Pin It

ΥΠΑΡΧΕΙ ΖΩΗ ΜΕΤΑ ΤΑ ΑΦΕΝΤΙΚΑ; 

 

 Του Γιάννη Καλαιτζή

 

Αφού ο Μπέπε Γκρίλο -σύμφωνα με τους επικριτές του- πολιτεύεται με την μπουφονερία, τον φανφαρονισμό του παλιάτσου, του κλόουν ή του φασουλή, προσόντα των θεατρίνων της κομέντια ντελ άρτε και του καραγκιόζ-μπερντέ, τότε βαδίζει ασφαλώς προς τον θρόνο των Μπερλουσκόνι.

 

Στη νοτιοανατολική Ασία ο Μάρκο Πόλο (οι τερατολογίες του κατέπεσαν μία προς μία σε αναμφισβήτητες αλήθειες) γνώρισε φύλαρχο που εξασφάλιζε την αγάπη και τον σεβασμό του λαού χάρη στους όρχεις προσαυξημένου βάρους που κατείχε. Ο ηγέτης αυτός για να διαφέρει από τους υπηκόους του τοποθετούσε στο όσχεό του τρεις μεταλλικές σφαίρες που πολλαπλασίαζαν τα δράμια των γεννητικών του οργάνων. Και για λόγους εντυπωσιασμού έπαιζε τις μπάλες στο χέρι όπως ο Χάμφρεϊ Μπόγκαρντ περίπου στο φιλμ «Η ανταρσία του Κέην».

 

Στρατηγός της βρετανικής αυτοκρατορίας, κάτι σαν τον Γκόρντον ή τον Κίτσενερ, αναφέρει Ιδνό μαχαραγιά εφευρέτη ενός συστήματος νεφώσεων, κεραυνών και βροντών δωματίου που συνόδευαν τις εμφανίσεις του εφόσον το έκρινε αναγκαίο.

Και όσον αφορά την Ευρώπη του καιρού εκείνου, η ευστοχία των Μπόερς, ο πόλεμος της Κριμαίας και ο ωραίος Μπρούμελ (με το δόγμα ο καλοντυμένος άντρας περνάει απαρατήρητος) διέκοψαν μια τρισχιλιετή ιστορία με καπελαδούρες, επωμίδες, ζωστήρες, κοθόρνους, κορδόνια, μανδύες, μπέρτες, βάτες, σπάθες, κάπες, περούκες, φτερά και φιόγκους.

 

Στην Ελλάδα του Οθωνος κατά την αποβίβαση στη Σύρο του Εδμόνδου Αμπού (θεωρούσε τον ελληνικό λαό το ωραιότερο ερείπιο της Ελλάδος) τον υποδέχεται ένας άνδρας τόσο λαμπροστολισμένος που ο Γάλλος τον εκλαμβάνει ως πρόξενο της χώρας του. Ο άνθρωπος εκείνος ζήτησε να παραλάβει τις αποσκευές του Αμπού και κατόπιν υπέδειξε ένα κατάλυμα για το βράδυ. Εργαζόταν ως μόνιμος αχθοφόρος στο λιμάνι.

 

Και η ανώτερη τάξη; Στην αυλή του Οθωνος, επίσης, οι ορντινάτσες των αξιωματούχων κουβαλούσαν πλήθος από υποπόδια ικανά να αυξάνουν το ύψος των κυρίων, εφόσον κατά τις δημόσιες τελετές δίπλα τους ίστατο ομότεχνος μεγαλύτερου αναστήματος. Στον αγώνα εις ύψος κέρδιζε αυτός που πλήρωνε προνοητικότερο υπηρέτη.

 

Οταν ο άνθρωπος οριζόταν ως «ζώον πολιτικόν», την εποχή των επιχειρημάτων, δηλαδή των λογικών αποδείξεων και των ανεπανάληπτων αγορεύσεων, πρώτη αρετή των ρητόρων -κατά τον Δημοσθένη νομίζω- αναγνωριζόταν η υποκρισία, η υποκρισία, η υποκρισία.

 

«Οίος καλλιτέχνης απόλλυμαι» -τέτοιος καλλιτέχνης και να πεθαίνω- ήσαν, διαβάζουμε, οι τελευταίες λέξεις του Νέρωνος, ενώ ο καμποτίνος ο ταρτούφος Ηλιογάβαλος (υπήρξε ιερέας) ως νέος αυτοκράτωρ «εισήλθεν εις την Ρώμην φέρων χρυσοΰφαντον προφύραν και περιδέραιον εκ μαργαριτών με τας παρειάς εψιμυθιωμένας προκλητικώς κατά το πρότυπον των γυναικών της Αραβίας». Η Κλεοπάτρα εξάλλου «Θεραπαινιδίου στολήν λαμβάνουσα διεπαιδαγώγει τον Αντώνιον και συνεκύβευε και συνέπινε και συνεθήρευε και νύκτωρ συνεπλανάτο» αφού «διά ταύτην πολιτικοί λόγοι και όχι ερωτικόν πάθος ήσαν το κύριον ελατήριον».

 

Και αυτά αφορούν ηγεμόνες που φρόντιζαν για τα εγκώσμια θεάματα. Λαμπρό παράδειγμα του αντιθέτου ο Νεκτανεβώ ο Α,' ανίκανος φαραώ της Λ' δυναστείας (τον εγκατέλειψε αηδιασμένος ο Αθηναίος στρατηγός του Ιφικράτης), φροντίζοντας να κατακτήσει τις καρδιές των μεταγενέστερων θεατών και των επέκεινα ακροατηρίων, κληροδότησε στην Ιστορία σαρκοφάγο «εκ μαρμάρου πρασίνου αποκειμένη εις το Βρετανικόν Μουσείον, η οποία παρουσιάζει τέχνην την οποία ουδεμία χώρα υπερέβη».

 

Σύμφωνα με τον Μάρκο Αυρήλιο «είσαι μεγαλοπρεπής όταν κάνεις το καλό και λέγονται εναντίον σου τα χειρότερα». Φαίνεται πως ο Ιουστινιανός υπήρξε εξαιρετικά μεγαλοπρεπής μορφή. Παρά την Αγία Σοφία και τα αυτοκρατορικά κτίσματα, παρά τους κατακτητικούς πολέμους και τα οχυρωματικά έργα, απόκοσμος, μισάνθρωπος και ερεβώδης, εάν υπήρξε αγαπητός, το οφείλει στη Θεοδώρα. Η αυγούστα, μιμάς το επάγγελμα (μέλος κωμικού ξυπόλητου θιάσου), «είχε τόσην δύναμιν ώστε ανεβίβαζε εις την εξουσίαν και κατεβίβαζεν πάπας και πατριάρχας, ανωτέρους άρχοντας και στρατηγούς. Αν ο χρόνος ήθελε της επιτρέψει θα κατώρθωνε ν' αλλάξει ακόμη και την κατεύθυνσιν της ιστορίας», έγραφε ο Κάρολος Ντιλ.

 

Αγαπητοί αναγνώστες, ο Οκτάβιος Μιρμπώ, συγγραφέας και τεχνοκριτικός (1850-1917), που ανακάλυψε και παρουσίασε έναν Ροντέν και έναν Σεζάν, πνεύμα ανήσυχο και θυελλώδες, έλεγε: «Γελοιότητα δεν υπάρχει: Οποιος δεν τη φοβήθηκε, κατέκτησε τον κόσμο».

 

www.gianniskalaitzis.gr

Scroll to top