Pin It

Του Σωτήρη Ρούσσου*

 

Η πολιορκία και σχεδόν η κατάληψη της κουρδικής πόλης Κομπάνι στη βόρεια Συρία από τους εξτρεμιστές του «Ισλαμικού χαλιφάτου» έχει μονοπωλήσει τα διεθνή μέσα ενημέρωσης. Γιατί είναι σημαντικό το Κομπάνι για την εξέλιξη του χαοτικού πολέμου στη Συρία και το Ιράκ; Γιατί οι αεροπορικές επιθέσεις των ΗΠΑ και των συμμάχων τους δεν κατάφεραν να εξουδετερώσουν το «χαλιφάτο»; Γιατί δεν επεμβαίνει ο ισχυρός και έμπειρος στην αντιμετώπιση του ανταρτοπόλεμου τουρκικός στρατός για να απωθήσει τους εξτρεμιστές ισλαμιστές από το Κομπάνι και να διασώσει τον κουρδικό πληθυσμό του; Τι σημαίνει μια επιτυχία του «χαλιφάτου» στο Κομπάνι για τις περιφερειακές ισορροπίες;

 

Η περιοχή του Κομπάνι είναι ένας από τους τρεις θύλακες χωριών και κωμοπόλεων που ελέγχονται από τους Κούρδους στα βόρεια και βορειοανατολικά της Συρίας. Μετά την έναρξη του εμφυλίου στη χώρα αυτή, ο Μπασάρ αλ Ασαντ προτίμησε να «επιτρέψει» τον κουρδικό έλεγχο σε αυτές τις περιοχές ώστε να εξοικονομήσει στρατεύματα για το κύριο μέτωπό του με τις ισλαμικές οργανώσεις του «Ισλαμικού κράτους» (πρόδρομου του «Ισλαμικού χαλιφάτου») και του Τζάμπχατ αλ Νούσρα και τις μικρότερες ομάδες της συριακής αντιπολίτευσης. Οι περιοχές αυτές αποτελούν σημαντικά στρατηγικά εμπόδια για την προσπάθεια του «χαλιφάτου» να ενοποιήσει τις περιοχές που ελέγχει στη Συρία και το Ιράκ. Με αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνει την εθνοκάθαρση των Κούρδων της περιοχής δημιουργώντας ευνοϊκές συνθήκες για ένα ενιαίο αραβικό, σουνιτικό και βέβαια ισλαμικό κρατικό μόρφωμα στο μέλλον.

 

Οι αεροπορικές επιθέσεις των ΗΠΑ και των Αράβων και δυτικών συμμάχων τους δεν φέρνουν αποτέλεσμα. Η δυνατότητα του «χαλιφάτου» να διασπάται σε μικρές ομάδες που «χάνονται» στον πληθυσμό κάνει πολύ δύσκολο το έργο του εντοπισμού και της εξουδετέρωσής τους. Επίσης δεν πρέπει να ξεχνάμε την υποστήριξη που λαμβάνει από δύο τοπικούς παράγοντες: στη Συρία, από τις σουνιτικές φυλές που μετρούν χιλιάδες θύματα από το καθεστώς Ασαντ, και στο Ιράκ, από πρώην μπααθικούς αξιωματικούς και σουνιτικούς πληθυσμούς που βρίσκονται στη δυσμένεια της σιιτικής κυβέρνησης. Χωρίς τη διάλυση αυτών των συμμαχιών με συνδυασμό πολιτικών και στρατιωτικών μέσων, η προσπάθεια εξουδετέρωσης του «χαλιφάτου» θα διαρκέσει πολύ. Αυτό έδειξε και η εμπειρία της Κάιντα στο Ιράκ ώς το 2006.

 

Ο ρόλος της Τουρκίας είναι επίσης πολυσυζητημένος. Ενα μεγάλο μέρος της διεθνούς κοινής γνώμης επιθυμούσε, σχεδόν απαιτούσε, την επέμβαση του τουρκικού στρατού κατά του «χαλιφάτου» στο Κομπάνι. Ομως για την Τουρκία η πρώτη προτεραιότητα δεν είναι οι εξτρεμιστές του «χαλιφάτου» αλλά η αποτροπή της αύξησης της στρατιωτικής δύναμης του ΡΚΚ.

 

Με δεδομένο ότι οι πολιτικοστρατιωτικές οργανώσεις του συριακού Κουρδιστάν αποτελούν στην ουσία συγκοινωνούντα δοχεία με το ΡΚΚ, η τουρκική ηγεσία θέλει να εξουδετερώσει την οποιαδήποτε πιθανότητα συγκρότησης μιας κουρδικής αυτονομίας στη βορειοανατολική Συρία, η οποία θα αποτελούσε νέο εφαλτήριο για το κουρδικό αντάρτικο κίνημα στην Τουρκία. Για την τουρκική ηγεσία, το «χαλιφάτο» είναι μια σημαντική αλλά παροδική απειλή, σε αντίθεση με το κουρδικό ζήτημα που αποτελεί μια μόνιμη απειλή για την ακεραιότητα του τουρκικού κράτους.

 

Ενας δεύτερος, αλλά εξίσου σημαντικός κατά τη γνώμη μας, λόγος για τη μη ανάμειξη της Τουρκίας στον χαώδη συριακό εμφύλιο είναι η ανυπαρξία ρητής ή άρρητης περιφερειακής συμφωνίας για τον χειρισμό του συριακού ζητήματος. Το Ιράν θα ήταν πολύ ανήσυχο στην περίπτωση τουρκικής επέμβασης, το ίδιο και η Σαουδική Αραβία, για διαφορετικούς λόγους ο καθένας. Εξίσου ανήσυχη θα ήταν και η Ρωσία που προβάλλει ως εγγυητής της εδαφικής ακεραιότητας της Συρίας. Η Τουρκία δεν θα ήθελε να τραυματίσει τις σχέσεις της, ιδιαίτερα με το Ιράν και τη Ρωσία, για να σώσει το Κομπάνι ή για να ακολουθήσει τις ΗΠΑ σε μια ακόμη εκστρατεία με ασαφή, για την ώρα, ανταλλάγματα για την Αγκυρα. Εδώ βέβαια θα πρέπει να επιστήσουμε την προσοχή σε αυτούς που ζητούν τουρκική «ανθρωπιστική» ή αντι-ισλαμική επέμβαση εδώ και τώρα, να προσέχουν τι εύχονται. Μια επέμβαση της Τουρκίας στο έδαφος ενός κυρίαρχου κράτους χωρίς εντολή του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ είναι μια πολύ κακή εξέλιξη, που στην περίπτωση της Κύπρου οδήγησε σε κατοχή και τραγωδία.

 

Ο μόνος λόγος για τον οποίο η Τουρκία θα διακινδύνευε μια εμπλοκή της στον συριακό εμφύλιο και την αντιμετώπιση του κινδύνου του «χαλιφάτου» θα ήταν μια περαιτέρω αύξηση του προσφυγικού κύματος, το οποίο δεν θα μπορούσε πια να ελεγχθεί. Τα προσφυγικά στρατόπεδα αποτελούν συνήθως εξαιρετικά εύφορα πεδία στρατολόγησης από τις αντάρτικες ομάδες, κουρδικές ή ισλαμικές, που μπορούν να μεταφέρουν τη σύγκρουσή τους στο εσωτερικό της Τουρκίας. Η γεωπολιτική των προσφύγων αποτελεί πια τη νέα απειλή αποσταθεροποίησης των κρατών της περιοχής. Με ενάμισι εκατομμύριο Σύρους πρόσφυγες στον Λίβανο (περίπου το 30% του πληθυσμού της χώρας), 800.000 στην Ιορδανία και σχεδόν ένα εκατομμύριο στην Τουρκία, είναι προφανής ο κίνδυνος εσωτερικών συγκρούσεων ιδιαίτερα στον Λίβανο και την Ιορδανία, όπου οι εσωτερικές πληθυσμιακές και πολιτικές ισορροπίες είναι ευαίσθητες.

 

Η προέλαση του «χαλιφάτου» στο Κομπάνι θα αυξήσει τόσο την προσφυγική πίεση όσο και το γόητρο της εξτρεμιστικής οργάνωσης, αντλώντας μαχητές από το εξωτερικό και εμπεδώνοντας τις τοπικές συμμαχίες της με τους σουνίτες της Συρίας και του Ιράκ. Η στιγμή είναι ιδιαίτερα κρίσιμη καθώς μαίνεται η μάχη μεταξύ του «χαλιφάτου» και των δυνάμεων του Ασαντ για τον έλεγχο του Χαλεπίου. Γι’ αυτό άλλωστε και πληροφορίες θέλουν το Ισραήλ και την Ιορδανία να συνεργάζονται για τη συγκρότηση αξιόμαχης μη ισλαμικής συριακής αντιπολίτευσης. Πάντως η πιο κοντινή στην παρούσα πραγματικότητα απεικόνιση είναι ένας χάρτης των ρευστών κρατών και των συγκρούσεων των αρχών του 12ου αιώνα μ.Χ. Ενα μεσαιωνικό απείκασμα μετανεωτερικών συγκρούσεων.

 

…………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………..

 

*Αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου και επιστημονικός υπεύθυνος του Κέντρου Μεσογειακών, Μεσανατολικών και Ισλαμικών Σπουδών, www.cemmis.edu.gr

 

Scroll to top