Της Αννας Καρακατσούλη*
Την Κυριακή οι εφημερίδες και το Διαδίκτυο ανακοίνωσαν το κλείσιμο του Βιβλιοπωλείου της Εστίας. Ηταν γνωστό στους φιλαναγνώστες ότι η ιστορική επιχείρηση της οδού Σόλωνος γνώριζε σοβαρά οικονομικά προβλήματα εδώ και καιρό. Η οριστική κατάληξη ενός θεσμού στην αγορά του βιβλίου της νεότερης και σύγχρονης Ελλάδας πρέπει να αποδοθεί πρωτίστως στον αντίκτυπο της οικονομικής κρίσης που έχει πλήξει βαριά τον κόσμο του βιβλίου.
Το βιβλιοπωλείον της Εστίας ιδρύθηκε το 1885 από τον Γεώργιο Κασδόνη, ταυτόχρονα ο εκδοτικός οίκος με το κατάστημα του βιβλιοπωλείου, και ήταν μέχρι χθες μία από τις δώδεκα επιχειρήσεις που επιβίωναν από τον 19ο αιώνα, η μοναδική του εκδοτικού τομέα. Η πρώτη έδρα της βρισκόταν στον παραδοσιακό δρόμο των βιβλιοπωλείων της Αθήνας, την οδό Σταδίου. Οργανικά δεμένες οι δύο δραστηριότητες, η βιβλιοπωλική και η εκδοτική, στήριζαν και τροφοδοτούσαν η μία την άλλη παράλληλα με την έκδοση της περιοδικής «Εστίας» που βρίσκεται στην αφετηρία της επαγγελματικής ενασχόλησης του δάσκαλου και δημοσιογράφου Κασδόνη με τον χώρο του βιβλίου. Οι συνεργάτες του περιοδικού εξέδιδαν τα έργα τους στον εκδοτικό οίκο και οι πωλήσεις του βιβλιοπωλείου, «εις τιμάς συγκαταβατικάς», σύμφωνα με αγγελία της εποχής, εξασφάλιζαν την οικονομική ευρωστία του εγχειρήματος. Πολύ νωρίς, από το 1889, το βιβλιοπωλείο άρχισε να δημοσιεύει τακτικά τους καταλόγους των νέων βιβλίων που εισέρχονταν προς πώληση στο Βιβλιογραφικόν Δελτίον του βιβλιοπωλείου της Εστίας. Το περιοδικό αυτό φυλλάδιο θα δημιουργήσει παράδοση και με διάφορους τίτλους θα συνεχιστεί ώς τη Μεταπολίτευση υποκαθιστώντας κατά μεγάλες περιόδους τη διαλείπουσα Εθνική Βιβλιογραφία και αποτελώντας τη μόνη συστηματική καταγραφή των νέων εκδόσεων.
Οταν μετά το 1927 ο οίκος επανακυκλοφορεί το περιοδικό με τον τίτλο «Νέα Εστία» και υπό τη διεύθυνση του Γρηγ. Ξενόπουλου, οι συνδρομές συνοδεύονται από προσφορές και εκπτώσεις στις εκδόσεις του οίκου Ι. Δ. Κολλάρου πλέον, αφού από το 1901 η σκυτάλη της επιχείρησης περνά στον ανιψιό του ιδρυτή. Το βιβλιοπωλείο θα αναπτύξει δραστήρια το εμπόριο του ελληνικού βιβλίου, και ιδιαίτερα των σχολικών εγχειριδίων που αποτελούσαν τη βασική παραγωγή του οίκου, με τα κέντρα της Διασποράς σε συνεργασία με τοπικούς πράκτορες σε Σμύρνη, Αλεξάνδρεια, Κάιρο κ.λπ. Το 1937 η δικτατορία Μεταξά ίδρυσε τον Οργανισμό Εκδόσεων Σχολικών Βιβλίων και στέρησε τον εκδοτικό οίκο από το κύριο πεδίο εξειδίκευσής του. Ωστόσο την κρίσιμη αυτή περίοδο η επιχείρηση εμφανίζει αύξηση κερδών χάρη στα έσοδα του βιβλιοπωλείου και η ζωτικής σημασίας αυτή στήριξη συνεχίζεται και στα χρόνια της Κατοχής, όταν οι εκδόσεις του οίκου πέφτουν σε μονοψήφια μεγέθη ετησίως.
Το 1956 τη διεύθυνση του οίκου αναλαμβάνει ο Κωνσταντίνος Σαραντόπουλος, απόστρατος αξιωματικός του Πυροβολικού και σύζυγος της κόρης του Κολλάρου, Ευτυχίας. Ο Σαραντόπουλος θα επιδείξει εντυπωσιακό αισθητήριο στις εκδοτικές επιλογές του και θα πραγματοποιήσει με μεγάλη επιτυχία τη σωτήρια στροφή του οίκου στη λογοτεχνία, εγκαινιάζοντας τη μικρή σειρά της «Νεοελληνικής Λογοτεχνίας» σε μια εποχή όπου κυριαρχούσε απόλυτα η λαϊκή λογοτεχνία και η παραλογοτεχνία. Οι πεζογράφοι της γενιάς του ’30 ταυτίστηκαν πλέον στη συνείδηση του αναγνωστικού κοινού με τον οίκο της Εστίας και οι αναγνώστες προσέρχονταν στο βιβλιοπωλείο αναζητώντας τον τελευταίο τίτλο της σειράς με τον αύξοντα αριθμό του. Ο χώρος του καταστήματος καθιερώθηκε ως κέντρο κοινωνικότητας για τους διανοούμενους της εποχής και τους αναγνώστες τους, ενώ αποτελούσε εξυπηρετική θυρίδα ταχυδρομείου για τους τακτικούς θαμώνες του.
Το 1977 η κόρη του Κ. Σαραντόπουλου, Μαρίνα Καραϊτίδη, αναγκάστηκε να μεταφέρει την έδρα της επιχείρησης στην οδό Σόλωνος, που ήταν τότε μια βιβλιοπωλική έρημος, και δημιούργησε μια νέα γεωγραφία της αθηναϊκής αγοράς του βιβλίου. Το βιβλιοπωλείο της Εστίας λειτούργησε ως ισχυρός πόλος έλξης και πολύ σύντομα η περιοχή γύρω από τη Νομική Σχολή μετατράπηκε σε «βιβλιότοπο». Η εποχή της μεγάλης ανάπτυξης του βιβλιοπωλείου ήταν αναμφίβολα η δεκαετία του 1990, όταν επεκτάθηκε με υποκαταστήματα σε Θεσσαλονίκη και Λευκωσία χωρίς ποτέ να υποκύψει στον πειρασμό του «πολυχώρου». Το 1998, όταν η Μαρίνα Καραϊτίδη αποφάσισε να αποσυρθεί από το προσκήνιο (διατηρώντας πάντα το φιλολογικό σαλόνι της στο φιλόξενο κεραμιδί γραφείο στα βάθη του καταστήματος), η μέχρι τότε ενιαία επιχείρηση διαιρέθηκε σε δύο διακριτούς τομείς για την πέμπτη γενιά. Ο Γιάννης Καραϊτίδης ανέλαβε το βιβλιοπωλείο και η αδελφή του Εύα τις εκδόσεις (οι οποίες συνεχίζουν τη δραστηριότητά τους). Η διάσπαση αυτή όμως διέρρηξε την υπεραιωνόβια συνύπαρξη των δύο δραστηριοτήτων και διέκοψε την παραδοσιακή αλληλοϋποστήριξη μεταξύ εκδόσεων και πωλήσεων εξασθενώντας τα περιθώρια κίνησης και τις αντιστάσεις αμφοτέρων στην κρίση. Η απώλεια του βιβλιοπωλείου της Εστίας είναι ένα μεγάλο πλήγμα στον σύγχρονο πολιτισμικό χάρτη και μια θλιβερή ήττα ενός κόσμου που υποχωρεί ραγδαία.
………………………………………………..
*Διδάσκει Ευρωπαϊκή Ιστορία και Ιστορία του βιβλίου στο Πανεπιστήμιο Αθηνών