14/04/13 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Παριλίσιοι κήποι

      Pin It

Τρίτη ματιά 

 

Του Πέτρου Μανταίου

 

Καλό είναι να ανασκάπτει κανείς, ενίοτε, το χώμα της Αθήνας, το χώμα κάθε πόλης, ώστε να διακρίνει τη συνέχεια της πόλης του, έτσι που να του γίνεται πιο οικεία, να τη μαθαίνει καλύτερα, να τη νοιάζεται περισσότερο. Για σήμερα, πήρα την άγουσα προς τους Παριλίσιους κήπους τού άλλοτε. Ενός «άλλοτε» που διασχίζει δυόμισι χιλιάδες χρόνια! Από την αρχαιότητα, κυρίως κλασική, μέχρι περίπου τα μισά του περασμένου αιώνα. Οταν ακόμα έρρεε τα, ελάχιστα έστω, νερά του ο Ιλισός. Προτού τον μπαζώσει, στην πρώτη οκταετία του, ο Καραμανλής, στον οποίο η Αθήνα, εδώ που τα λέμε, δεν χρωστά και τις καλύτερες στιγμές της…

 

Διότι, όλο αυτό το διάστημα, στα Παριλίσια και τους κήπους τους, οι Αθηναίοι περπατούσαν, φιλοσοφούσαν, διασκέδαζαν, θρησκεύονταν και αθλούνταν. Αυτά τα μερικές εκατοντάδες στρέμματα… εξοχής, από τη γέφυρα του Καλλιμάρμαρου, σήμερα γωνία Βασ. Κωνσταντίνου και Ερατοσθένους μέχρι τη γέφυρα της Καλλιρρόης, Βουλιαγμένης και Καλλιρρόης σήμερα, και από την Πύλη του Αδριανού μέχρι τον Αρδηττό γνώρισαν δόξες αθάνατες. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι το αθάνατο είναι, εξ ορισμού, και αλησμόνητο. Η Βασίλη, για παράδειγμα, ήταν τοπική θεά του Ιλισού, όπως και ο Ιλισός άλλωστε, θεός ήταν κι αυτός, αλλά σήμερα ποιος θυμάται, που δεν έχουμε τον θεό μας…

 

Κι αν σήμερα μιλάμε, όσο σκαμπάζει ο καθένας και η καθεμιά, για «πλατωνικό έρωτα». Δεν είναι πολλοί που γνωρίζουν ότι εκεί, στους Παριλίσιους κήπους, στην όχθη του ποταμού, κάτω από ένα μεγάλο πλατάνι, στη θέση που είναι σήμερα η εκκλησία της Αγίας Φωτεινής, τοποθετεί ο Πλάτωνας τον Σωκράτη και τον Φαίδρο να συζητούν για την οντολογία του έρωτα, την αισθητική του λόγου και τη μεταξύ τους σχέση! Αυτό που πολύ μετά το είπαν –δεν ξέρω ποιοι και γιατί– «έρωτα πλατωνικό».

 

Κι εκεί πιο πάνω, πιο κοντά στους Στύλους του Ολυμπίου Διός, πολλά χρόνια μετά, ξένος δημοσιογράφος ρώτησε γέροντα περιβολάρη που σκάλιζε το περιβόλι του (έτσι έμοιαζε), αν ξέρει πού είναι ο Στρατηγός Μακρυγιάννης. «Εγώ είμαι!» απάντησε απλά ο «περιβολάρης». «Σιγά μην είσαι συ!» τον αποπήρε ο δημοσιογράφος. Και ο Μακρυγιάννης, ατάραχος και θυμόσοφος, αντιγύρισε: «Ε, άμα δεν πιστεύεις ότι ο Μακρυγιάννης είμαι εγώ, σύρε και βρες τον!».

 

Εκεί, λίγο αργότερα, πλάι στο Στάδιο, ο Βαυαρός ζυθοποιός Φιξ έφτιαξε την πρώτη στην Ελλάδα εξοχική μπυραρία. Την ονόμασε «Μετς», από το όνομα της νικηφόρας για τους Βαυαρούς μάχης στο Μετς (Πρωσογαλλικός πόλεμος, 1870-71), που έδωσε και το όνομα στη, μετέπειτα, αθηναϊκή συνοικία του Αρδηττού∙ γνωστή, τότε, σκωπτικά ως «Παντρεμενάδικα», λόγω… παρασπονδιών παντρεμένων (ανδρών και γυναικών!) στα… ενδότερα της μπυραρίας. Αυτά, όσο ακόμα ο Ιλισός κυλούσε τα νερά του. Μετά, μας πήρε το ποτάμι…

 

Scroll to top