Pin It

Η Αλκηστις Πουλοπούλου σε δύο διαφορετικές παραστάσεις του Εθνικού Θεάτρου

 

Η πανέμορφη κοπέλα, που μεγάλωσε στο εξωτερικό και ήρθε στην Ελλάδα το 2003 με εικαστικές αποσκευές, είναι πια καθιερωμένη ηθοποιός, με πρώτους ρόλους και σημαντικές ερμηνείες

 

Της Μαριαλένας Σπυροπούλου

 

Η Αλκηστις Πουλοπούλου είναι από τις γυναίκες που χαϊδεύουν γλυκά τα μάτια και τα αυτιά σου. Βελούδινη, ήρεμη και διεισδυτική, είναι πηγή έμπνευσης για έναν καλλιτέχνη. Αλλωστε, με έναν τρόπο και η ζωή της είναι ένα θεατρικό συμβάν, μια εξέλιξη εντός και εκτός σύμβασης. Φέτος, στο Εθνικό Θέατρο, ακροβατεί ανάμεσα σε δύο ηρωίδες με κοινές αλλά και διαφορετικές όψεις. Στους «Θεατές» του Μάριου Ποντίκα σε σκηνοθεσία Κατερίνας Ευαγγελάτου και στα «Κόκκινα Φανάρια» του Αλέκου Γαλανού σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Ρήγου

 

 -Η πρόταση για τους «Θεατές» πώς ήρθε;

 

«Η Κατερινα Ευαγγελάτου μού πρότεινε τον ρόλο πριν από δύο χρόνια, μου είπε ότι αμέσως εμένα σκέφτηκε γι' αυτόν. Στο μυαλό μου λοιπόν νόμιζα ότι ήταν κάτι πιο ρομαντικό. Και όταν διάβασα το έργο, είπα «δεν είναι δυνατό». Μου έκανε όμως πολύ καλό ένας τόσο διαφορετικός ρόλος από εμένα, όπως και το να δουλέψω σε ελληνικό κείμενο. Εχοντας μεγαλώσει στη Γαλλία, έχω ένα θέμα με τη γλώσσα. Αλλά μου άρεσε ο λόγος του Ποντίκα».

 

-Πώς νιώσατε που ο ρόλος σας απαιτεί μια ωμή σεξουαλικότητα;

 

«Περίεργα. Αλλά ήταν και η σκηνοθετική γραμμή της Κατερίνας. Ευτυχώς έχουμε κατακτήσει χημεία με τον Νίκο Ψαρρά και γελούσα πάρα πολύ. Με χιούμορ το βλέπω».

 

-Παράλληλα πρωταγωνιστείτε και στα «Κόκκινα Φανάρια»...

 

«Ναι, σε έναν ρόλο ακόμα πιο δυστυχισμένο. Η ηρωίδα μου κάνει όνειρα, ελπίζει, βλέπει τη διέξοδο στον γάμο με τον καπετάνιο. Και μετά γκρεμίζονται όλα. Είναι δύσκολο να ξανακάνεις τη διαδρομή πίσω, στο σημείο όπου ήθελες να φύγεις. Εάν δεν ξέρεις στη ζωή σου ότι υπάρχει ελπίδα, είναι τραγικό να ζεις».

 

-Υπάρχουν κοινά στις ηρωίδες σας. Και οι δύο έχουν άνδρες ναυτικούς. Η μία όμως τον βλέπει ως λύση και η άλλη ως εμπόδιο. Εσείς πώς αντιλαμβάνεστε την ερωτική σχέση; Ως λύση ή ως εμπόδιο;

 

«Στη ζωή μου μέχρι τώρα οι σχέσεις λειτουργούσαν και ως λύσεις και ως εμπόδια. Μπαίνω βαθιά στις σχέσεις. Είμαι σχεσάκιας τύπος. Είχα πάντα πολύ μεγάλες σχέσεις. Τότε το έβλεπα σαν λύση, και τελικά συνειδητοποιώ ότι μπορεί να ήταν εμπόδιο. Και αυτό επιτείνεται, γιατί δεν είμαι ήρεμο πνεύμα. Ενώ είμαι σε σχέσεις, βάζω συνέχεια τα πράγματα στο τραπέζι και τα ξαναστήνω, τα ψάχνω, τα αναλύω. Πηγαίνω από το ένα άκρο στο άλλο».

 

-Ποιο είναι το πιο καταπιεστικό πράγμα που σας έχουν κάνει;

 

«Στη δουλειά, έχω συνεργαστεί με άνθρωπο που δεν υπήρχαν όρια. Αυτό με καταπίεσε πάρα πολύ και με θύμωσε. Μπορεί να είναι δύσκολο λόγω της φύσης της δουλειάς μας, αλλά πρέπει να υπάρχουν όρια. Και ας είμαι παντρεμένη με σκηνοθέτη. Βάζουμε όρια και στη δουλειά και στο σπίτι. Δεν μου αρέσει το μπέρδεμα. Στην προσωπική μου ζωή, είμαι παντρεμένη, δεν με πλησιάζει κανείς (γελάει)».

 

-Κάνατε μια μεγάλη διαδρομή. Ξεκινήσατε από αλλού και καταλήξατε στο θέατρο. Υπήρξε υλικό από τις άλλες ενασχολήσεις σας, που σας φάνηκε χρήσιμο στο θέατρο;

 

«Ναι, για παράδειγμα τα εικαστικά με βοήθησαν πάρα πολύ. Τώρα καταλαβαίνω πόσο σημαντικός είναι ο λόγος, απλά εγώ είχα πάντα εικόνες, γραμμές και κίνηση στο μυαλό μου. Ετσι αποκωδικοποιούσα μια ιστορία».

 

-Το τυχαίο υπάρχει στη ζωή σας ή ήσασταν στο κατάλληλο σημείο την κατάλληλη στιγμή;

 

«Οχι, μερικά πράγματα έγιναν απόλυτα τυχαία. Ούτε ήξερα τι είναι το «Αμόρε» όταν μου προτάθηκε να συμμετάσχω. Εγώ ήρθα στην Ελλάδα για την έκθεση του Outlook. Ηθελα όμως να κάνω ένα σεμινάριο υποκριτικής για να μπορέσω να πάρω μέρος στις «Δοκιμές» του «Αμόρε». Τα ελληνικά μου τότε ήταν πάρα πολύ σπαστά. Και τον μόνο ηθοποιό που ήξερα ήταν ο Καταλειφός. Χωρίς να τον γνωρίζω προσωπικά, τον πήρα τηλέφωνο. Εκείνος, πολύ ευγενικά, μου είπε ότι έχει πολλή δουλειά και δεν μπορεί να με αναλάβει. Βέβαια μου είπε ότι πρέπει να κάνω δουλειά με τα ελληνικά μου. Ο Γιάννης Χουβαρδάς έκανε εκείνο τον καιρό ένα από τα ελάχιστα σεμινάρια που έδινε. Δήλωσα συμμετοχή, κατέθεσα το βιογραφικό μου και έκανα όλα τα λάθος πράγματα για να μη με πάρει. Καθυστέρησα στη συνάντηση, σε ένα άλλο ραντεβού δεν πήγα καθόλου, τα ελληνικά μου ήταν χάλια. Αλλά τελικά με πήρε, γιατί του άρεσε κάπως το όνομά μου. Και από τότε συγκλονίστηκα. Ερωτεύτηκα τη διαδικασία. Και μετά μπήκα στη σχολή. Ερωτεύτηκα και τον ίδιο τον Χουβαρδά».

 

-Μοιραστείτε μαζί μου κάποιες σημαντικές εικόνες της ψυχής σας από διαφορετικές φάσεις της ζωής σας…

 

«Εχασα τον πατέρα μου πολύ μικρή, έφυγα από την Ελλάδα στα έξι μου και εκείνος δύο χρόνια μετά πέθανε. Νομίζω ότι δεν είχα ξεπεράσει το οιδιπόδειο. Εχω λοιπόν μια εικόνα στο μυαλό μου μέσα στο αυτοκίνητο, πηγαίνοντας στη θάλασσα, η μαμά και ο μπαμπάς μπροστά, εγώ και η αδερφή μου πίσω. Μου τραγουδούσε «ένα φιλάκι είναι λίγο, πολύ λίγο» και μου ζητούσε να του δίνω φιλιά. Νιώθω ότι ήταν μια ερωτική σκηνή.

 

Στην εφηβεία, η σχέση μου με τον σκύλο μου ήταν σημαντική. Εζησα σε έναν πύργο στη Νορμανδία, με μεγάλο κήπο, ήταν λίγο φοβιστικό το σκηνικό. Λεγόταν «Οι σκιές», ήταν σαν το σπίτι της οικογένειας Adams. Ο σκύλος μου τότε ήταν ο ψυχοθεραπευτής μου. Του έλεγα τα μυστικά μου, ήμουν πολύ μοναχικό παιδί. Στη νεότητα, ερωτεύτηκα παράφορα έναν Νορβηγό, πήγαμε μαζί στο Παρίσι να σπουδάσουμε και μετά τον ακολούθησα στη Νορβηγία. Είναι υπέροχη χώρα και οι άνθρωποι πολύ ζεστοί. Αλλά ήταν τέλεια, που έφυγα.

 

Στην Ελλάδα, επέστρεψα λίγο σαν τον Οδυσσέα. Βρήκα την ελληνικότητά μου, το θέατρο, τη σχέση μου. Είναι πολύ σημαντικά πράγματα πλέον αυτά για μένα».

 

-Ονειρεύεστε ρόλους;

 

«Οχι, ονειρεύομαι συνεργασίες. Με τον Μαρμαρινό, την Κιτσοπούλου και άλλους νεότερους σκηνοθέτες. Αγαπώ πολύ και αυτούς που έχω συνεργαστεί, τον Ακύλλα Καραζήση και, φυσικά, τον Γιάννη Χουβαρδά. Θα ήθελα επίσης να κάνω σινεμά».

 

-Το σινάφι σας τι είδους άνθρωποι είναι;

 

«Για μεγάλο διάστημα έβλεπα εμένα και το σινάφι μου ως δύο διαφορετικά πράγματα. Δεν είχα την ίδια στάση ζωής. Είναι εκκλησία το θέατρο. Μόνο μέσα από τη θυσία καταλαβαίνεις το νόημά του. Από την άλλη, αυτή η αφοσίωση μπορεί να σε ταράξει κιόλας. Θαυμάζω τον κόσμο που είναι ταγμένος στο θέατρο. Μου αρέσουν οι άνθρωποι που έχουν ένα ήθος. Οποιο και αν είναι αυτό».

 

-Τα κακεντρεχή σχόλια για το ότι είστε σύζυγος του Γιάννη Χουβαρδά πώς τα αντιμετωπίσατε;

 

«Πληγώθηκα πολύ. Ηταν δύσκολα χρόνια. Η κακεντρέχεια είναι σκληρό πράγμα και δεν το έχω συνηθίσει. Ξέρω ότι μου δόθηκαν ευκαιρίες, αλλά με τίμημα. Πάντα και παντού κάπως γίνονται τα πράγματα, κάπου ανήκεις και σου δίνονται οι ευκαιρίες. Αλλά δεν μπήκα με κακό σκοπό. Αλλά πού να το ξέρει ο κόσμος;».

 

INFO: «Θεατές»: Επί (Πλαγίας) Σκηνής, κτίριο Τσίλερ, μέχρι 24 Μαΐου. «Κόκκινα Φανάρια», θέατρο REX, μέχρι 28 Απριλίου

 

 

Scroll to top