Του Γιώργου Τσιάρα
Οσο κι αν πολλοί αναλυτές εντός και εκτός Βουλγαρίας εκτιμούν πως η «ηρωική έξοδος» της κυβέρνησης Μπορίσοφ δεν είναι παρά ένας πανούργος πολιτικός ελιγμός, το γεγονός δεν αλλάζει: άλλη μια εκλεγμένη ευρωπαϊκή κυβέρνηση καταρρέει λόγω της «εισαγόμενης» συνταγής λιτότητας και των ανεξέλεγκτων αποκρατικοποιήσεων, έχοντας αποτύχει παταγωδώς να εκπληρώσει το προεκλογικό της πρόγραμμα για καταπολέμηση της διαφθοράς και του οργανωμένου εγκλήματος.
Οκτώ μέρες «άντεξε» ο πρώην σωματοφύλακας του Τεοντόρ Ζίφκοφ στον λαϊκό ξεσηκωμό, θρυαλλίδα του οποίου σταθήκαν οι υπέρογκες αυξήσεις στις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος, μετά την ιδιωτικοποίηση του κρατικού μονοπωλίου: στην πραγματικότητα, αυτό που έκανε τις κοινωνικές αντιδράσεις να θεριέψουν σε όλη τη χώρα –με κεντρικά συνθήματα όπως «Είστε Μαφία» και «Παραιτήσου!»- ήταν το συναίσθημα ότι άλλη μια κυβέρνηση τους κορόιδεψε κατάμουτρα, ρίχνοντας κι άλλο το βιωτικό τους επίπεδο, που είναι ήδη το χαμηλότερο της Ευρώπης.
Οι Βούλγαροι έχουν αγανακτήσει, αφού δεν αντέχουν πια το μόνιμο «πάγωμα» μισθών και συντάξεων και τις συνεχείς αυξήσεις στις τιμές βασικών αγαθών, στο όνομα μιας ανάπτυξης που όλο εξαγγέλλεται αλλά ποτέ δεν έρχεται. Το νέο «καπέλο» στην τιμή του ρεύματος αποδείχθηκε η τελευταία σταγόνα για τη γείτονα χώρα των 7,3 εκατομμυρίων κατοίκων, όπου η ανεργία βρίσκεται επισήμως στο 11,9%, αλλά στην πραγματική ζωή είναι τουλάχιστον διπλάσια, ενώ ο μέσος μισθός δεν ξεπερνά τα 450 ευρώ, αν και για τον πολύ κόσμο δεν ξεπερνά τα 200.
Τουλάχιστον ένα εκατομμύριο Βούλγαροι, στην πιο παραγωγική τους ηλικία, έχουν ξενιτευτεί αναζητώντας μια καλύτερη τύχη στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ, με αποτέλεσμα ολόκληρες επαρχίες να έχουν ερημώσει από νεολαία, ενώ την ίδια στιγμή μια μικρή πολιτικό-οικονομική ελίτ συνεχίζει το «πάρτι» με την ανοχή των Βρυξελλών.