋπολογισμού δεν επαρκούν για την κάλυψη των λειτουργικών αναγκών».