«Στις 21 Σεπτεμβρίου ο βενετικός στόλος έπλευσε στον Σαρωνικό και αποβίβασε στον Πειραιά ισχυρές δυνάμεις από 9.880 άνδρες και 870 ιππείς. Το ίδιο βράδυ ο Konigsmarck κατέλαβε θέσεις στους ελαιώνες της Ιεράς οδού προς την Ελευσίνα. Η εμφάνιση των δυνάμεων αυτών προκάλεσε την εσπευσμένη εκκένωση της Αθήνας από τους Τούρκους αμάχους. Η φρουρά όμως παρέμεινε και οχυρώθηκε καλά στην Ακρόπολη, αποφασισμένη να αμυνθή ώσπου να φθάσουν επικουρίες από τη Θήβα. Ετσι η μάχη για την Αθήνα μετατράπηκε αναγκαστικά σε πολιορκία της Ακροπόλεως, με καταστροφικές συνέπειες για τα ώς τότε σχεδόν άθικτα (εξωτερικά τουλάχιστον) μνημεία.
Οι πρώτες ζημιές έγιναν από την πλευρά των Τούρκων: Πριν ακόμη αρχίση ο βομβαρδισμός του ιερού βράχου, η φρουρά του κατεδάφισε τον ναό της Αθηνάς Νίκης και έστησε εκεί μια πυροβολαρχία. Οι Βενετοί τοποθέτησαν και αυτοί με τη σειρά τους τις δικές τους συστοιχίες τηλεβόλων στους λόφους των Μουσών, της Πνύκας, του Φιλοπάππου και του Αρείου Πάγου. Στις 23 του μηνός άρχισαν να ρίχνωνται και από τα δύο μέρη οι πρώτες βολές. Δύο ημέρες αργότερα βενετική βόμβα έπεσε στα Προπύλαια -που χρησίμευαν ως μικρή αποθήκη πυρομαχικών- και γκρέμισε ένα τμήμα του μνημείου. Αλλά η μεγάλη καταστροφή έγινε το επόμενο βράδυ (26 Σεπτεμβρίου 1687): Βενετική βόμβα έπεσε στον Παρθενώνα, που και αυτός είχε μετατραπή από τους Τούρκους σε προσωρινή αποθήκη πυρίτιδος και άλλων εύφλεκτων υλών. Ακολούθησε μια τρομερή έκρηξη· φλόγες πετάχθηκαν προς τα πάνω, παρασύροντας ανθρώπινα μέλη μαζί με εκατοντάδες κομμάτια μαρμάρων. Ο ναός σχίσθηκε στα δύο, καθώς το μεγαλύτερο μέρος των μακρών πλευρών της περιστάσεως, των τοίχων του σηκού και του απαράμιλλου γλυπτού διακόσμου σωριάζονταν σε συντρίμμια από τη φοβερή καταστροφή, που στοίχισε και τη ζωή 300 ατόμων. Και σαν να μην αρκούσε αυτό, ο Morosini θα επιχειρήση αργότερα (19 Μαρτίου 1688) να κατεβάση από το δυτικό αέτωμα και τα γλυπτά του Ποσειδώνος και του άρματος της Νίκης για να τα φέρη λάφυρα στη Βενετία· από αδέξιους όμως χειρισμούς των εργατών σε ένα κτίσμα που είχε ήδη υποστή σοβαρό κλονισμό έπεσαν και αυτά και συντρίφθηκαν. Ετσι, το μνημείο που είχε αψηφήσει τον χρόνο και την ανθρώπινη βαρβαρότητα επί δύο χιλιάδες χρόνια, καταστρεφόταν τώρα από υπαιτιότητα εκπροσώπων της πολιτισμένης Δύσεως.
Η έκρηξη στον Παρθενώνα προκάλεσε αλαλαγμούς ενθουσιασμού στα χριστιανικά στρατεύματα. Μέσα στην εικόνα εκείνη της απαίσιας ομορφιάς οι Γερμανοί μισθοφόροι ζητωκραύγαζαν τον αρχηγό τους κόμητα Konigsmarck -που παρακολουθούσε τη σκηνή με κάποια δυσαρέσκεια- και οι Βενετοί τον αρχιστράτηγό τους με τη νικήτρια κραυγή «Viva la nostra Repubblica»! O Morosini δεν μπόρεσε την άλλη ημέρα στην έκθεση προς την κυβέρνησή του να κρύψη την ικανοποίησή του για τα αποτελέσματα της «θαυματουργού εκείνης βόμβας», όπως την αποκάλεσε.
Παρ' όλα αυτά, οι Τούρκοι της Ακροπόλεως συνέχισαν με πείσμα την άμυνά τους. Μόνο όταν ο Konigsmarck κατόρθωσε να ματαιώση την απόπειρα του σερασκέρη να διασπάση με ισχυρές δυνάμεις την πολιορκία, η τουρκική φρουρά αποφάσισε τελικά να παραδώση με συνθήκη τον ιερό βράχο (29 Σεπτεμβρίου).
Οι Ελληνες κάτοικοι της Αθήνας, που είχαν σπεύσει να προϋπαντήσουν τον Morosini πριν ακόμη αρχίση την πολιορκία, προσφέροντάς του χρήματα και τρόφιμα για τις ανάγκες του χριστιανικού στρατού, ζήτησαν τώρα από τους Βενετούς και εξασφάλισαν τα κοινοτικά προνόμιά τους και τα εκκλησιαστικά τους δικαιώματα. Αλλά τελικά δεν πρόλαβαν να κάνουν χρήση των δικαιωμάτων τους αυτών: Ο σερασκέρης, ανασυντάσσοντας απειλητικά τις δυνάμεις του στη γειτονική Θήβα, περίμενε την κατάλληλη στιγμή για να ανακαταλάβη την πόλη· ένα τμήμα των Αννοβερανών αναχώρησε στις 26 Δεκεμβρίου από τον Πειραιά, επιστρέφοντας στην Ευρώπη· η πανώλης, που είχε στο μεταξύ εξαπλωθή στην Πελοπόννησο, κάνοντας θραύση κυρίως στα χριστιανικά στρατεύματα, εμφανίσθηκε και στο εκστρατευτικό σώμα που στρατοπέδευε στην Αθήνα. Ετσι, την τελευταία ημέρα του 1687 ο Βενετός αρχιστράτηγος, αφού παραδέχθηκε έμμεσα την αποτυχία της επιχειρήσεως αυτής, άρχισε να προετοιμάζη την αποχώρησή του από την Αττική. Στις 10 Απριλίου 1688 εγκατέλειψε απογοητευμένος την πόλη που τόσες ελπίδες τού είχε γεννήσει, αλλά που είχε επίσης αμαυρώσει για πάντα στην ιστορία την υστεροφημία του εξαιτίας της καταστροφής του ναού της Παλλάδος. Η τελευταία πράξη του Morosini, πριν αφήση την Αττική, ήταν να πάρη μαζί του μερικά σημαντικά γλυπτά μνημεία, ως τρόπαια της στρατιωτικής του νίκης. Μετά την καταστροφική επέμβαση στο δυτικό αέτωμα του Παρθενώνος, εγκατέλειψε κάθε προσπάθεια να λαφυραγωγήση το αθάνατο μνημείο και περιορίσθηκε να στείλη στη Βενετία, ως τρόπαια της νίκης του τρία μαρμάρινα λιοντάρια. Το πιο γνωστό από αυτά, η λέαινα με τα ρουνικά χαράγματα -που βρισκόταν ώς τότε στον μυχό του πειραϊκού λιμανιού, δίνοντας έτσι στον Πειραιά την κοινή κατά την τουρκοκρατία ονομασία του «Πόρτο-Λεόνε» (Porto Leone)- στολίζει σήμερα, μαζί με ένα δεύτερο λιοντάρι από την περιοχή του «Θησείου», την είσοδο του ναυστάθμου (Arsenale) της Βενετίας».
…………………………………………
Το ιστορικό πλαίσιο
Η πανωλεθρία των Τούρκων μπροστά στα τείχη της Βιέννης το 1683 αποκάλυψε ότι δεν ήταν ανίκητοι. Οι ευρωπαϊκές δυνάμεις το 1684 συνέπηξαν την Ιερά Συμμαχία του Λιντς με στόχο την ανακατάληψη των ευρωπαϊκών εδαφών που κατείχε η Οθωμανική Αυτοκρατορία. Συμμετείχαν ο Πάπας, η Αυστριακή Αυτοκρατορία, η Πολωνία και η Βενετία. Δύο χρόνια αργότερα προστέθηκε κι η Ρωσία, που ήθελε να πάρει πίσω την Κριμαία (από τότε…).
Στόχος της Βενετίας ήταν η ανακατάληψη των κτήσεών της στην Ελλάδα, που είχαν περάσει σχεδόν όλες στην Τουρκία μετά και την κατάκτηση του Χάνδακα (Ηρακλείου) το 1669. Της είχαν απομείνει η Τήνος, τα Ιόνια (πλην Λευκάδας), τα Κύθηρα και Αντικύθηρα και, στην Κρήτη, τρεις ναυτικές βάσεις, η Σούδα, η Γραμβούσα και η Σπιναλόγκα.
Η Βενετία συγκέντρωσε έναν καλά εκπαιδευμένο στρατό από μισθοφόρους Ευρωπαίους (Γερμανούς, Ιταλούς, Ελβετούς, Δαλματούς κ.λπ.) και με ηγέτες τον Φραγκίσκο Μοροζίνι και τον Σουηδό στρατηγό Κένιξμαρκ ξεκίνησαν τη μεγάλη επιχείρηση (1684). Μετά τη Λευκάδα και την Πρέβεζα, πήραν την Κορώνη, το Ναύπλιο, την Πάτρα, πέρασαν απέναντι, πήραν το Αντίρριο και τη Ναύπακτο. Αλλά για να σιγουρέψουν τις κατακτήσεις τους, θα έπρεπε να χτυπήσουν τους δύο μεγάλους στρατιωτικούς σταθμούς των Τούρκων, τη Θήβα και τη Χαλκίδα. Ετσι, αποφάσισαν να μπουν στην Αττική. Είμαστε στον Σεπτέμβριο του 1687.
Π. Διαμαντής
Η Αλοπάρ παραχωρεί σήμερα τη σελίδα της στα πάθη του Παρθενώνα.