21/10/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ασπιρίνες για την κρίση

      Pin It

Του Νικ. Παρασκευόπουλου*

 

Ο τίτλος θυμίζει βέβαια τον γιατρό του ΕΑΤ-ΕΣΑ που «θεράπευε» τα βασανιστήρια με ασπιρίνες. Το θέμα όμως εδώ είναι πολύ ευρύτερο. Με καίριες αφορμές, μας απασχολούν οι αναπτυσσόμενες εκείνες πολιτικές που αποπροσανατολίζουν από τους κοινωνικούς παράγοντες της κρίσης, στρέφοντας διαρκώς την προσοχή σε βιολογικές εξηγήσεις και σε φαρμακευτικές διεξόδους. Παρακάτω, λίγο αναλυτικότερα.

 

Ηδη από δύο δεκαετίες τώρα σπουδαστές, αναγνώστες και τηλεθεατές βομβαρδίζονται με πληροφορίες–αποκαλύψεις του είδους «βιογενετικά τα αίτια της βίας, του εγκλήματος, της ομοφυλοφιλίας, της τοξικομανίας κ.λπ.». Αντίστοιχες είναι και οι απαντήσεις–θεραπείες που προβάλλονται και επιχορηγούνται (πλουσιοπάροχα εν μέσω κρίσης, όπως θα δούμε): βιογενετικές, φαρμακευτικές, υποκατάστατα ναρκωτικών κ.λπ. Το ρεύμα ενισχύεται συνήθως με ιδεολογήματα ανθρωπισμού. «Βλέπουμε τον εγκληματία σαν άρρωστο, όχι σαν εχθρό». Ο αποπροσανατολισμός είναι εξωραϊσμένος.

 

Πολλές φορές το παραπάνω ρεύμα-σύστημα δέχεται άσφαιρα πυρά: Κάποιοι σπεύδουν να αμφισβητήσουν τη σημασία της βιογενετικής ή ιατρικής εξήγησης ή της θεραπείας, ή την υπεροχή τους απέναντι σε στείρες κατασταλτικές παρεμβάσεις. Λάθος. Οι αμφισβητήσεις εύκολα ακυρώνονται, με δεδομένη την αξία των παραπάνω επιστημονικών προσεγγίσεων. Το ζήτημα βρίσκεται αλλού: Σε όλα τα προβληματικά είδη συμπεριφοράς, ατομικής ή συλλογικής, συνυφαίνονται παράγοντες οργανικοί (ιατρικοί, βιογενετικοί κ.λπ.), κοινωνικοί (οικονομικοί κ.λπ.) και ψυχολογικοί. Ο μονόπλευρος προσανατολισμός σε έναν τομέα είναι εκείνος που αφήνει τις συμπεριφορές ατελώς εξηγημένες και ανίατες. Ενα αντιφλεγμονώδες, μια ασπιρίνη, μια δόση μεθαδόνης μπορεί να είναι κατά περίπτωση πολύτιμα φάρμακα. Δεν αρκεί όμως η χορήγησή τους για να μην καταρρεύσει σωματοψυχικά ένας άνθρωπος λόγω της φτώχειας ή της περιθωριοποίησής του.

 

Κατά περίπτωση το κέντρο βάρους μπορεί να βρίσκεται οπουδήποτε. Ποτέ καμία όμως από τις παραπάνω κατηγορίες εξηγήσεων δεν είναι τελείως αμέτοχη στην εμφάνιση των προβλημάτων. Η αποσιώπηση του κοινωνικού φυσικά δεν είναι τυχαία αλλά βολικά πλασμένη, ώστε να λησμονούνται η ανισότητα, η αδικία και οι ψυχικές καταπιέσεις και να προλαβαίνονται οι αντιδράσεις. Ο αδικημένος κοιτά αλλού, ησυχάζει με τη «μεθαδόνη» του, παύει να αντιστέκεται. Ο αποπροσανατολισμός από την κοινωνική συνθήκη έχει αυτή την κεντρική πολιτική σημασία.

 

Εγχώρια δείγματα της συγκεκριμένης πολιτικής ανακαλύπτει κανείς στον τομέα της αντιμετώπισης των ναρκωτικών. Η νέα σχετική νομοθεσία καθιερώνει επιτέλους μια σφαιρική προσέγγιση, με πρόβλεψη προσφυγής στη γνώμη ενός σύνθετου από πλευράς ειδικοτήτων οργάνου, προεδρευόμενου από την Εθνική Συντονίστρια για την αντιμετώπιση των ναρκωτικών. Τι συμβαίνει όμως στην πράξη; Ακολουθούν δύο πρόσφατα παραδείγματα.

 

Το υπουργείο Οικονομικών προ ημερών κατένειμε κατά τον νόμο σε τρία άλλα υπουργεία ένα μεγάλο κονδύλιο από τα έσοδα του Δημοσίου από αποζημιώσεις και κατασχέσεις προερχόμενες από εγκλήματα σε βάρος του. Το ένα τρίτο, περίπου, του συνολικού (26,8 εκατ. ευρώ) ποσού διοχετεύθηκε (σωστά) προς το υπουργείο Υγείας. Προσδιορίστηκε ωστόσο (περιέργως) ότι αυτό θα πρέπει στο σύνολό του να χορηγηθεί στον ΟΚΑΝΑ, έναν οργανισμό που έχει κύριο έργο τη χορήγηση υποκατάστατων (μεθαδόνης, βουπρενορφίνης), με παραγνώριση όλων των άλλων φορέων (Κέντρων Πρόληψης, ΚΕΘΕΑ, Ψυχιατρείων), οι οποίοι προτάσσουν τα κοινωνικά εργαλεία και την επανένταξη. Ετσι ο συγκεκριμένος οργανισμός με την κατανομή αυτών των εσόδων εισπράττει, π.χ., περισσότερα από το σύνολο των ΑΕΙ της χώρας, παρά το γεγονός μάλιστα ότι έχει δώσει στο πρόσφατο παρελθόν σοβαρά δείγματα κακοδιαχείρισης.

 

Δεύτερο παράδειγμα: Το υπουργείο Παιδείας όρισε επίσης προ ημερών Συντονιστική Επιτροπή και δυνητικούς συμμέτοχους στο προκηρυσσόμενο πρόγραμμα για το «Κοινωνικό Σχολείο». Στους οργανισμούς-συμμέτοχους ορίστηκαν ο ΟΚΑΝΑ και το ΚΕΕΛΠΝΟ, και πάλι όμως όχι οι άλλοι φορείς που δραστηριοποιούνται κατ’ εξοχήν με κοινωνικά εργαλεία και παρεμβάσεις.

 

Οι δύο παραπάνω επιχορηγήσεις δεν συγκλίνουν μόνον ως προς τις κατευθύνσεις τους. Χαρακτηριστικό είναι επίσης ότι το μεγάλο (εν μέσω κρίσης) ύψος τους φτάνει να επηρεάζει δραστικά τη φυσιογνωμία του Εθνικού Σχεδίου Δράσης κατά των Ναρκωτικών. Παρά ταύτα, σε καμία από τις δύο περιπτώσεις δεν ζητήθηκε γνώμη της Εθνικής Επιτροπής Συντονισμού δράσεων κατά των ναρκωτικών.

 

Τα παραπάνω φυσικά δεν επικεντρώνονται στην κριτική προσώπων. Φέρουν στο προσκήνιο ένα συμπαγές, υπηρετούμενο συνειδητά ή ασύνειδα από πολλούς, σύστημα αποπροσανατολισμού από τα κοινωνικά προβλήματα και τις λύσεις. Υποστηρίζουν αντί της μονομέρειας έναν πλουραλισμό στόχων και προσπαθειών αλλαγής.

 

………………………………………………………………………………..

 

* Καθηγητής Νομικής ΑΠΘ

 

Scroll to top