Pin It

Του Νίκου Παρασκευό­πουλου*

 

Στα χρόνια της οικονομικής κρίσης κυκλοφορούν δύο ιδέες για το ελληνικό πανεπιστήμιο: τα ΑΕΙ μας είναι ξεπερασμένα, μαστίζονται από ευνοιοκρατία και δεν ανταποκρίνονται στις σύγχρονες ανάγκες·

 

οι πτυχιούχοι των ΑΕΙ μας, όταν θελήσουν να μεταβούν στο εξωτερικό για μεταπτυχιακά, διδακτορικό, επιστημονική εργασία, διαπρέπουν.

 

Οι δύο αυτές ιδέες-αντιλήψεις θα ’πρεπε να βρίσκονται σε ακολουθία αιτίου – αιτιατού: το «κακό» πανεπιστήμιο να παράγει μέτριους πτυχιούχους. Εκτός κι αν μία επιτυχής πορεία των πτυχιούχων στο εξωτερικό οφείλεται σε άλλα αίτια. Στο ελληνικό δαιμόνιο. Στο χάρισμα της καταγωγής (αίματος, οικογένειας, έθνους) των δικών μας παιδιών. Οπότε ξεμυτίζει πανούργος ο φυλετισμός που αρχίζει να εξηγεί τον τίτλο του άρθρου και αναπαράγονται οι ακροδεξιές ιδέες στη χώρα μας.

 

Φυσικά, οι φυλετικές «εξηγήσεις» πάντοτε αποτελούν ένα κράμα αμάθειας και μισαλλοδοξίας. Η οικουμένη άλλωστε θαυμάζει τον ελληνικό πολιτισμό κατεξοχήν εξαιτίας των έργων της κλασικής δημοκρατίας – έργων δηλαδή δήμου κι όχι κάποιων γενών ή γονιδίων. Επιπλέον, τα πνευματικά προϊόντα του ακαδημαϊκού χώρου πρωταρχικά και ευνόητα εξαρτώνται από την ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης, όσο κι αν επίσης προϋποθέτουν ατομικές ικανότητες και αρετές. Ολοφάνερα, η αντίφαση των ιδεολογημάτων κακό πανεπιστήμιο – καλοί πτυχιούχοι δεν μπορεί να παρακαμφθεί με αναγωγές στο κοινό αίμα.

 

Επομένως, απομένει η αναμέτρηση με την πραγματικότητα: η μία από τις δύο αντιλήψεις (φαύλο και αναποτελεσματικό το πανεπιστήμιο – αξιόλογοι οι πτυχιούχοι του) δεν ευσταθεί.

 

Η προσπάθεια διάψευσης της δεύτερης από τις παραπάνω αντιλήψεις είναι μάταιη. Η καλή πορεία των πτυχιούχων μας στο εξωτερικό δεν καταγράφεται μόνο με μελέτες περιπτώσεων ή με γενικές εικόνες, αλλά και με πίνακες. Το ποσοστό π.χ. συμμετοχής, λαμβανομένων υπόψη των πληθυσμών, των πτυχιούχων ελληνικών πανεπιστημίων στις υποτροφίες του γερμανικού Ιδρύματος Α.ν. Ηumboldt είναι συγκριτικά πολύ ψηλό. Σε παγκόσμιους ανταγωνιστικούς διαγωνισμούς (π.χ. διεθνείς εικονικές δίκες) οι ελληνικές φοιτητικές ομάδες κερδίζουν περίοπτες θέσεις. Καθώς μάλιστα τα παραπάνω γίνονται αισθητά στον ακαδημαϊκό και στον κοινωνικό χώρο, ένα στρατήγημα αποσιώπησης της προκοπής των πτυχιούχων μας δεν μοιάζει ανθεκτικό.

 

Η μόνη λογική εξήγηση που απομένει αξιόμαχη είναι ότι το «παλιό» πανεπιστήμιο δεν ήταν και τόσο δυσλειτουργικό. Με άλλα λόγια, ότι η σε βάρος του επίθεση με κατηγορίες και αναθέματα (πρωτοστάτησε η κ. Αννα Διαμαντοπούλου, με ισχυρούς συμμάχους πολιτικούς, δημοσιογράφους και «πρόθυμους» πανεπιστημιακούς) αποτελούσε προπαγάνδα. Οπωσδήποτε σε δομές τόσο πολύπλοκες, ευάλωτες και πολυπληθείς, όπως τα πανεπιστήμια, προβλήματα με διαστάσεις έως και σκανδάλου δεν έλειπαν. Προβάλλονταν όμως μόνο αυτά, με αποσιώπηση των προσπαθειών και της καλής λειτουργίας των πλείστων. Η προπαγάνδα ήταν αληθοφανής, αλλά παραπλανητική.

 

Με την εις άτοπον απαγωγή, κατά συνέπεια, καταλήγουμε: οι προπτυχιακές σπουδές στα ελληνικά ΑΕΙ παρέχουν ώς τώρα ικανοποιητικά εφόδια και ανταγωνιστικές προοπτικές στους πτυχιούχους. Πώς; Γιατί; Αλλο θέμα που μπορεί άλλη φορά να αναλυθεί.

 

Τα παραπάνω δείχνουν πως η παραπομπή στο ελληνικό δαιμόνιο για την εξήγηση της προκοπής των πτυχιούχων μας εξυπηρετεί ταυτόχρονα τόσο τον νεοφιλελεύθερο μύθο του σαθρού ώς λίγο πριν ελληνικού πανεπιστημίου όσο και τις ρατσιστικές εμμονές. Πραγματικά, στον τίτλο του σημερινού άρθρου θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν εναλλακτικά αντί του επιθέτου «ακροδεξιά» τα αντίστοιχα «ρατσιστική» ή «νεοφιλελεύθερη» (αντίληψη). Αν ξενίζει η ιδέα της ισοδυναμίας των δύο τελευταίων επιθέτων, που όντως σηματοδοτούν μορφώματα με φανερές διαφορές, ας αναλογιστούμε πάντως έναν κοινό σκληρό πυρήνα τους. Τόσο ο ρατσισμός όσο και ο νεοφιλελευθερισμός υποτιμούν τον άνθρωπο. Ο πρώτος, θεωρώντας ότι οι αλλόφυλοι δεν έχουν ανθρώπινες ιδιότητες και δικαιώματα, ο δεύτερος, βλέποντας τους πολλούς σαν άψυχους αριθμούς.

 

Περιθώρια αισιοδοξίας εντέλει δεν απομένουν. Το δένδρο της παιδείας καρποφορεί αργά. Η μόρφωση των σημερινών πτυχιούχων στηρίζεται ακόμη στο παραδοσιακό πανεπιστήμιο και στις κεκτημένες ταχύτητες. Ηδη, με τη δραματική επιδείνωση του αριθμητικού συσχετισμού διδασκόντων-διδασκομένων, τον ευτελισμό της διοικητικής υποδομής, τις φτωχικές βιβλιοθήκες, την κατευθυνόμενη σε καθοριστικό βαθμό από ιδιωτικά συμφέροντα έρευνα, και τους καθηγητές που (όταν κι αν) μπορούν να εκλέγονται με τέσσερις μόνο θετικές ψήφους, χωρίς εισήγηση και χωρίς διαφάνεια, το νεο(-φιλελεύθερο) πανεπιστήμιο θα αυτοεκπληρωθεί και θα δείξει μεσοπρόθεσμα τα θλιβερά του προϊόντα.

 

Γι’ αυτό επείγει μια ζωτική αλλαγή πορείας στην τωρινή νομοθεσία και ακαδημαϊκή πολιτική.

 

…………………………………………………………………………………………..

 

* Καθηγητής Νομικής ΑΠΘ

 

Scroll to top