Pin It

ΜΙΛΤΟΣ ΛΟΓΙΑΔΗΣ

«Εσπευσμένη και άδικη κριτική»

 

ΜΙΛΤΟΣ ΛΟΓΙΑΔΗΣ«Θεωρώ ότι η συζήτηση που δημιουργήθηκε περί του προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ για τον πολιτισμό ήταν πρώιμη. Ομάδες ανθρώπων δουλεύουν για κάθε τέχνη χωριστά εδώ και μήνες. Ανήκω σ’ αυτήν που ασχολείται κυρίως με την εκπαίδευση στον χώρο της μουσικής. Τώρα συζητάμε θεσμικά ζητήματα, φορείς και ορχήστρες. Υπάρχουν ομάδες και υποομάδες που εργάζονται πάνω σε διάφορα αντικείμενα όπως οι ορχήστρες, τα ωδεία, η παραδοσιακή μουσική.

 

Καθώς δεν είμαι μέλος του ΣΥΡΙΖΑ, θέλω να υπογραμμίσω ότι σ’ αυτήν τη διαδικασία κανείς δεν μου ζήτησε κομματική ταυτότητα, κανείς δεν με καθοδήγησε, κανείς δεν με έκανε να νιώσω ότι υπόκειμαι σε κομματική λογοκρισία. Αντίθετα, κινήθηκα ως πολίτης που ελεύθερα και δημοκρατικά εκφράζει απόψεις πάνω στην τέχνη του.

 

Σε όλες τις συζητήσεις που κάνουμε τίποτα δεν ορίζεται ως δεσμευτικό – άλλωστε οι προτάσεις δεν μπορούν να αφορούν την επόμενη μέρα. Το πρόγραμμα που κυκλοφόρησε δεν αποκρυσταλλώνει συνολικά την εικόνα, γιατί απλούστατα η διαδικασία είναι εν εξελίξει. Πρόκειται για κείμενα που εκπονούν, διαμορφώνουν και βελτιώνουν συνεχώς άνθρωποι με γνώση πάνω σε ξεχωριστά αντικείμενα και που δεν βρίσκονται καν στην αφετηρία της διαβούλευσης. Δεν έχουν προωθηθεί συντεταγμένα περαιτέρω ώστε να φέρουν τη σφραγίδα του οριστικού. Μια περίληψη αυτών των θέσεων, μια περικοπή κειμένων περιορισμένου θεματικού εύρους δημοσιεύτηκε στο left.gr δημιουργώντας μια εσπευσμένη και άδικη εκτιμώ κριτική. Δεν πρόκειται για πλήρη, τελική υπόσταση του προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ. Κακώς λοιπόν αξιολογείται με τέτοια σπουδή.

 

Με ρωτάτε για το σημείο όπου επισημαίνεται η διασφάλιση του δημόσιου χαρακτήρα των Κρατικών Σκηνών, η αναδιάρθρωση του θεσμικού πλαισίου και ο περιορισμός των υπερεξουσιών των καλλιτεχνικών διευθυντών. Δεν θα ήθελα να επεκταθώ σχολιάζοντας πράγματα στα οποία δεν αναμείχθηκα. Ωστόσο, πρέπει να πω ότι αδυνατώ να φανταστώ Κρατική Ορχήστρα ή Ραδιοφώνου ή μια Λυρική Σκηνή χωρίς δημόσιο χαρακτήρα.

 

Το θέμα είναι πολύπλοκο και -πιστέψτε με- δεν αντιμετωπίστηκε από τους συμμετέχοντες στο σχέδιο πολιτιστικής πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ ως απλό. Κάθε θεσμός ή εξουσία απαιτεί ξεχωριστή κριτική. Μου λέτε ότι οι καλλιτεχνικοί διευθυντές δεν θα μπορούσαν να κάνουν τη δουλειά τους. Εννοείται ότι ως καλλιτέχνης δεν θα ήθελα έναν καλλιτεχνικό διευθυντή ανήμπορο να διοικήσει. Ομως δεν πρόκειται περί αυτού. Οφείλουμε να δούμε προσεκτικά επί μέρους ζητήματα που αφορούν τις Κρατικές Σκηνές ή το Κέντρο Κινηματογράφου ή το Φεστιβάλ, περιπτώσεις που διαφέρουν σε σημεία.

 

Το θέμα της Λυρικής δεν είναι απλό, εύκολο. Μόνο τη σύμβαση να διαβάσετε και το νομικό της πλαίσιο… Θεωρώ αυτονόητο ότι πρέπει να είναι ίδρυμα με βάση το δημόσιο συμφέρον. Δηλαδή τίνος το συμφέρον πρέπει να υπηρετεί; Δεν καταλαβαίνω την άλλη «λογική». Αλλά σήμερα, με διαλυμένο τον κοινωνικό ιστό και εξαφανισμένα τα εργασιακά δικαιώματα, τα αυτονόητα έπαψαν να είναι τέτοια.

 

Στην Ορχήστρα της ΝΕΡΙΤ δεν υπάρχουν θέσεις μόνιμης εργασίας όπως ισχύει σε όλες τις ευρωπαϊκές ορχήστρες. Οι μουσικοί πληρώνονται ανάλογα με τις συμφωνίες που κάνουν και ανά πάσα στιγμή απολύονται. Ας αφήσουμε το εργασιακό ζήτημα. Σας ερωτώ: μπορεί να λειτουργήσει έτσι ορχήστρα αξιώσεων; Ο Χατζιδάκις πάσχιζε για τη μονοθεσία μιας ορχήστρας γνωρίζοντας πολύ καλά γιατί. Επειδή «παίζεις για τη φανέλα». Και δεν αναφέρομαι στην υπαλληλική εξασφάλιση. Οταν ο μουσικός, περνώντας δύσκολες εξετάσεις, έχει αποδείξει το καλλιτεχνικό του επίπεδο, δεν αξίζει να παραμείνει; Αυτά ισχύουν σε όλες τις ορχήστρες του κόσμου.

 

Επαναλαμβάνω ότι χωρίς κανείς να μου ζητήσει κομματικά διαπιστευτήρια συμμετέχω στην προσπάθεια. Βλέπω τον πολιτισμό, όχι μόνο τη μουσική, να διαλύεται. Και τους εργαζόμενους να αγωνίζονται για να επιβιώσουν».

 

…………………………………………

 

ΓΙΩΡΓΟΣ ΛΟΥΚΟΣ

«Ούτε ξέρουν τι γίνεται στο Φεστιβάλ Αθηνών»

 

ΓΙΩΡΓΟΣ ΛΟΥΚΟΣ«Το λιγότερο που μπορώ να πω για τις θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ για το φεστιβάλ είναι ότι δεν ξέρει καν τι συμβαίνει στο φεστιβάλ. Ειδικά όταν προτείνει «ιδιαίτερη στήριξη των ελληνικών παραγωγών» μετά από ένα καλοκαίρι όπου κυριαρχούσε το ελληνικό πρόγραμμα – έστω και για λόγους οικονομικούς, αφού δεν υπάρχουν πια επιχορηγήσεις, θέλαμε να ενισχύσουμε τις πολλές και καλές ομάδες.

 

Το ξεχνά αυτό ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως και την άλλη, πολλαπλή προσφορά του φεστιβάλ στο ελληνικό θέατρο, πέρα από την οικονομική. Το φεστιβάλ 1) δίνει την ευκαιρία στους νέους Ελληνες σκηνοθέτες να γνωρίσουν τι συμβαίνει στον κόσμο. Γιατί οι νέοι -και όχι δυστυχώς οι μεγαλύτεροι στην ηλικία, που δεν έχουν πατήσει το πόδι τους στην Πειραιώς- είναι κάθε βράδυ στο φεστιβάλ και βλέπουν τα πάντα. 2) κάνει προσπάθειες να γνωρίσει και τη δική τους δουλειά στο εξωτερικό. Μιλάμε γι’ αυτούς, προσπαθούμε με συνεργασίες (όπως τώρα με τη Σαουμπίνε του Οστερμάιερ και το Theatre de la Ville στο Παρίσι) να ταξιδέψουν οι παραστάσεις τους έξω.

 

Αυτό, πάντως, που δεν πρέπει να ξεχνάμε -και μάλλον το υποτιμάει ο ΣΥΡΙΖΑ- είναι ότι παντού στον κόσμο βασικός στόχος και αρχή κάθε φεστιβάλ είναι να δείχνει στο κοινό τι συμβαίνει σε όλο τον κόσμο, όχι να περιχαρακώνεται σε εθνικά πλαίσια. Η ενίσχυση και προβολή της εθνικής παραγωγής είναι υπόθεση άλλων θεσμών. Ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει «ριζική αναδιοργάνωση των στόχων του φεστιβάλ». Ε, λοιπόν, δεν το πιστεύω καθόλου. Το φεστιβάλ τα πάει πολύ καλά και η απόδειξη είναι απλή: έχουμε πάρα πολύ κόσμο και το 60-70% είναι νέα παιδιά που γεμίζουν την Πειραιώς κάθε βράδυ. Αυτό, σε οποιαδήποτε άλλη χώρα, θα εθεωρείτο εξαιρετικά θετικό. Γιατί δείχνει στην πράξη ότι το φεστιβάλ παίζει τον πολιτιστικό του ρόλο.

 

Αλλα θα περίμενα από τον ΣΥΡΙΖΑ. Να μας στηρίξει, για παράδειγμα, στην προσπάθειά μας να μη μεταφερθεί, όπως θέλει η πολιτική ηγεσία του ΥΠΠΟ, το υπουργείο στα κτίρια της Πειραιώς 260, έναν ντε φάκτο πια ζωντανό πολιτιστικό χώρο, που τον αγαπά το ελληνικό κοινό και τον προτιμούν οι ξένοι καλλιτέχνες.

 

Δεν ξέρω ποιοι έγραψαν τις θέσεις του κόμματος. Δεν πιστεύω ότι ήταν πολιτικά στελέχη. Φοβάμαι ότι τις έκαναν διάφοροι καλλιτέχνες που προσπαθούν μέσω της πολιτικής να πετύχουν ό,τι δεν κατάφεραν μέσω της τέχνης τους. Ισως τους πειράζουν οι επιτυχίες των άλλων».

 

………………………………………….

 

ΜΙΣΕΛ ΔΗΜΟΠΟΥΛΟΣ

«Παλινόρθωση των συνδικαλιστών»

 

ΜΙΣΕΛ ΔΗΜΟΠΟΥΛΟΣ«Απορώ με την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για επιστροφή του Ελληνικού Διαγωνιστικού Τμήματος στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Δεν μπορώ να αντιληφθώ τι εξυπηρετεί ακριβώς. Οταν καταργήθηκε το 1998 και αντικαταστάθηκε από το Πανόραμα της παραγωγής της χρονιάς (με τα Κρατικά Βραβεία) νιώσαμε μια ανακούφιση, διότι θεωρούσαμε επιτέλους τελειωμένη την εποχή των παράλογων εντάσεων, των προστριβών και της ομφαλοσκοπίας που είχε συνοδέψει τον θεσμό τόσο χρόνια. Αλλά στη χώρα μας όλα ξεχνιούνται πολύ γρήγορα.

 

Από την άλλη, τα πράγματα έχουν αλλάξει, υπάρχουν πλέον τα Βραβεία της Ακαδημίας που αποτιμούν ψύχραιμα και με μαζική συμμετοχή το στίγμα της εγχώριας ετήσιας παραγωγής. Γιατί να προστεθούν άλλα βραβεία στη Θεσσαλονίκη; Ισως για να έχουν τα σωματεία του χώρου τη φιέστα τους όπως παλιά, ώστε να μπορούν να παραγοντίζουν ελεύθερα. Γεγονός είναι ότι οι κινηματογραφικοί θεσμοί τον τελευταίο καιρό απειλούνται από παλιομοδίτικες αντιλήψεις υποκινούμενες από συντηρητικά κέντρα (ΕΚΚ) και ιδιοτελείς επαρχιώτικους κύκλους Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Τι θέλουν όλοι αυτοί οι κύριοι: αποκαθήλωση και παλινόρθωση! Να γυρίσουμε ολοταχώς πίσω στα χρόνια της διαχειριστικής μοιρασιάς (κυβέρνηση-συνδικαλιστές)».

 

……………………………………….

 

ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΙΜΟΥΛΗΣ

«Μεσαίωνας, η ενός ανδρός αρχή»

 

ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΙΜΟΥΛΗΣ«Κατά τη γνώμη μου, η υπερβολική κατακραυγή που ξεσήκωσε το συνοπτικότατο κείμενο που κυκλοφόρησε με κάποιες σκέψεις για τις θέσεις της πολιτιστικής πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ κινείται στο πλαίσιο της προσπάθειας κάποιων να υπερασπιστούν τα προνόμια που είχαν δοθεί σε ορισμένους τα τελευταία χρόνια. Από το 2000 κι έπειτα άρχισε ένα “μεγάλο φαγοπότι”, το οποίο αυτοχαρακτηριζόταν “πολιτιστική πολιτική”. Αυτό το φαγοπότι τελειώνει και το διαβλεπόμενο τέλος του έχει δημιουργήσει πανικό σε αρκετούς των οποίων τα συμφέροντα θίγονται. Ολα τα άλλα είναι εκ περισσού και εκ του πονηρού.

 

Ο ΣΥΡΙΖΑ θέτει ένα απλό ερώτημα: είναι ο πολιτισμός δημόσιο αγαθό; Αν είναι, όλα όσα προτείνει στο πρόγραμμά του για τον πολιτισμό είναι τουλάχιστον αυτονόητα. Η ταρτουφική αγωνία των μελών της “Εταιρείας της Αγίας Κοινωνίας” σχετικά με τον κίνδυνο να καταστραφεί ό,τι μέχρι τώρα έχει δημιουργηθεί στον χώρο του πολιτισμού λόγω “κρατιστικής λατρείας” ή ευνουχισμού της ιδιωτικής πρωτοβουλίας ή επιστροφής στον “συνδικαλιστικό Μεσαίωνα” είναι κωμική.

 

Η αδιαφανής διαχείριση του δημόσιου χρήματος από την “ενός ανδρός αρχή” είναι μεσαίωνας! Ας μην κοροϊδευόμαστε. Η κλειστή κοινότητα της οργανικής διανόησης των τελευταίων ετών με τον δήθεν ελιτισμό της δημιούργησε και ενθρόνισε “την κουλτούρα του ευτελούς” στα πολιτιστικά μας δρώμενα.

 

Ποιες θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ ενοχλούν λοιπόν; Ο πολιτισμός ως δημόσιο αγαθό; Ο μη υποβιβασμός του σύγχρονου πολιτισμού στο επίπεδο μιας διαρκούς εμπορευματοποίησης; Η αποδέσμευση των καλλιτεχνικών και δημιουργικών δυνάμεων από την εκάστοτε πολιτική και πολιτιστική ηγεμονία; Η προστασία των εργαζομένων στον χώρο αυτόν; Ο μη διακοσμητικός ρόλος των διοικητικών συμβουλίων των οργανισμών; Ο διαρκής έλεγχος των καλλιτεχνικών διευθυντών οι οποίοι διαχειρίζονται δημόσιο χρήμα; Η μη κατάργηση των ΔΗΠΕΘΕ και η αξίωση αναβάθμισής τους; Η θεσμοθέτηση των επιχορηγήσεων; Ποιες;

 

Ας αφήσουμε τη γνωστή και προσφιλή κινδυνολογία. Κανενός την προσωπική καριέρα δεν πρόκειται να ανακόψει ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και κανενός την προσωπική καριέρα δεν πρόκειται να την κάνει πολιτιστική πολιτική».

 

…………………………………………………..

 

ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΟΥΒΑΡΔΑΣ

«Γυρνάμε πίσω, στα γραφειοκρατικά και παράλυτα κρατικά θέατρα»

 

ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΟΥΒΑΡΔΑΣ«Ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει αναδιάρθρωση του θεσμικού πλαισίου των Κρατικών Σκηνών με στόχο την οικονομική διαφάνεια. Μα διαφάνεια υπάρχει, με τη Διαύγεια δεν μπορείς να ξεφύγεις. Αναβάθμιση του συστήματος, που να μην οδηγεί σε στραγγαλισμό των αρμοδιοτήτων του καλλιτεχνικού διευθυντή, δεν υπάρχει.

 

Και ερχόμαστε στο δεύτερο σκέλος της πρότασης, «τον περιορισμό των υπερεξουσιών του καλλιτεχνικού διευθυντή». Αλλά, ούτε υπερεξουσίες υπάρχουν. Είναι πολύ σαφώς προσδιορισμένες οι αρμοδιότητες του καλλιτεχνικού διευθυντή σε σχέση με αυτές του Δ.Σ. Το Δ.Σ. των κρατικών θεάτρων, σε όλες τις πολιτισμένες χώρες της Ευρώπης, είναι εκεί για να ελέγχει τον διευθυντή. Οχι να του εγκρίνει την κάθε δαπάνη ή την κάθε καλλιτεχνική πράξη, αλλά για να ελέγχει εκ των υστέρων τον απολογισμό του, καλλιτεχνικό και οικονομικό. Γι’ αυτό και υπάρχουν και ασφαλιστικές δικλίδες: κάλλιστα το Δ.Σ. μπορεί να απορρίψει τον απολογισμό του με τα 2/3 και αυτομάτως να παραπέμψει στον υπουργό Πολιτισμού την απόλυσή του.

 

Εχει και άλλες αρμοδιότητες το Δ.Σ. Ο καλλιτεχνικός διευθυντής στην αρχή της θητείας του εισηγείται τις κατευθυντήριες γραμμές της πολιτιστικής πολιτικής του θεάτρου, παρουσιάζει, δηλαδή, το όραμά του και πώς θα το υλοποιήσει. Το Δ.Σ. το εγκρίνει ή το αναπέμπει για βελτιώσεις και αλλαγές, μέχρι να συμφωνήσουν τα δύο μέρη. Το Δ.Σ. δηλαδή δεν μπορεί ποτέ να επιβάλει τις δικές του απόψεις, μπορεί όμως να διαπραγματευτεί το όραμα του καλλιτεχνικού διευθυντή. Ζητούμενο πάντα είναι η ομαλή θητεία του και η σύμπνοια στο θέατρο. Γι’ αυτόν τον λόγο οφείλει η πολιτεία να διορίζει Δ.Σ. τα οποία να μην είναι ούτε φιλικά ούτε εχθρικά προς τον καλλιτεχνικό διευθυντή, αλλά να τον αποδέχονται, να τον σέβονται και να μπορούν να συνεργαστούν μαζί του – όπως και το ανάποδο. Οταν στο Δ.Σ. υπάρχουν ινστρούχτορες και τοποτηρητές συντεχνιών και ομάδων, τίποτα δεν θα λειτουργήσει. Ποτέ.

 

Επίσης, επειδή ο καλλιτεχνικός διευθυντής έχει κατά κύριο λόγο τις καλλιτεχνικές αρμοδιότητες και κατά δεύτερο τις οικονομικές, συμβαίνει και κάτι άλλο πολύ σημαντικό: η ευθύνη προσωποποιείται. Δεν διαχέεται, διαλύεται και τελικά εξαφανίζεται σε Δ.Σ. χωρίς ονοματεπώνυμο.

 

Ο στραγγαλισμός των αρμοδιοτήτων του καλλιτεχνικού διευθυντή οδηγεί μαθηματικά σε παραλυσία του θεάτρου. Διότι γίνεται απλώς ένας δημόσιος υπάλληλος ο οποίος πρέπει για το κάθε βήμα του να ζητάει την άδεια του Δ.Σ. Εύρυθμη και ταχύρρυθμη λειτουργία δεν υπάρχει, μόνο ένα βαρύ γραφειοκρατικό σχήμα που δεν έχει καμία σχέση με καλλιτεχνική δημιουργία.

 

Με την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ γυρνάμε πίσω, αφού θυμίζει το παλιό θεσμικό καθεστώς στις Κρατικές Σκηνές. Εάν η πρόθεσή του είναι να δοθούν οι βασικές εξουσίες στο Δ.Σ. -και δη στον πρόεδρό του, όπως ήταν παλιότερα- και ο καλλιτεχνικός διευθυντής να είναι μια προσωπικότητα που ανάλογα με το μέγεθός της θα συγκρούεται ή θα υποκύπτει στο Δ.Σ., ε, αυτό νομίζω ότι δεν προοιωνίζεται καλές μέρες για τα κρατικά μας θέατρα. Με μια τέτοια δομή αναγκαστικά ο καλλιτεχνικός διευθυντής, αν είναι του μεγέθους ενός Μίνου Βολανάκη ε, δεν θα κάθεται να υποκύπτει στον κάθε ημιάσχετο, που συνήθως διορίζεται στα Δ.Σ., ή σε ανθρώπους που έχουν εξαιρετικές προθέσεις αλλά καμία τριβή με το αντικείμενό τους ή και σε κάποιους άλλους που μπορεί να κρύβουν φιλοδοξίες. Το έχουμε ζήσει επανειλημμένα παλιά αυτό. Καμία Κρατική Σκηνή δεν προχωρούσε.

 

Κάτι ακόμα που με εκπλήσσει στις προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι υπάρχει ένας τόνος απαξίωσης στο Φεστιβάλ Αθηνών, που εγώ το θεωρώ τον πιο πετυχημένο θεσμό τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας».

 

………………………………………

 

 ΛΑΚΗΣ ΠΑΠΑΣΤΑΘΗΣ

«Ελληνικά βραβεία, αλλά όχι σικέ»

 

ΛΑΚΗΣ ΠΑΠΑΣΤΑΘΗΣ«Το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης πρέπει να διατηρήσει τον διεθνή του χαρακτήρα με Πανοράματα, αφιερώματα και ρετροσπεκτίβες. Αλλά πρέπει να δημιουργηθεί και διαγωνιστικό τμήμα ελληνικών ταινιών, με ισότιμη σχέση νέων και παλαιότερων σκηνοθετών, με πολύ μετρημένα βραβεία και πενταμελή κριτική επιτροπή. Οχι βέβαια συνδικαλιστικών εκπροσώπων, αλλά με ό,τι καλύτερο διαθέτει ο κλάδος και η πνευματική ζωή του τόπου. Βραβεία που θα αναδείξουν αξίες, πρόσωπα και φιλμικές αναζητήσεις με αυστηρότητα και ακρίβεια. Οχι «δώσε κι εμένα, μπάρμπα». Το κύρος των βραβείων θα πρέπει να είναι αναμφισβήτητο και να δημιουργεί στους καλλιτέχνες εμπιστοσύνη ασφαλούς και δίκαιης κρίσης. Οχι βραβεία σικέ από φίλους για φίλους, άνευ σημασίας, σε μια χαζοχαρούμενη γιορτή».

 

……………………………………

 

ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΥΡΟΥΠΟΣ

«Σβήνουν αγώνες ετών για την απελευθέρωση της τέχνης»

 

ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΥΡΟΥΠΟΣ«Η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για τον πολιτισμό ξεκινά από μια γενική ανάλυση, που χαρακτηρίζεται από μια γερασμένη ιδεοληψία κλασικής αριστερής προέλευσης. Είναι μια ανάλυση χωρίς αντίκρισμα, διότι δεν βοηθά σε τίποτα. Μιλούν για «διεύρυνση του φαινομένου του πολιτισμικού ιμπεριαλισμού» και γράφουν ότι «οι πολιτισμικές δομές και εκφάνσεις φέρουν έντονο το στίγμα της άνισης κεφαλαιοκρατικής ανάπτυξης και της αυτοτελούς γιγάντωσης της οπτικοακουστικής και ψηφιακής παραγωγής που εκπορεύεται πρωτίστως από τις ΗΠΑ». Σε τι μας βοηθάνε όλα αυτά; Εμείς, ούτως ή άλλως, σ’ αυτό το περιβάλλον καλούμαστε να λειτουργήσουμε.

 

Με αυτόν τον τρόπο -και παρόλο που υπάρχουν και σωστά σημεία στις προτάσεις τους- οδηγούνται σε φοβικά σύνδρομα και έναν εντελώς αναχρονιστικό κρατικό συγκεντρωτισμό. Αδυνατούν, δε, να δουν ακόμα και τις θετικές πλευρές της συμβολής του ιδιωτικού φορέα στην πολιτιστική ζωή. Οι άνθρωποι αυτοί δεν καταφέρνουν να αρθρώσουν μισή καλή κουβέντα για το Ιδρυμα «Σταύρος Νιάρχος» και την τεράστια δωρεά του.

 

Στα επί μέρους τώρα, η πιο βλακώδης αναφορά είναι αυτή περί «αναδιάρθρωσης του θεσμικού πλαισίου των Κρατικών Σκηνών (Εθνικό Θέατρο, ΚΘΒΕ, Λυρική Σκηνή) με στόχο την οικονομική διαφάνεια και τον περιορισμό των υπερεξουσιών του καλλιτεχνικού διευθυντή». Μέσα σε δύο σειρές δείχνουν να αγνοούν παντελώς την ιστορία των φορέων και νομικών πλαισίων των τελευταίων 40 ετών. Μέσα σε δύο σειρές σβήνουν αγώνες ετών, στους οποίους κι εγώ συνέβαλα σε μεγάλο βαθμό. Χρόνια όλοι μας μοχθήσαμε για την ελευθερία των καλλιτεχνικών διευθυντών και τελικά το καταφέραμε με νομοθέτημα του 1994 (επί Μικρούτσικου) το οποίο απελευθέρωσε τις καλλιτεχνικές δυνάμεις από τη δυναστεία της κρατικής παρεμβατικότητας και την εμπλοκή του Δ.Σ. στο καλλιτεχνικό αποτέλεσμα.

 

Στη Λυρική, για παράδειγμα, στην οποία υπήρξα πρόεδρος (πρώτη φορά) το 1981 οι συνεδριάσεις των Δ.Σ. ήταν μνημειώδεις. Το κάθε μέλος είχε τους δικούς του προστατευόμενους τραγουδιστές που έπρεπε να «πλασάρει». Το πρώτο, λοιπόν, μακελειό ξεκινούσε με την επιλογή του ρεπερτορίου, αφού καθένας τους ήθελε το έργο που θα βόλευε τον δικό του ερμηνευτή. Οταν μετά από ώρες καταλήγαμε στα έργα, άρχιζε μια νέα πολύωρη συμπλοκή για το ποιος από όλους θα πάρει τον ρόλο. Κατόπιν αυτών των τραγελαφικών διαδικασιών ο καλλιτεχνικός διευθυντής έμενε με την εισήγησή του στο χέρι και το πρόγραμμα κατέληγε να είναι ένα συνονθύλευμα συμβιβασμών. Για ποιες λοιπόν υπερεξουσίες του καλλιτεχνικού διευθυντή μιλούν σήμερα; Οτι μπορεί να προγραμματίζει ελεύθερα; Ούτως ή άλλως όλα τελικώς εγκρίνονται από το Δ.Σ.

 

Σε ό,τι αφορά τη μουσική, οι γενικότητες ξεπέρασαν κάθε προσδοκία. Διάβασα μόνο για μηχανισμούς που, ανεξαρτήτως των προθέσεων, καταλήγουν πάντα να στραγγαλίζουν κάθε δημιουργικότητα («Ιδρυση Εθνικού Οργανισμού Μουσικής, που θα χαράζει μια μακρόπνοη Εθνική Στρατηγική για τη Μουσική», κ.λπ.). Επίτηδες κράτησα το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών για το τέλος, καθώς οι ανακοινώσεις τους αποδεικνύουν την απαράδεκτη άγνοια που διακατέχει τους συντάκτες του προγράμματος. Γράφουν για παράδειγμα το εξοργιστικό «η πολιτική των προηγούμενων κυβερνήσεων, αλλά και της σημερινής, στο ζήτημα του Μεγάρου Μουσικής είναι πλήρως παραδομένη στα συμφέροντα ισχυρών ιδιωτικών συμφερόντων». Τους εκλιπαρώ, λοιπόν, να μου πουν συγκεκριμένα ποια ακριβώς συμφέροντα υπηρετώ και δεν το έχω αντιληφθεί. Λένε επίσης ότι η «λειτουργία του Μεγάρου πρέπει να διασφαλίζει την εκπροσώπηση όλων των πολιτιστικών τάσεων και ρευμάτων». Ρωτώ λοιπόν να μας πουν ποιες τάσεις και ποια ρεύματα δεν εκπροσωπούνται. Αναφέρουν επίσης ότι θα πρέπει να υπάρξει στενή συνεργασία με τη Λυρική Σκηνή, το Φεστιβάλ Αθηνών, την ΚΟΑ και με ομάδες καλλιτεχνών, όχι μόνο από τον χώρο της μουσικής και του χορού κι ότι οφείλουμε να εκπονήσουμε προγράμματα για μαθητές. Μα δεν έχουν κρατήσει ποτέ πρόγραμμά μας στα χέρια τους; Πέραν της κλασικής, δεν έχουν αντιληφθεί όλα αυτά που συμβαίνουν εδώ μέσα; Δεν ξέρουν ότι εδώ είναι το σπίτι της ΚΟΑ; Δεν ξέρουν ότι η ΕΛΣ έχει τρεις μεγάλες παραγωγές τον χρόνο; Οτι με όλους τους παραπάνω συνεργαζόμαστε στενά σε ετήσια βάση;

 

Τέλος, το κερασάκι στην τούρτα: κάνουν λόγο για πιο ευρύ κοινό. Να τους ενημερώσω λοιπόν πως τη σεζόν 2013-2014 υποδεχτήκαμε 370.000 θεατές. Αυτό λοιπόν το νούμερο, μέσα στην περίοδο της κρίσης, τους φαίνεται λίγο;».

 

Σχετικό θέμα: Αναδιάρθρωση του πολιτισμού εδώ και τώρα;

 

Scroll to top